geology

  1. Zazula

    άστριοι ή αστρίοι

    Τα λεξικά συνηγορούν υπέρ του προπαροξύτονου «άστριοι» (έτσι το ξέρω κι εγώ), αλλά ο ορθογράφος του Office το θέλει παροξύτονο «αστρίοι», με αποτέλεσμα να υπάρχουν ευρήματα. Τι λένε τα σχετικά πανεπιστημιακά συγγράμματα;
  2. Zazula

    bridgmanite = μπριτζμανίτης

    Πρόκειται για το ορυκτό με τη μεγαλύτερη διάδοση στον πλανήτη μας, και πήρε την επίσημη ονομασία του μόλις πρόσφατα· ονομάστηκε έτσι προς τιμήν του νομπελίστα φυσικού Πέρσι Γουίλιαμ Μπρίτζμαν. Bridgmanite mineral information and data Earth’s Most Abundant Mineral Finally Gets a Name
  3. nickel

    ringwoodite = ρινγκουδίτης

    Η είδηση: Πριν από τρεις μήνες ερευνητές στον Καναδά εντόπισαν στοιχεία που υποδεικνύουν την παρουσία τεράστιων αποθεμάτων νερού βαθιά στο εσωτερικό της Γης. [...] Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον αναπληρωτή καθηγητή γεωφυσικής Στίβεν Τζέικομπσεν του Τμήματος Γεωεπιστημών του Πανεπιστημίου...
  4. nickel

    English–Greek glossary of geological terms > Αγγλοελληνικό γλωσσάριο γεωλογικών όρων (ΕΓΕ - ΕΛΕΤΟ)

    English–Greek glossary of geological terms — Αγγλοελληνικό γλωσσάριο γεωλογικών όρων (Έκδοση/Edition 1 – Λήμματα/Entries: 299) Μια συνεργασία της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας (Geological Society of Greece) με την Ελληνική Εταιρεία Ορολογίας (Hellenic Society for Terminology) Ευχαριστούμε την...
  5. nickel

    craton = κρατονική μάζα, (το) κράτον

    craton the stable interior portion of a continent characteristically composed of ancient crystalline basement rock. The term craton is used to distinguish such regions from mobile geosynclinal troughs, which are linear belts of sediment accumulations subject to subsidence (i.e., downwarping)...
  6. nickel

    outlier = αποκλίνουσα, ατυπική ή ακραία περίπτωση | (στατ.) έκτοπο (σημείο), έκτοπη τιμή

    outlier /ˈaʊtlʌɪə/ noun a person or thing situated away or detached from the main body or system: a western outlier in the Andaman archipelago a person or thing differing from all other members of a particular group or set: an outlier in Faulkner’s body of work | then there are the corporate...
  7. nickel

    μακία βλάστηση, μακκία βλάστηση = maquis shrubland

    Τους θυμάστε τους Μακί; Όσοι δεν διαβάζαμε ιστορία, τους μαθαίναμε από τον κινηματογράφο: ήταν οι Γάλλοι αντιστασιακοί στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκόσμιου, οι οποίοι για κάποιο λόγο φορούσαν πάντα μπερεδάκι. Μετά ξεχάσαμε τις πολεμικές ταινίες, ήρθαν οι μαθητικές κινητοποιήσεις, με αποτέλεσμα...
  8. nickel

    Το Μειόκαινο και άλλες γεωλογικές απορίες

    Καλημέρα. Διαβάζω στην Καθημερινή την ευχάριστη είδηση για τα θετικά αποτελέσματα της γεώτρησης για φυσικό αέριο στην Κύπρο και βρίσκω σ’ ένα σημείο να λέει «της Μειόκαινου περιόδου», οπότε ξεχνάω την ουσία της είδησης και μένω στο γλωσσικό. (Έχω την εντύπωση ότι μπορεί να μου στείλουν επιστολή...
  9. nickel

    glacial

    glacial ['gleɪsɪəl, -ʃ(ə)l] adjective 1 relating to or denoting the presence or agency of ice, especially in the form of glaciers: thick glacial deposits | a glacial lake - very cold; icy: glacial temperatures figurative his glacial blue eyes - extremely slow (like the movement of a glacier): an...
  10. nickel

