Με αφορμή το παρακάτω από εδώ, προσθέτω για τους νεολογισμούς:
Επειδή ο κομπιουτεράς που δεν καταφεύγει σε αγορά ξεχωριστής ψύκτρας ή τροφοδοτικού […] δεν κάνει παραπάνω έξοδα να πάρει κάτι καλύτερο, προέκυψε η σημασία (αφού αυτός είναι τσίπης) τσίπικο και φτηνιάρικο (που ορισμένες φορές είναι και κυριολεκτικά).
τσίπης (πληθ. τσίπηδες) τσιγκούνης, φτηνιάρης, σφιχτοχέρης [Από το αγγλικό cheap(ie).]
τσίπικος, –η, –ο τσιγκούνικος, φτηνιάρικος. [Από το αγγλικό cheap «φτηνός».]
Στα αγγλικά υπάρχει και το ουσ. cheapskate και το επίθ. cheapo.
Από τα αγγλοελληνικά της διασποράς:
Μη έχοντας την ικανότητα να αφομοιώσουν πλήρως την αγγλική γλώσσα και νιώθοντας μέσα τους ακόμη ισχυρό το μητρικό γλωσσικό αίσθημα, οι Έλληνες μετανάστες έδωσαν ελληνική μορφολογία σε αμερικανικές λέξεις και φράσεις ή μιλούσαν αγγλικά με ελληνικό τρόπο δημιουργώντας ένα νέο κώδικα επικοινωνίας, εντελώς μοναδικό και ιδιότυπο. Έτσι, για παράδειγμα, το elevator (ανελκυστήρας) μετατράπηκε σε αλεβέτα, το mistake (λάθος) σε μιστέκι, το bill (λογαριασμός) σε μπίλι, το boss (αφεντικό) σε μπόσης, το cheap (φτηνό) σε τσίπικο, το park (πάρκο) σε πάρκι, το track (ιπποδρόμιο) σε τράκι, το shoeshine (λούστρος) σε σαϊνάς, το club (κλαμπ) σε κλόμπι κ.ά.... [Από τα Νέα]
Επίσης, γλωσσάρι: http://www.durabond.ca/gdouridas/glossari.html
Από άλλες σελίδες του διαδικτύου:
Τι τσίπικα πράγματα είναι αυτά, λόρδοι μου; Δεν ρωτήσατε πού έχουν φθάσει το πλαφόν της μίζας οι συνάδελφοί σας στην Ελλάδα;
Ποιος αμφιβάλει ότι στην Ελλάδα επικρατεί η νοοτροπία ότι το «ακριβό είναι και καλό»; Ότι δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου με φθηνό, γιατί δυστυχώς το «φθηνό» ταυτίζεται με το «φτηνιάρικο» και το «τσίπικο».
Επιπλέον είναι και αυτή η παράδοση που συνδέει κάθε τι το «φοιτητικό» με το τσίπικο, το πρόχειρο και το περισσευούμενο.
…ο σκάρτος υδραυλικός θα σου κάνει την πιο τσίπικη εγκατάσταση στο σπίτι σου…
Και μη νομίζετε ότι είμαι κανένας τσίπης. Θα σας πληρώσω καλά για τις υπηρεσίες σας. (Εφημ. Έθνος)
Ρε τσίπη, πάλι στο τζάμπα θα τη βγάλεις;
Από το Μοναστηράκι θα τις πάρεις τις βέρες, ρε τσίπη;
Και, βεβαίως, να φέρουν πίσω οι τσίπηδες οι δεξιοί τους «σκληρούς δίσκους» από τους υπολογιστές των υπουργικών γραφείων. (Γ. Πρετεντέρης στο Βήμα)
Σε μπάνιο φοιτητικής εστίας, πάνω από το ράφι με τα σαπούνια και τα σαμπουάν: «Μην είστε τσίπηδες. Αγοράστε τα δικά σας σαμπουάν». (enet.gr)
Επειδή ο κομπιουτεράς που δεν καταφεύγει σε αγορά ξεχωριστής ψύκτρας ή τροφοδοτικού […] δεν κάνει παραπάνω έξοδα να πάρει κάτι καλύτερο, προέκυψε η σημασία (αφού αυτός είναι τσίπης) τσίπικο και φτηνιάρικο (που ορισμένες φορές είναι και κυριολεκτικά).
