Έπεσα πάλι πάνω σε πολλά από εκείνα που γίνονται με τη γλώσσα και ήταν γραμμένα με –υ– αντί να είναι γραμμένα με –ει– και είπα να το κάνω το σημείωμα, να βρίσκεται, όχι για τους λεξιλόγους, που τα μασάνε αυτά, αλλά για τον περαστικό που θα έχει την ατυχία να βρεθεί εδώ μέσα.
Είχα γράψει κι άλλη φορά, αλλού, με αφορμή στίχους του Καββαδία:
Έχω μια πίπα ολλανδική από ένα μαύρο ξύλο,
όπου πολύ παράξενα την έχουν σκαλισμένη.
[…]
Έχω μια πίπα ξύλινη παράξενα γλυμμένη.
http://www.alfavita.gr/plaisia/kabadias8.htm
Όλα τα λεξικά και όλα τα λαθολόγια θα σας πουν ότι το ρήμα γλείφω (αυτό που κάνουμε με τη γλώσσα) είναι από το αρχαίο (εκ)λείχω και γράφεται με –ει–. Το ίδιο και όλες οι λέξεις που σχηματίζονται απ’ αυτό: γλείψιμο, γλείφτης, τσανακογλείφτης, γλειφτρόνι, γλειψιματίας, γλειφιτζούρι, ξερογλείφομαι. Αν δεν ξέρετε το λείχω, ελπίζω να ξέρετε τις –λειχίες και τις λειχήνες.
Η άλλη παρέα δεν έχει αλλάξει από τα αρχαία χρόνια: το ρήμα είναι γλύφω (λαξεύω, σμιλεύω με κάποιο εργαλείο, όχι με τη γλώσσα) και ο γλύπτης δεν έχει γίνει *γλύφτης. Ακόμα μεγαλύτερη αυτή η παρέα: γλυπτική, γλυπτά, γλύπτης και γλύπτρια, λιθογλυπτική και ξυλογλυπτική, γλύφανο και γλυφίδα, οδοντογλυφίδα, ανάγλυφος, ιερογλυφικά και άλλα. Και ο τοκογλύφος υπολόγιζε τους τόκους με χαρακιές στο τραπέζι του.
Τα λεξικά τα έχουν έτσι ακριβώς όλα αυτά τα χρόνια, δεν είναι το γλείφω καμιά λέξη που παραστράτησε προσωρινά, αλλά και το λάθος υπάρχει όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει. Επειδή μάλιστα, παρότι οι δύο οικογένειες έχουν αρκετά μέλη η καθεμιά, δεν έχουν πολλά κοινά —άλλο ο γλείφτης και άλλο ο γλύπτης, σπάνια θα δεις γλύψιμο που δεν είναι γλείψιμο και θα ήθελε να είναι σκάλισμα, και ποιος θα γράψει σήμερα για πίπα γλυμμένη— φοβάμαι ότι θα τη δούμε κάποτε τη λέξη ανορθόγραφη και στα λεξικά, θα βγει της Ακαδημίας το λεξικό και θα την αγκαλιάζει, δεν υπάρχει φόβος για παρεξήγηση άλλωστε. Έτσι δεν λέει η χρήση; Με 87.000 γλείψιμο και 68.000 γλύψιμο, άδικο έχω να το φοβάμαι;
Είχα γράψει κι άλλη φορά, αλλού, με αφορμή στίχους του Καββαδία:
Έχω μια πίπα ολλανδική από ένα μαύρο ξύλο,
όπου πολύ παράξενα την έχουν σκαλισμένη.
[…]
Έχω μια πίπα ξύλινη παράξενα γλυμμένη.
http://www.alfavita.gr/plaisia/kabadias8.htm
Όλα τα λεξικά και όλα τα λαθολόγια θα σας πουν ότι το ρήμα γλείφω (αυτό που κάνουμε με τη γλώσσα) είναι από το αρχαίο (εκ)λείχω και γράφεται με –ει–. Το ίδιο και όλες οι λέξεις που σχηματίζονται απ’ αυτό: γλείψιμο, γλείφτης, τσανακογλείφτης, γλειφτρόνι, γλειψιματίας, γλειφιτζούρι, ξερογλείφομαι. Αν δεν ξέρετε το λείχω, ελπίζω να ξέρετε τις –λειχίες και τις λειχήνες.
Η άλλη παρέα δεν έχει αλλάξει από τα αρχαία χρόνια: το ρήμα είναι γλύφω (λαξεύω, σμιλεύω με κάποιο εργαλείο, όχι με τη γλώσσα) και ο γλύπτης δεν έχει γίνει *γλύφτης. Ακόμα μεγαλύτερη αυτή η παρέα: γλυπτική, γλυπτά, γλύπτης και γλύπτρια, λιθογλυπτική και ξυλογλυπτική, γλύφανο και γλυφίδα, οδοντογλυφίδα, ανάγλυφος, ιερογλυφικά και άλλα. Και ο τοκογλύφος υπολόγιζε τους τόκους με χαρακιές στο τραπέζι του.
Τα λεξικά τα έχουν έτσι ακριβώς όλα αυτά τα χρόνια, δεν είναι το γλείφω καμιά λέξη που παραστράτησε προσωρινά, αλλά και το λάθος υπάρχει όσα χρόνια θυμάμαι τον εαυτό μου να διαβάζει. Επειδή μάλιστα, παρότι οι δύο οικογένειες έχουν αρκετά μέλη η καθεμιά, δεν έχουν πολλά κοινά —άλλο ο γλείφτης και άλλο ο γλύπτης, σπάνια θα δεις γλύψιμο που δεν είναι γλείψιμο και θα ήθελε να είναι σκάλισμα, και ποιος θα γράψει σήμερα για πίπα γλυμμένη— φοβάμαι ότι θα τη δούμε κάποτε τη λέξη ανορθόγραφη και στα λεξικά, θα βγει της Ακαδημίας το λεξικό και θα την αγκαλιάζει, δεν υπάρχει φόβος για παρεξήγηση άλλωστε. Έτσι δεν λέει η χρήση; Με 87.000 γλείψιμο και 68.000 γλύψιμο, άδικο έχω να το φοβάμαι;