    fossil water

    Fossil water or paleowater is groundwater that has remained sealed in an aquifer for a long period of time. Water can rest underground in "fossil aquifers" for thousands or even millions of years. When changes in the surrounding geology seal the aquifer off from further replenishing from...
  11. nickel

    the Anthropocene = η Ανθρωπόκαινος

    the Anthropocene proper noun the period from the 18th century until the present day, characterized by the effect of humans on geology, climate and the environment http://www.macmillandictionary.com/buzzword/entries/anthropocene.html The Anthropocene is an informal geological epoch that serves...
  12. nickel

    mudflat

    What the probe came down in was basically the Titan equivalent of a mud flat. This is an unconsolidated ground that is suffused with liquid methane. And it's probably the case that this material has washed off the highlands of Titan through these channels that we saw, and has drained over...
  13. nickel

    ορθοπλαγιά = (vertical) face

    Από τους διαδεδομένους όρους που δεν έχουν μπει ακόμα στα λεξικά. Πιστεύω ότι αποδίδει το vertical face (συχνά σκέτο face).
  14. nickel

    alluvium, alluvial = αλλούβιο, αλλουβιακός

    Κοίταξα τα νεότερα λεξικά μας για να δω τη θέση τους για την ορθογραφία του αλ(λ)ούβιου και δεν έχουν καν τη λέξη. Δεν είναι κανένας καινούργιος όρος: και ο Δημητράκος και ο Σταματάκος έχουν το αλλούβιον (γεωλογική περίοδος, ίδια με την/το Ολόκαινο) και στο Penguin του 1975 έχουμε και αλλούβιο...
  15. nickel

    Geology, Soil Science [EN > EL] = Γεωλογία, Εδαφολογία

    alluvial fan = αλουβιακό ριπίδιο, αλλουβιακό ριπίδιο
  16. nickel

    σεισμογενής | σεισμογόνος = earthquake-induced, earthquake-triggered, seismic | earthquake-prone, seismogenic

    Σχολίαζα χτες τη σύσταση του Δελτίου Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών (τεύχος 9-10) για το επίθετο σεισμογενής. Να μη λέμε «σεισμογενής», αλλά να λέμε «σεισμογόνος». Έτσι το παρουσίαζε το Βήμα και έκανα την ευχή να δίνεται με περισσότερες λεπτομέρειες στο Δελτίο (με σαλίγκαρο μού έρχεται)...
  17. nickel

    Anglo-Saxon = αγγλοσαξονικός (ΟΧΙ αγγλοσαξωνικός)

    Σάξονες, σαξονικός, αγγλοσαξωνικός αγγλοσαξονικός * ἐφεξῆς δὲ ἐπὶ τὸν αὐχένα τῆς Κιμβρικῆς Χερσονήσου Σάξονες (Πτολεμαίος) * ξύμμαχοι προθυμότατοι Φράγγοι καὶ Σάξονες (Ιουλιανός) * Τοὺς γὰρ Σάξονας αὐτίκα καὶ τοὺς Σαξόνων ἡγεμόνας Λαντοῦλφόν τε καὶ Οὐέλκον μεταπεμψάμενος (Άννα Κομνηνή) *...
  18. nickel

    Lutetian = Λουτήσιο

    Lutetia ήταν το όνομα μιας πόλης της Κελτικής Γαλατίας, στη χώρα των Παρισίων — η πόλη που αργότερα ονομάστηκε Paris (Παρίσιοι και Παρίσι). Στον Πτολεμαίο Λουκοτεκία και στον Στράβωνα Λουκοτοκία, αλλά για τη λατινική Lutetia έχουμε τις μεταγραφές Λουτέτια (Πάπυρος, Αστερίξ :) ) και Λουτετία...
  19. nickel

    πωρόλιθος = tufa

    Να σας βάλω με το μαλακό στο θέμα: Encarta: tufa spongy-looking rock: a porous rock formed from deposited calcium carbonate and found near mineral springs. Use: as medium on which to grow alpine plants. [Late 18th century. Via obsolete Italian < late Latin tofus "porous rock"] tuff volcanic...
  20. nickel

    ejecta = αναβλήματα

    Σημασίες: ejecta In volcanology, particles that came out of a volcanic vent, traveled through the air or under water, and fell back on the ground surface or on the ocean floor. In planetary geology, the debris that is ejected during the formation of an impact crater. In astrophysics, material...
Top