«Αν θέλετε τη γνώμη μου, καλύτερα που ήρθαν έτσι τα πράγματα», είπε η κυρία Μαντ. «Δεν ξέρουμε τίποτα γι’ αυτόν το νεαρό, Μάργκαρετ, και το σαλόνι σας είναι γεμάτο από διάφορους μικροπειρασμούς».
«Θεία Τζούλι, τι πράγματα είναι αυτά που λέτε;» φώναξε η Έλεν. «Με κάνετε και ντρέπομαι ακόμα πιο πολύ. Θα προτιμούσα να ήταν κλέφτης και να μας πάρει όλα τα ασημένια κουταλάκια παρά να… Τέλος πάντων, υποθέτω ότι πρέπει να κλείσω την εξώπορτα. Άλλη μια αποτυχία για την Έλεν».
«Ναι, πιστεύω ότι τα ασημένια κουταλάκια θα μπορούσαν να δοθούν για καπάρο», είπε η Μάργκαρετ. Βλέποντας τη θεία της που δεν καταλάβαινε, πρόσθεσε: « Δεν θυμάστε το ‘καπάρο’; Ήταν μια από τις λέξεις που χρησιμοποιούσε ο πατέρας: καπάρο για το ιδανικό, την πίστη του στην ανθρώπινη φύση. Θυμάστε πώς εμπιστευόταν τους ξένους και, όταν έπεφτε έξω, έλεγε: ‘Καλύτερα να κάνεις λάθος, παρά να είσαι καχύποπτος’, εννοώντας ότι η εξαπάτηση είναι έργο ανθρώπου, αλλά η λαθεμένη υποψία έργο διαβόλου;»
«Κάτι θυμάμαι τώρα που το λες», είπε η κυρία Μαντ μάλλον κοφτά, γιατί ανυπομονούσε να προσθέσει: «Ο πατέρας σας ήταν τυχερός που παντρεύτηκε μια γυναίκα με λεφτά».