έπαλξη = battlement, rampart | (οχυρωμ.) merlon

nickel

Administrator
Staff member
σε κάθε έπαλξη (π.χ. Θα πολεμήσουμε σε κάθε έπαλξη) = on every rampart, on every battlement

Αλλά υπάρχει και ο γνωστός λόγος του Τσόρτσιλ:
We shall fight on the beaches, we shall fight on the landing grounds, we shall fight in the fields and in the streets, we shall fight in the hills; we shall never surrender.
http://en.wikipedia.org/wiki/We_shall_fight_on_the_beaches
 

cougr

¥
Απ ' ό, τι αντιλαμβάνομαι και σύμφωνα με τον πρώτο ορισμό που δίνεται στη Νεοελληνική Γραμματική του Τριανταφυλλίδη νομίζω ότι η σωστή απόδοση θα έπρεπε να ήταν το merlon (ή τουλάχιστον να συμπεριλαμβάνεται ως μία από τις αποδόσεις).

Merlon: any of the solid intervals between crenellations of a battlement (Merriam-Webster)

merlon 1.jpg


Second image shouldn't be here but I can't delete it.
 

Attachments

  • merlon.jpg
    merlon.jpg
    16.7 KB · Views: 264

nickel

Administrator
Staff member
Ωραίο (έμαθα μια λέξη). Αυστηρά ως προς το στοιχείο της οχυρωματικής, σωστό. Αλλά φταίει που έβαλα τον ενικό στον τίτλο. Κανονικά έπρεπε να βάλω τον πληθυντικό επάλξεις, με απόδοση battlement(s) και rampart(s) (που είναι από το battlement και κάτω). Με ενδιέφερε περισσότερο το «επί των επάλξεων» (manning the ramparts κ.ά.).

Για πληρότητα, από OED:
battlement An indented parapet at the top of a wall, at first used only in fortified buildings for purposes of defence against assailants, but afterwards in the architectural decoration of ecclesiastical and other edifices. The raised parts are called cops or merlons, the indentations embrasures or crenelles.
 
Top