Από το Κόκκινο βιβλιαράκι του κειμενογράφου: πολιτιστικός - πολιτισμικός: Πολιτιστικός: που αφορά τον πολιτισμό, τον ευνοεί, τον υπηρετεί και προωθεί την ανάπτυξη του. Π.χ. πολιτιστικός σύλλογος, πολιτιστικοί όμιλοι, πολιτιστικό επίπεδο, πολιτιστική ανάπτυξη, πολιτιστική πρόοδος. Πολιτισμικός: που ανήκει ή αναφέρεται στον πολιτισμό. Π.χ. πολιτισμικό φαινόμενο /περιβάλλον, πολιτισμική διάσταση, πολιτισμικό σοκ (Δεν ξέρω αν αυτό βοηθάει).
Στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για τη διαφοροποίηση που υφίσταται ένας πολιτισμός Α υπό την επίδραση ενός πολιτισμού Β (η μεταβολή δεν συνεπάγεται κατ' ανάγκη προαγωγή). Το αποτέλεσμα είναι ένας πολιτισμός ανάμεσα στον Α και στον Β. Κάτι σαν την ελληνιστική Αλεξάνδρεια.