περιορισμός/-οί του/στο

Είναι η (δισεκατομ)μυριοστή φορά που συναντάω τους “περιορισμούς του εμπορίου” σαν απόδοση του “restrictions on trade” και λέω να πω τον πόνο μου πού αλλού; στη Λεξιλογία. Δεν είμαι νομίζω καθόλου εκκεντρικός (στη συγκεκριμένη περίπτωση κατορθώνω να μη διαφωνώ με τα λεξικά!) όταν δέχομαι ότι ο περιορισμός μπορεί κατά βάση να σημαίνει δύο πράγματα: την ενέργεια του περιορίζω ή το αποτέλεσμά του, δηλαδή κάτι που υπάρχει ή έχει επιβληθεί σαν όριο και δεν επιτρέπει να πάμε πιο πέρα. Η ενέργεια έχω την εντύπωση ότι εκφράζεται μόνο με τον ενικό, ενώ το αποτέλεσμα/ όριο μπορεί να εκφράζεται είτε με τον ενικό είτε με τον πληθυντικό. “Ο περιορισμός του ατόμου είναι ότι...”: όριο. “Ο περιορισμός του ατόμου σε κατάσταση ...”: ενέργεια. Στον πληθυντικό όμως έχουμε μια διαφοροποίηση. “Οι περιορισμοί του ατόμου”: όρια που ενυπάρχουν στο άτομο. “Οι περιορισμοί στο άτομο”: πάλι όρια που όμως του επιβάλλονται απ’ έξω. Με λίγα λόγια, μου φαίνεται ότι η γενική που ενδεχομένως συνοδεύει τον πληθυντικό (“οι περιορισμοί τού ...”) είναι κτητική, όχι αντικειμενική. Και ότι, πάντα βάσει της τρέχουσας χρήσης, δηλώνει όρια που ενυπάρχουν σε κάτι, που το χαρακτηρίζουν. Αν θέλουμε να αναφερθούμε σε περιορισμούς που έχουν επιβληθεί, χρειάζεται κανονικά η εμπρόθετη σύνταξη.

Μπορεί να έχω άδικο, οπότε διαφωτίστε με. Αν τυχόν έχω δίκιο, αναρωτιέμαι μήπως θα έπρεπε να αποδεχτώ μια ειδική εξαίρεση. Οι “φραγμοί του εμπορίου” σαν απόδοση του “barriers to trade” έχουν χρησιμοποιηθεί από αρχαιοτάτων (που λέει ο λόγος) χρόνων. Οι φραγμοί μπορεί να έχουν επηρεάσει και τους περιορισμούς. Μήπως τελικά πρέπει να αποδεχτώ ότι, όταν μιλάμε για εμπόριο και οικονομικές εν γένει δραστηριότητες, δεν έχει ουδεμία σημασία η σύνταξη; Ότι, όπως κι να το πούμε, η ενιαία σκέψη υπαγορεύει να το ερμηνεύσουμε ως νεοφιλελευθερισμού σημαντικόν;
 

nickel

Administrator
Staff member
Προτού φτάσω στην τελευταία παράγραφο, είχε ξεπηδήσει μέσα μου η τελευταία απάντηση που δίνεις (άνευ ευφυολογήματος). Είναι οι λέξεις τέτοιες που δεν αφήνουν περιθώριο για παρεξήγηση, οπότε καταλαβαίνει ο άλλος όποιο από τα δυο κι αν πεις.

Αναζητώντας άλλες τέτοιες περιπτώσεις, σκέφτηκα κάτι που λειτουργεί αντίστροφα. Λέμε αυξήσεις των μισθών, γενική αντικειμενική που κάνει μπαμ, δεν θα σκεφτεί κανείς για γενική κτητική. Λες «αυξάνω τους μισθούς», δεν λες «δίνω αύξηση στους μισθούς». Γιατί όμως τότε οι «αυξήσεις στους μισθούς» είναι εξίσου συνηθισμένοι με τις «αυξήσεις των μισθών»;
 
Top