pidyo
New member
Μια φορά κι έναν καιρό, το 6 π.Χ., ο αυτοκράτορας Αύγουστος, αναγκάστηκε να στείλει μια επίσημη επιστολή στους κατοίκους της Κνίδου, όταν κοτζάμ πρεσβεία της πόλης αλλά και η ίδια η κατηγορούμενη βρέθηκαν στη Ρώμη για να αποφασίσει ο αυτοκράτορας σχετικά με την εξής συγκλονιστική υπόθεση:
Ο Εύβουλος του Χρυσίππου είχε φονευθεί από έναν δούλο του Ευβούλου του Αναξανδρίδα και της γυναίκας του Τρυφέρας. Παρότι η υπόθεση είχε μάλλον εκδικαστεί πρωτοδίκως σε τοπικό επίπεδο, με καταδικαστική απόφαση για το ζεύγος, και παρότι υπήρχε και σχετικό ψήφισμα της πόλης, οι Κνίδιοι φαίνεται πως δεν μπορούσαν να κάνουν ζάφτι την κωλοπετσωμένη Αστροπαλίτισσα (η επιγραφή βρέθηκε στην Αστυπάλαια, προφανώς με μέριμνα της Τρυφέρας) που είχε καλοπαντρευτεί στην Κνίδο και στο μεταξύ είχε χηρέψει. Όπως αποδείχτηκε από τις μαρτυρικές καταθέσεις των εμπλεκομένων δούλων (κυριολεκτικά μαρτυρικές: διὰ βασάνων) στον αυτοκρατορικό διοικητή Ασίνιο Γάλλο όμως, ο φόνος δεν ήταν εκ προμελέτης. Κι αυτό διότι το θύμα, ο Εύβουλος του Χρυσίππου, συνόδευε τον αδερφό του Φιλίνο, ο οποίος τρία μερόνυχτα ταλαιπωρούσε την Τρυφέρα και τον τότε εν ζωή σύζυγό της, με ύβρεις και φωνές. Είδε κι απόειδε το ζευγάρι, κι όταν κατάλαβε πως δεν θα βγάλει άκρη με τους δυο αδερφούς, πρόσταξε έναν δούλο να αδειάσει τα δοχεία νυκτός πάνω στους εισβολείς. Μόνο που ο δούλος, κατά λάθος λέει, και σίγουρα χωρίς σχετική εντολή από την κυρά του, έριξε κατά λάθος το ίδιο το δοχείο, ως άλλη Γεωργία Βασιλειάδου, πάνω στον Εύβουλο, τον βρήκε κατακούτελα, και τον άφησε στον τόπο.
Ποιος ξέρει τι δόντι είχε η Τρυφέρα στην αυτοκρατορική αυλή και ποιο ακριβώς ήταν το επίδικο θέμα (η κατηγορία για φόνο φαίνεται πως ήταν απλώς η αφορμή μιας ευρύτερης διαμάχης), πάντως ο Αύγουστος δεν φείδεται κατηγοριών προς τους Κνιδίους. Τους κατηγορεί για στρεψοδικία (φοβήθηκαν οι κατηγορούμενοι να αφήσουν τους δούλους τους να εξεταστούν από το τοπικό δικαστήριο), για μεροληψία, τους εξηγεί ότι θα έπρεπε να στραφούν κυρίως προς τους εισβολείς που παραβίασαν την οικογενειακή γαλήνη του ζεύγους και καλά να πάθουν που τους ήρθαν τα καθήκια κατακούτελα, τους προειδοποιεί να βάλουν σε τάξη τα δημόσια πράγματα σύμφωνα με το περιεχόμενο της επιστολής του και τους αποχαιρετά μ' ένα ξερό "Άντε γεια".
Δυο χιλιετίες μετά, το γεγονός ότι το άδειασμα ενός καθηκιού πρόσφερε μερικά καλοπληρωμένα μεροκάματα σ' έναν λιθοκόπο κι έναν χαράκτη, δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάσει.
Ο Εύβουλος του Χρυσίππου είχε φονευθεί από έναν δούλο του Ευβούλου του Αναξανδρίδα και της γυναίκας του Τρυφέρας. Παρότι η υπόθεση είχε μάλλον εκδικαστεί πρωτοδίκως σε τοπικό επίπεδο, με καταδικαστική απόφαση για το ζεύγος, και παρότι υπήρχε και σχετικό ψήφισμα της πόλης, οι Κνίδιοι φαίνεται πως δεν μπορούσαν να κάνουν ζάφτι την κωλοπετσωμένη Αστροπαλίτισσα (η επιγραφή βρέθηκε στην Αστυπάλαια, προφανώς με μέριμνα της Τρυφέρας) που είχε καλοπαντρευτεί στην Κνίδο και στο μεταξύ είχε χηρέψει. Όπως αποδείχτηκε από τις μαρτυρικές καταθέσεις των εμπλεκομένων δούλων (κυριολεκτικά μαρτυρικές: διὰ βασάνων) στον αυτοκρατορικό διοικητή Ασίνιο Γάλλο όμως, ο φόνος δεν ήταν εκ προμελέτης. Κι αυτό διότι το θύμα, ο Εύβουλος του Χρυσίππου, συνόδευε τον αδερφό του Φιλίνο, ο οποίος τρία μερόνυχτα ταλαιπωρούσε την Τρυφέρα και τον τότε εν ζωή σύζυγό της, με ύβρεις και φωνές. Είδε κι απόειδε το ζευγάρι, κι όταν κατάλαβε πως δεν θα βγάλει άκρη με τους δυο αδερφούς, πρόσταξε έναν δούλο να αδειάσει τα δοχεία νυκτός πάνω στους εισβολείς. Μόνο που ο δούλος, κατά λάθος λέει, και σίγουρα χωρίς σχετική εντολή από την κυρά του, έριξε κατά λάθος το ίδιο το δοχείο, ως άλλη Γεωργία Βασιλειάδου, πάνω στον Εύβουλο, τον βρήκε κατακούτελα, και τον άφησε στον τόπο.
Ποιος ξέρει τι δόντι είχε η Τρυφέρα στην αυτοκρατορική αυλή και ποιο ακριβώς ήταν το επίδικο θέμα (η κατηγορία για φόνο φαίνεται πως ήταν απλώς η αφορμή μιας ευρύτερης διαμάχης), πάντως ο Αύγουστος δεν φείδεται κατηγοριών προς τους Κνιδίους. Τους κατηγορεί για στρεψοδικία (φοβήθηκαν οι κατηγορούμενοι να αφήσουν τους δούλους τους να εξεταστούν από το τοπικό δικαστήριο), για μεροληψία, τους εξηγεί ότι θα έπρεπε να στραφούν κυρίως προς τους εισβολείς που παραβίασαν την οικογενειακή γαλήνη του ζεύγους και καλά να πάθουν που τους ήρθαν τα καθήκια κατακούτελα, τους προειδοποιεί να βάλουν σε τάξη τα δημόσια πράγματα σύμφωνα με το περιεχόμενο της επιστολής του και τους αποχαιρετά μ' ένα ξερό "Άντε γεια".
Δυο χιλιετίες μετά, το γεγονός ότι το άδειασμα ενός καθηκιού πρόσφερε μερικά καλοπληρωμένα μεροκάματα σ' έναν λιθοκόπο κι έναν χαράκτη, δεν μπορεί παρά να εντυπωσιάσει.