ethnonyms

  1. nickel

    Ghanaian = Γκανέζος (ο), Γκανέζα (η), γκανέζικος

    Ghanaian Pronunciation: [ɡɑːˈneɪən] adjective & noun (person) from Ghana Γκανέζος (ο), Γκανέζα (η), γκανέζικος (έτσι και στο ΛΝΕΓ) Με αφορμή μια κουβέντα για τον Μπαλοτέλι. Στο βιντεάκι φιλιέται με την Ιταλίδα μαμά του.
Top