Η
omphaloscopy είναι σχεδόν άγνωστη. Καμιά εβδομηνταριά γκουγκλοβιβλία την έχουν, δεκαπλάσια έχουν την
omphaloskepsis. Αυτή η τελευταία (και με αυτή την ορθογραφία) βρίσκεται και στα μεγάλα λεξικά (τα μεγάλα μαθητικά, π.χ. Longman και Macmillan, δεν την ξέρουν τη λέξη) και στη
Wikipedia.
Στο OED η λέξη μπήκε στις προσθήκες του 1993, με πρώτο παράδειγμα από το 1925 (σ' αυτό συμφωνεί με το Webster's).
1925 A. Huxley Those Barren Leaves v. iv. 366 The flesh dies‥. And there's an end of your omphaloskepsis.
Του Χάξλεϊ είναι και προγενέστερη χρήση του
omphaloskeptic:
c 1915 A. Huxley Let. (1969) 78 You must admit that no omphaloskeptic, nay, not Plotinus, could have so utterly realized the Infinite as at moments one did to night.
Η
omphaloscopy βρισκόταν από παλιότερα στο OED (όλα καταχωνιασμένα στο λήμμα
omphalo-):
1931 T. H. Pear Voice & Personality iv. 35 The psychologist, unless mental omphaloscopy contents him, must go and fetch his material. 1960 Times 30 Nov. 7/2 In particular he made fun of ‘omphaloscopy’—gazing at the navel.
Σε εμάς όμως πότε ήρθε; Στο Παπυρολεξικό γράφει:
«ΕΤΥΜΟΛ. < ομφαλός + -σκόπος (< σκοπός < σκέπτομαι), πρβλ. οιωνο-σκόπος. Η λ. μαρτυρείται από το 1861 στο Γαλλοελληνικόν Λεξικόν τών Σχινά και Λεβαδέως]». Είναι όμως έτσι; Εκεί, στο
umbilicain βρίσκω μόνο
ομφαλώπται. Ο Κουμανούδης στη
Συναγωγή γράφει:
ομφαλοσκόποι οι κατά τον ιδ' μ.Χ. αιώνα μοναχοί του όρους Άθωνος. Ίδε ομφαλώπται.
Στο λήμμα
ομφαλώπται, αφού αναφέρει το παραπάνω Γαλλελληνικόν, σχολιάζει:
«Δεν παραεχρειάζοντο ίσως αι δύο αύται λέξεις, αφού υπήρχον εν τοις Βυζαντινοίς συγγραφεύσιν οι ομφαλόψυχοι».
Μάλιστα:
omphalopsychite [Gr. ψυχή soul], one of a sect of quietists who practised gazing at the navel as a means of inducing hypnotic reverie.
Στα γαλλικά
omphalopsyche, το έχει κι ο παραπάνω Σχινάς.