Themis†
¥
Τι ήθελα να ανοίξω λεξικό; Ενώ ανέκαθεν χρησιμοποιούσα αμέριμνος το «αφ’ εαυτού» με τη σημασία «από μόνος του», τα λεξικά με προβλημάτισαν. Σημαίνει, λένε, «εκούσια, αυτοπροαίρετα, με τη θέλησή του» – μια σημασία που αγνοούσα. Δηλαδή λάθος το χρησιμοποιούσα (και θα ορκιζόμουνα ότι έβλεπα να το χρησιμοποιούν άλλοι) τόσο καιρό; Είναι βέβαια κατανοητό ότι το «από μόνος του» μπορεί εύκολα να καλύψει το «εκούσια», αλλά το αντίστροφο δεν ισχύει.
Κατά το ΛΚΝ: 3. σε λόγια σύνταξη χωρίς άρθρο ύστερα από πρόθεση ή επίρρημα, σε ΦΡ και εκφράσεις: αφ’ εαυτού και γενική αδύνατου τύπου προσωπικής αντωνυμίας: Ήρθαν αφ’ εαυτού τους, με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς κανείς να τους καλέσει. Είναι φανερό ότι το ΛΚΝ φυγομαχεί, αφού δεν ορίζει το «αφ’ εαυτού» από μόνο του, αλλά μόνο στην έκφραση «αφ’ εαυτού του». Η εντύπωση που αφήνει είναι όμως ότι πρόκειται για τη μοναδική κοινή χρήση του «αφ’ εαυτού».
Κατά το ΛΝΕΓ: (ι) αφ' εαυτού (του | της) από µόνος του, µε τη θέληση του, χωρίς πίεση: το έκανε αφ' εαυτού της- κανείς δεν την παρακίνησε ΣΥΝ. οικειοθελώς, εκούσια. Μόνο το «αφ’ εαυτού του» είναι λοιπόν άξιο μνημόνευσης σε λεξικό της κοινής νεοελληνικής. Σκέτο «αφ’ εαυτού» δεν υπάρχει.
Έρευνα, επομένως, για τη ρίζα του κακού. Από Δημητράκου άρξασθαι: κ. νεώτ. αφ’ εαυτού, αφ’ εαυτών εκ μέρους του, μόνος του, εκ μέρους των, άνευ παρακινήσεως, προτροπής άλλου: Θουκ. 5.60 οι μεν ταύτα ειπόντες των Αργείων αφ’ εαυτών και ου του πλήθους κελεύσαντος είπον. [...] 4) νεώτ. μετά προθέσ. εν επιρρημ. σημ., οίον μετά της από: κανείς δεν τον προσεκάλεσεν, ήλθεν αφ’ εαυτού [...]. Εδώ επιτέλους έχουμε το «αφ’ εαυτού» μόνο του και η σημασία, ακόμα και στη νέα ελληνική, είναι «εκούσια, με δική του πρωτοβουλία». Ας σημειωθεί πάντως ότι το λεξικό της αρχαίας του Μοντανάρι αφήνει τον δρόμο ελεύθερο όταν αναφέρεται στο ίδιο ακριβώς χωρίο του Θουκυδίδη: σε ιδιαίτερες εκφράσεις: [...] αφ’ εαυτού ή -ών από μόνος του ΘΟΥΚ. 5.60.1, ΞΕΝ. Απομν. 2.10.3.
Για να μη μακρηγορούμε, ας απονείμουμε και τα δέοντα εύσημα. Στο Χρηστικό: αφ’ εαυτού / αφεαυτού (μου/του/της) & θηλ. αφ’ εαυτής / αφεαυτής (επίσ.) 1. από μόνος μου/του/της: Η κατάσταση ~ής δεν είναι άσχημη. 2. με δική μου/σου ... βούληση: ~ού μου και αυτοθέλητα. Ξεστομίζω κάτι ~ού μου. Ενεργεί/αποφασίζει ~ού του. Πβ. αυτόβουλα. Ομολογώ πάντως ότι παραδείγματα της δεύτερης σημασίας σε ζωντανό λόγο δεν έχω αντιληφθεί ποτέ (ή δεν τα έχει καταγράψει ο εγκέφαλός μου, ποιος ξέρει).