τσίπης (πληθ. τσίπηδες) τσιγκούνης, φτηνιάρης, σφιχτοχέρης [Από το αγγλικό cheap(ie).]
τσίπικος, –η, –ο τσιγκούνικος, φτηνιάρικος. [Από το αγγλικό cheap «φτηνός».]
Στα αγγλικά υπάρχει και το ουσ. cheapskate και το επίθ. cheapo.
Από τα αγγλοελληνικά της διασποράς:
Μη έχοντας την ικανότητα να αφομοιώσουν πλήρως την αγγλική γλώσσα και νιώθοντας μέσα τους ακόμη ισχυρό το μητρικό γλωσσικό αίσθημα, οι Έλληνες μετανάστες έδωσαν ελληνική μορφολογία σε αμερικανικές λέξεις και φράσεις ή μιλούσαν αγγλικά με ελληνικό τρόπο δημιουργώντας ένα νέο κώδικα επικοινωνίας, εντελώς μοναδικό και ιδιότυπο. Έτσι, για παράδειγμα, το elevator (ανελκυστήρας) μετατράπηκε σε αλεβέτα, το mistake (λάθος) σε μιστέκι, το bill (λογαριασμός) σε μπίλι, το boss (αφεντικό) σε μπόσης, το cheap (φτηνό) σε τσίπικο, το park (πάρκο) σε πάρκι, το track (ιπποδρόμιο) σε τράκι, το shoeshine (λούστρος) σε σαϊνάς, το club (κλαμπ) σε κλόμπι κ.ά.... [Από τα Νέα]
Επίσης, γλωσσάρι: http://www.durabond.ca/gdouridas/glossari.html
Από άλλες σελίδες του διαδικτύου:
Τι τσίπικα πράγματα είναι αυτά, λόρδοι μου; Δεν ρωτήσατε πού έχουν φθάσει το πλαφόν της μίζας οι συνάδελφοί σας στην Ελλάδα;
Ποιος αμφιβάλει ότι στην Ελλάδα επικρατεί η νοοτροπία ότι το «ακριβό είναι και καλό»; Ότι δεν μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου με φθηνό, γιατί δυστυχώς το «φθηνό» ταυτίζεται με το «φτηνιάρικο» και το «τσίπικο».
Επιπλέον είναι και αυτή η παράδοση που συνδέει κάθε τι το «φοιτητικό» με το τσίπικο, το πρόχειρο και το περισσευούμενο.
…ο σκάρτος υδραυλικός θα σου κάνει την πιο τσίπικη εγκατάσταση στο σπίτι σου…
Και μη νομίζετε ότι είμαι κανένας τσίπης. Θα σας πληρώσω καλά για τις υπηρεσίες σας. (Εφημ. Έθνος)
Ρε τσίπη, πάλι στο τζάμπα θα τη βγάλεις;
Από το Μοναστηράκι θα τις πάρεις τις βέρες, ρε τσίπη;
Και, βεβαίως, να φέρουν πίσω οι τσίπηδες οι δεξιοί τους «σκληρούς δίσκους» από τους υπολογιστές των υπουργικών γραφείων. (Γ. Πρετεντέρης στο Βήμα)
Σε μπάνιο φοιτητικής εστίας, πάνω από το ράφι με τα σαπούνια και τα σαμπουάν: «Μην είστε τσίπηδες. Αγοράστε τα δικά σας σαμπουάν». (enet.gr)