δίπολο = dipole | (μτφ.) duality

pidyo

New member
Το δίπολο, πέρα από την αρχική του έννοια, έχει στα ελληνικά συχνότατα και μεταφορική έννοια, που λημματογραφείται σωστά στο ΛΚΝ: δύο έννοιες που αποτελούν τους πόλους γύρω από τους οποίους στρέφεται κτ.: Προβληματισμός γύρω από το δίπολο εθνική ιδέα - εθνική αφύπνιση.

Το αγγλικό dipole (πώς στο καλό έχουν dipole αλλά bipolar είναι άλλου παπά ευαγγέλιο) έχω την εντύπωση πως δεν χρησιμοποιείται -ή έστω δεν χρησιμοποιείται συχνά, που το ίδιο κάνει για τους λόγους που το χρειάζομαι- τόσο πολύ μεταφορικά και δεν λημματογραφείται στα λεξικά που είχα κοιτάξει προ ημερών. Βρίσκω κάτι σκόρπια moral dipoles για παράδειγμα, αλλά δεν θέλω να χρησιμοποιήσω μια λέξη που θα ξενίζει.
 
Για πολλές περιπτώσεις θα χρησιμοποιούσα το "dual concepts" ή "twin concepts". Σε άλλες (όταν μιλάμε για αντίθετα) ίσως "two opposite concepts" ή "polar opposites" ή κάτι που η έλλειψη καφέ κρατάει κρυφό.
 

pidyo

New member
Ευχαριστώ, αυτό έψαχνα. Νόμιζα πως έχει μόνο την αφηρημένη έννοια, αλλά αφού είναι και οι instances μέσα, μια χαρά.

ΥΓ. Μήπως ν' αλλάξεις και τον τίτλο;
 

cougr

¥
Όσον αφορά το παράδειγμα του Πιδύου (δλδ. το δίπολο εθνικής ιδέας - εθνικής αφύπνισης) νομίζω ότι είναι εύστοχες οι αποδόσεις twin concepts και dual concepts της Irini. Άλλη μία απόδοση θα μπορούσε να ήταν το dyad .

Στην περίπτωση όμως δύο αντίθετων ή αντικρουόμενων ιδεών, θα ταίριαζε καλύτερα το duality ή το polar concepts, το twin poles κτλ.
 

pidyo

New member
Να διευκρινίσω πως το παράδειγμα δεν είναι δικό μου αλλά του ΛΚΝ, και μάλλον δεν είναι καλά διαλεγμένο. Εγώ ήθελα το δίπολο για δίπολα όπως καλό-κακό, ιδιωτικό-δημόσιο, εκούσιο-ακούσιο κλπ. Εκεί νομίζω πως το duality είναι μονόδρομος, γιατί χρειάζεται μια λέξη που να περιγράφει όχι απλώς δύο διακριτές ιδέες (ή δύο απολύτως διακριτά σύνολα όπως στην περίπτωση της dichotomy), αλλά τα δύο άκρα μια γραμμής (όπου υπάρχουν και ενδιάμεσες θέσεις).
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Κι εδώ μια σχετική συζήτηση: αντιδιαμετρικός, αντιδιαμετρικά

Απορία: Υπάρχει άνθρωπος που (δεν θα έχει δει αυτό το νήμα και) θα δει duality (με την πιο πάνω 2η σημασία του ODE, έστω) και θα μεταφράσει διπολικός και όχι δυϊκός, δυαδικός, διμερής, διττός ή κάτι άλλο, ανάλογο;
 

pidyo

New member
Επειδή η επιλογή του (εάν μιλάμε για τη 2η σημασία του OED) θα είναι δίπολο ή δυϊσμός, δυαδικότητα, και δεν συμμαζεύεται, νομίζω πως προφανώς το δίπολο θα επιλέξει, ακόμη και ενστικτωδώς. «Δίπολο καλού και κακού» έχει κοντά 2000 γκουγκλιές.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Χρήσιμο για την περίπτωση των δύο άκρων - αν το πρωτότυπο το επιτρέπει και θέλουμε να μείνουμε στο δίπολο - μπορεί να φανεί και το bipolar view. Έχει αρκετά ευρήματα σε σχετικά και έγκυρα κείμενα (για τεχνικούς λόγους δεν μπορώ να βάλω γκουγκλιές), εκτός βέβαια από όσα αναφέρονται στη διπολική διαταραχή.

Το επίθετο bipolar:
4. Having two opposite or contradictory ideas or natures: the bipolar world of the postwar period (American Heritage Dictionary)
3. having or characterized by two opposed opinions, natures, etc (Collins)
a. Having two poles or opposite extremities; in Phys. applied to nerve-cells connected with the nerve-fibres by two prolongations.
fig. 1810 Coleridge Friend ix. (ed. 3) III. 171 Philosophy being necessarily bipolar. 1875 E. White Life in Christ iii. xix. (1878) 254 The Divine Nature is revealed as bi-polar, or of double aspect. (OED)

φαίνεται πως χρησιμεύει στη θέση του dipole (που περιορίζεται στη φυσική), με το κατάλληλο ουσιαστικό κατά περίπτωση, όπως στη σύμφραση "bipolar culture" στα λημέρια μας.

Επίσης, το ουσιαστικό bipolarity (OED):
1 Bipolar quality or state. Also transf. and fig.
1865 Mansfield Salts 53 The voltaic bipolarity of each. 1917 C. R. Payne tr. Pfister's Psychoanal. Method i. xii. 361 As a result of the ‘bipolarity of all psychic phenomena’, each of the two possible interpretations‥may be correct. 1955 M. Beloff Foreign Policy 9 We have been taught to view things in the light of the rivalry between two powers and two powers only‥‘bipolarity’, as it is called.

που όμως θέλει προσοχή· παρότι συχνά χρησιμοποιείται και αλλού, συνήθως απαντάται στον τομέα των διεθνών σχέσεων.
 
Top