Αναρωτιέμαι αν θα βρω κατανόηση από τους συλλεξιλόγους. Τους φαίνεται φυσική σε ζωντανό λόγο η σημασία «αυτόβουλα»; Τους είναι οικεία η έκφραση "αφ' εαυτού του"; Έχουν κι αυτοί, όπως εγώ, σαν κύρια ή μοναδική χρήση το σκέτο "αφ' εαυτού", με κύρια ή μοναδική σημασία το «από μόνος του»;
Κατά το ΛΚΝ: 3. σε λόγια σύνταξη χωρίς άρθρο ύστερα από πρόθεση ή επίρρημα, σε ΦΡ και εκφράσεις: αφ’ εαυτού και γενική αδύνατου τύπου προσωπικής αντωνυμίας: Ήρθαν αφ’ εαυτού τους, με δική τους πρωτοβουλία, χωρίς κανείς να τους καλέσει. Είναι φανερό ότι το ΛΚΝ φυγομαχεί, αφού δεν ορίζει το «αφ’ εαυτού» από μόνο του, αλλά μόνο στην έκφραση «αφ’ εαυτού του». Η εντύπωση που αφήνει είναι όμως ότι πρόκειται για τη μοναδική κοινή χρήση του «αφ’ εαυτού».
Κατά το ΛΝΕΓ: (ι) αφ' εαυτού (του | της) από µόνος του, µε τη θέληση του, χωρίς πίεση: το έκανε αφ' εαυτού της- κανείς δεν την παρακίνησε ΣΥΝ. οικειοθελώς, εκούσια. Μόνο το «αφ’ εαυτού του» είναι λοιπόν άξιο μνημόνευσης σε λεξικό της κοινής νεοελληνικής. Σκέτο «αφ’ εαυτού» δεν υπάρχει.
Έρευνα, επομένως, για τη ρίζα του κακού. Από Δημητράκου άρξασθαι: κ. νεώτ. αφ’ εαυτού, αφ’ εαυτών εκ μέρους του, μόνος του, εκ μέρους των, άνευ παρακινήσεως, προτροπής άλλου: Θουκ. 5.60 οι μεν ταύτα ειπόντες των Αργείων αφ’ εαυτών και ου του πλήθους κελεύσαντος είπον. [...] 4) νεώτ. μετά προθέσ. εν επιρρημ. σημ., οίον μετά της από: κανείς δεν τον προσεκάλεσεν, ήλθεν αφ’ εαυτού [...]. Εδώ επιτέλους έχουμε το «αφ’ εαυτού» μόνο του και η σημασία, ακόμα και στη νέα ελληνική, είναι «εκούσια, με δική του πρωτοβουλία». Ας σημειωθεί πάντως ότι το λεξικό της αρχαίας του Μοντανάρι αφήνει τον δρόμο ελεύθερο όταν αναφέρεται στο ίδιο ακριβώς χωρίο του Θουκυδίδη: σε ιδιαίτερες εκφράσεις: [...] αφ’ εαυτού ή -ών από μόνος του ΘΟΥΚ. 5.60.1, ΞΕΝ. Απομν. 2.10.3.
Για να μη μακρηγορούμε, ας απονείμουμε και τα δέοντα εύσημα. Στο Χρηστικό: αφ’ εαυτού / αφεαυτού (μου/του/της) & θηλ. αφ’ εαυτής / αφεαυτής (επίσ.) 1. από μόνος μου/του/της: Η κατάσταση ~ής δεν είναι άσχημη. 2. με δική μου/σου ... βούληση: ~ού μου και αυτοθέλητα. Ξεστομίζω κάτι ~ού μου. Ενεργεί/αποφασίζει ~ού του. Πβ. αυτόβουλα. Ομολογώ πάντως ότι παραδείγματα της δεύτερης σημασίας σε ζωντανό λόγο δεν έχω αντιληφθεί ποτέ (ή δεν τα έχει καταγράψει ο εγκέφαλός μου, ποιος ξέρει).
Αναρωτιέμαι αν θα βρω κατανόηση από τους συλλεξιλόγους. Τους φαίνεται φυσική σε ζωντανό λόγο η σημασία «αυτόβουλα»; Τους είναι οικεία η έκφραση "αφ' εαυτού του"; Έχουν κι αυτοί, όπως εγώ, σαν κύρια ή μοναδική χρήση το σκέτο "αφ' εαυτού", με κύρια ή μοναδική σημασία το «από μόνος του»;