Oddity: a strange or peculiar person or thing. Παραδοξότητα, ιδιορρυθμία, παραξενιά, ιδιομορφία.
Πώς θα μπορούσα να μετατρέψω τη λέξη Oddity για να ανήκει σε ένα context, όπου oddity δεν είναι απλά το παράδοξο, ιδιόρρυθμο, αλλά μία λέξη που χρησιμοποιείται για να δηλώσει ένα συνηθισμένο...