Στο σημερινό του σημείωμα ο Σαραντάκος λέει (και) καλά λόγια για μια μετάφραση (να προσέχετε όταν περνάτε έξω από φούρνο και, με όσα συμβαίνουν με τα σιτηρά, ας προσέχετε και όταν μπαίνετε μέσα). Οι έπαινοι αφορούν κυρίως τις επιλογές σύγχρονης και ρέουσας γλώσσας στους διαλόγους. Προφανώς, έκαναν ζωντανό και ενδιαφέρον το διάβασμα. Το πρόβλημα με το ρέτζιστερ τον ενόχλησε σε ένα σημείο μόνο και κάπου αλλού αναρωτήθηκε για τους γλωσσικούς αναχρονισμούς. Γράφει:
Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί τους μεταφραστές λογοτεχνίας συνήθως. Αν θέλετε, καταθέστε την άποψή σας.
Η μεταφράστρια κάπου χρησιμοποιεί την έκφραση «σε χαλάει», που είναι νεότατη (με γλωσσικούς όρους, δηλ. νεότερη από είκοσι χρονών, εκτός κι αν κάνω λάθος, οπότε να μου το πείτε): Σε χαλάει, έτσι, μπούφε; (ça te défrise, mon petit mufe!). Δεν με ενοχλεί αυτό, εσάς; Εννοώ, το να χρησιμοποιείται στη μετάφραση ενός έργου του 19ου αιώνα μια έκφραση του 21ου, σας ενοχλεί; (σας χαλάει;)
Είναι ένα ερώτημα που απασχολεί τους μεταφραστές λογοτεχνίας συνήθως. Αν θέλετε, καταθέστε την άποψή σας.