Άλλο ένα από το σημερινό καλοκαιρινό κείμενο του Ξυδάκη στην Καθημερινή, αλλά αυτό δεν ανήκει στις άγνωστες λέξεις, μάλλον στις ανορθωμένες. Γράφει:
Τις πατελίδες ο πολύς κόσμος τις λέει πεταλίδες (μια πρόχειρη στατιστική στο αναξιόπιστο Γκουγκλ δίνει σχέση 38:17.600!), αλλά το παλιό σωστό ήταν έτσι, πατελίδες, από λατινικό patella. Limpets είναι γενικά οι πεταλίδες στα αγγλικά, αλλά το λατινικό όνομα των εικονιζόμενων είναι Patella vulgata (το γιατί μου θυμίζει Κολλητήρι μπορείτε να το καταλάβετε).
Γράφει το ΕΛΝΕΓ:
Η τελετουργία συνεχίζεται στα βραχάκια, με αχινούς και πατελίδες και καβούρια, με μυρωδιά από θάλασσα φρέσκια σαν νιόκοπο καρπούζι, με μυρωδιές από ούζο, ξινότυρο κατσικίσιο, αίσθηση αλατιού στεγνωμένου στον βράχο.
(Αμάν, Νίκο, μας πέθανες!)Τις πατελίδες ο πολύς κόσμος τις λέει πεταλίδες (μια πρόχειρη στατιστική στο αναξιόπιστο Γκουγκλ δίνει σχέση 38:17.600!), αλλά το παλιό σωστό ήταν έτσι, πατελίδες, από λατινικό patella. Limpets είναι γενικά οι πεταλίδες στα αγγλικά, αλλά το λατινικό όνομα των εικονιζόμενων είναι Patella vulgata (το γιατί μου θυμίζει Κολλητήρι μπορείτε να το καταλάβετε).
Γράφει το ΕΛΝΕΓ:
πεταλίδα
μεσν. < πατελίδα (με παρασύνδεση προς τη λ. πέταλο) < πατελίς, -ίδος, υποκορ. του ελνστ. πάτελλα «πιάτο» < λατ. patella, πιθ. υποκορ. τού patina «πήλινο ή μεταλλικό σκεύος μαγειρέματος», το οποίο ανάγεται στο αρχ. πατάνη «πινάκιο, λεκάνη», οπότε πρόκειται για αντιδάνειο.
μεσν. < πατελίδα (με παρασύνδεση προς τη λ. πέταλο) < πατελίς, -ίδος, υποκορ. του ελνστ. πάτελλα «πιάτο» < λατ. patella, πιθ. υποκορ. τού patina «πήλινο ή μεταλλικό σκεύος μαγειρέματος», το οποίο ανάγεται στο αρχ. πατάνη «πινάκιο, λεκάνη», οπότε πρόκειται για αντιδάνειο.