Αντίλογος στα περί γλωσσικής ακηδίας (βλέπε #18 παραπάνω)
από τον Νίκο Σαραντάκο στα Υπογλώσσια του FB:
Διαβάζουμε τελευταία —και έξω αλλά και εδώ— ότι τα πολλά γλωσσικά δάνεια συνιστούν κίνδυνο για τη γλώσσα. Οι κινδυνολογούντες δεν μπαίνουν στον κόπο να εξηγήσουν σε τι ακριβώς συνίσταται ο κίνδυνος, δηλαδή τι θα πάθει ακριβώς η ελληνική γλώσσα αν δεχτεί άφθονα δάνεια.
Παραβλέπουν ότι ο γλωσσικός δανεισμός είναι φαινόμενο που γίνεται από τα αρχαιότατα χρόνια, όσο υπάρχει επαφή ανθρώπων, πολιτισμών και γλωσσών, και κυρίως ότι είναι ένα φυσικό φαινόμενο, ότι όλες οι γλώσσες αλλάζουν —και ότι η αγγλική γλώσσα που είναι αυτή τη στιγμή η κυρίαρχη έφτασε να έχει το πλουσιότερο λεξιλόγιο από τις άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες επειδή ακριβώς δανειζόταν ασύστολα, από το γαλλικό, το λατινικό, το ελληνικό ταμείο, αλλά και από τις γλώσσες των χωρών της βρετανικής αυτοκρατορίας (τανκ και σαμπουάν είναι λέξεις ινδικής προέλευσης). Παραβλέπουν ότι και η αρχαία ελληνική δανειζόταν (αγγαρεία, σινδόνη, χιτών, παρασάγγη, παράδεισος).
Παραβλέπουν ακόμα ότι υπήρξαν εποχές όπου η ελληνική γλώσσα είχε πολύ περισσότερα ξένα δάνεια ως ποσοστό στο λεξιλόγιό της και επιπλέον δεν υπήρχε ελληνικό κράτος, κι όμως η γλώσσα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο Μακρυγιάννης, ο Καραϊσκάκης και ο Κολοκοτρώνης χρησιμοποιούσαν λεξιλόγιο με πολλούς τουρκογενείς και ιταλογενείς όρους αλλά αυτό δεν τους εμπόδισε να ελευθερώσουν την Ελλάδα.
Ναι, αλλά πρέπει να υπάρχει μέτρο, λένε. Ποιος όμως μας λέει ότι το μέτρο έχει ξεπεραστεί; Επειδή τον Μπαμπινιώτη τον ενοχλεί το ντελίβερι, αυτό τάχα σημαίνει πως ξεπεράστηκε το μέτρο; Ποιος το ορίζει το μέτρο; Πόσο είναι; Κανείς δεν μπαίνει στον κόπο να μας το πει.
Παρόλο που οι κινδυνολογούντες δεν τεκμηριώνουν τις θέσεις τους, δεν τσιγκουνεύονται τους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς σε όποιον διαφωνεί. Ακηδία και αμεριμνησία πρόσαψε ο κ. Μπαμπινιώτης σε όσους διαφώνησαν με τις προτάσεις του. Εδώ στην ομάδα διαβάσαμε για το μίσος που τρέφουν τάχαμου για την αρχαία μήτρα της γλώσσας μας όσοι διαφωνούν με τις μπαμπινιωτικές υπερβολές. Θυμίζει αυτό τις συκοφαντίες των καθαρευουσιάνων για τα ρούβλια που τάχα έπαιρναν οι μαλλιαροί, ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα.
Προσωπικά δεν νομίζω ότι η γλώσσα αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα βρίσκεται σε παρακμή, ότι απειλείται, ότι κινδυνεύει, ότι κοντεύει να εξαφανιστεί, ότι θα πάθει αφελληνισμό. Αντίθετα, θα έλεγα ότι αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα έχουμε παραγωγή συγκροτημένου λόγου περισσότερη από οποιαδήποτε άλλη εποχή από τότε που μιλιέται η ελληνική γλώσσα. Αν δείτε, ας πούμε, πόσες εφημερίδες κυκλοφορούν σήμερα και πόσες το 1960, πόσοι ραδιοφωνικοί σταθμοί, τηλεοπτικά κανάλια, ιστολόγια, θα συμπεράνουμε ότι η σημερινή ποσότητα λόγου είναι συντριπτικά μεγαλύτερη — και μιλάμε για συγκροτημένο λόγο. Αλλά βέβαια, όταν είναι πολλαπλάσια η παραγωγή λόγου, πολλαπλάσια θα είναι και τα «γλωσσικά λάθη» των ομιλητών, ιδίως στον προφορικό λόγο που κυριαρχεί σήμερα με το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Μάλιστα, στην ψηφιακή εποχή η τεχνολογία έχει προσφέρει μεγάλη βοήθεια στην ελληνική γλώσσα, καθώς έδωσε τη δυνατότητα να δημιουργηθούν πολλοί νέοι γλωσσικοί πόροι και να γίνουν κοινό κτήμα των πολλών. Πράγματι, η ελληνική, όπως και πολλές ευρωπαϊκές γλώσσες ανάλογου αριθμού ομιλητών, έχουν πολλαπλάσιους γλωσσικούς πόρους από αφρικανικές ή ασιατικές γλώσσες που μιλιούνται από πολύ περισσότερους φυσικούς ομιλητές.
Οπότε, ο μόνος τρόπος για να απειληθεί με εξαφάνιση η ελληνική γλώσσα είναι να πάψουν να υπάρχουν ομιλητές της· όσοι θέλουν να εξασφαλίσουν το μέλλον της γλώσσας, ας προσπαθήσουν να θεραπεύσουν τις αιτίες που οδηγούν σε δημογραφικό μαρασμό τη χώρα.