building

  1. nickel

    Construction, building (EN <> EL)

    αναμονή = starter bar αναμονή : σιδερένια βέργα που προεξέχει από τις τσιμεντοκολόνες για να στηρίξει μελλοντικά νέο όροφο (Μεταφραστικό δάνειο, από το γαλλικό pierres d'attente (pierres laissées en saillie à l'extrémité d'un mur dans lesquelles peuvent s'imbriquer d'espace en espace, les...
  2. nickel

    ραμποτέ = tongue-and-groove

    Στο ΛΝΕΓ: ραμποτέ: πλαναρισμένο ξύλο σε σανίδες που θηλυκώνουν η μία στην άλλη. Στο ΛΚΝ: (τεχν.) τρόπος συναρμογής σανίδων που έχουν κατά το μήκος της μιας πλευράς τους αύλακα και κατά το μήκος της άλλης προεξοχή, ώστε να συναρμόζονται ευκολότερα και στερεότερα. Ας σημειωθεί ότι, στα γαλλικά...
Top