«Νόμιμη σύζευξη άντρα και γυναίκας», λένε ο Κριαράς και το Μείζον. Το ΛΚΝ: «νόμιμη ένωση ενός άντρα και μιας γυναίκας, που καθαγιάζεται με εκκλησιαστική τελετή, δηλαδή από το μυστήριο του γάμου, ή επικυρώνεται απλά από τις πολιτικές αρχές». Το Σχολικό του Κέντρου: «Η νόμιμη ένωση ενός άνδρα και μίας* γυναίκας με την οποία αναγνωρίζονται επίσημα ως σύζυγοι».
Τι μου ήρθε, στα καλά καθούμενα (και όχι «στην τούρλα του Σαββάτου»), να κοιτάζω τα λεξικά για τον ορισμό του γάμου; Γιατί αυτό έκανε και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδάς για να αποτρέψει τους γάμους ομοφύλων που έχει προαναγγείλει ότι θα τελέσει ο δήμαρχος της Τήλου.
Διαβάζω στα σημερινά Νέα:
Στο εν λόγω έγγραφό του ο ανώτατος εισαγγελέας αναφέρεται στην έννοια του γάμου επικαλούμενος το λεξικό Μπαμπινιώτη, ως εξής [με δικά μου έντονα ο ορισμός του λεξικού]: «Ως γάμος νοείται η νόμιμη ένωση και συμβίωση ζευγαριού, ήτοι η σύσταση οικογένειας μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας, ενώ εξ άλλου ο θεσμός του γάμου αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνίας αφού οδηγεί στην αέναη ύπαρξή της». Η παρέμβασή του ωστόσο στηρίζεται κυρίως στις διατάξεις του Συντάγματος και στο άρθρο 1367 του Αστικού Κώδικα, η ερμηνεία των οποίων τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «γάμος μεταξύ ομοφυλοφίλων, υπό την έννοια που προστατεύεται από το Σύνταγμα και επιτρέπεται η τέλεσή του, από τη διάταξη του άρθρου 1367 Α.Κ. (και με δήλωση προς τον δήμαρχο) δεν είναι νοητός ούτε επιτρεπτός».
Η αντίθετη άποψη στηρίζεται στο ότι ο νόμος που στοιχειοθετεί το αστικό δικαίωμα του πολιτικού γάμου στην Ελλάδα, αναφέρεται σε ανθρώπους, άτομα, μελλονύμφους και συζύγους και δεν κάνει καμιά διάκριση ως προς το συνδυασμό των φύλων τους.
Δεν σκοπεύω να σχολιάσω τη νομική διάσταση του ζητήματος στην Ελλάδα (μπορείτε να διαβάσετε αρκετά στον Τύπο) αλλά θεωρώ φαιδρό να απαιτείται ο ορισμός ενός λεξικού για να αποσαφηνιστεί ο νόμος. Τι θα συνέβαινε αν κάποιο πιο σύγχρονο ελληνικό λεξικό περιλάμβανε έναν πιο διεθνοποιημένο ορισμό του γάμου; Όπως στην Encarta: a legally recognized relationship, established by a civil or religious ceremony, between two people who intend to live together as sexual and domestic partners.
Και η Wikipedia παρακολουθεί τις εξελίξεις:
http://en.wikipedia.org/wiki/Marriage
Marriage is a personal union between people. This union may also be called matrimony, while the ceremony that marks its beginning is called a wedding and the status created is sometimes called wedlock.
If recognized by the state, by the religion to which the parties belong and/or by society in general, the act of marriage may change the personal status of the individuals in the eyes of those authorities. The status in the eyes of one authority may not be the same as for another. For example, a marriage may be recognised by the state, but not by a church, and vice versa.
Marriage is an institution in which interpersonal relationships (usually intimate and sexual) are sanctioned with governmental, social, or religious recognition. It is often created by a contract or through civil processes. Civil marriage is the legal concept of marriage as a governmental institution, in accordance with marriage laws of the land.
Marriage may take many forms: for example, a union between one man and one woman as husband and wife is a monogamous heterosexual marriage; polygamy —in which a person takes more than one spouse*— is common in many societies; and, in some jurisdictions and denominations, a same-sex marriage unites people of the same sex. (Other jurisdictions may not allow this, but instead provide civil unions or domestic partnerships conferring some or all of the benefits of married status.)
Με λίγα λόγια: ανεξάρτητα από την άποψή σας για τους γάμους ομοφύλων, πιστεύετε ότι τα λεξικά θα πρέπει να δώσουν έναν ευρύτερο ορισμό του γάμου;
Πηγές:
http://www.sapphogr.net/dikaiwma/marriage/index.html
Οικογενειακό δίκαιο: http://gort.gr/oikog.htm
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14653&m=A10&aa=1
Για τον «ομόφυλο γάμο» ή «γάμο ομοφύλων» (same-sex marriage): http://en.wikipedia.org/wiki/Same-sex_marriage
Και άπειρες συζητήσεις για «new definition of marriage» ή «redefinition of marriage».
* Αν δεν κάνω λάθος, το «μίας» αντί για το «μιας» είναι αριθμητικό, δηλαδή, όταν ο ορισμός λέει «και μίας γυναίκας», θέλει να πει «όχι δύο ή περισσότερων γυναικών», άρα δεν θεωρεί γάμο την πολυγυνία των μουσουλμάνων.
Τι μου ήρθε, στα καλά καθούμενα (και όχι «στην τούρλα του Σαββάτου»), να κοιτάζω τα λεξικά για τον ορισμό του γάμου; Γιατί αυτό έκανε και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Γ. Σανιδάς για να αποτρέψει τους γάμους ομοφύλων που έχει προαναγγείλει ότι θα τελέσει ο δήμαρχος της Τήλου.
Διαβάζω στα σημερινά Νέα:
Στο εν λόγω έγγραφό του ο ανώτατος εισαγγελέας αναφέρεται στην έννοια του γάμου επικαλούμενος το λεξικό Μπαμπινιώτη, ως εξής [με δικά μου έντονα ο ορισμός του λεξικού]: «Ως γάμος νοείται η νόμιμη ένωση και συμβίωση ζευγαριού, ήτοι η σύσταση οικογένειας μεταξύ ενός άνδρα και μιας γυναίκας, ενώ εξ άλλου ο θεσμός του γάμου αποτελεί το θεμέλιο της κοινωνίας αφού οδηγεί στην αέναη ύπαρξή της». Η παρέμβασή του ωστόσο στηρίζεται κυρίως στις διατάξεις του Συντάγματος και στο άρθρο 1367 του Αστικού Κώδικα, η ερμηνεία των οποίων τον οδηγεί στο συμπέρασμα ότι «γάμος μεταξύ ομοφυλοφίλων, υπό την έννοια που προστατεύεται από το Σύνταγμα και επιτρέπεται η τέλεσή του, από τη διάταξη του άρθρου 1367 Α.Κ. (και με δήλωση προς τον δήμαρχο) δεν είναι νοητός ούτε επιτρεπτός».
Η αντίθετη άποψη στηρίζεται στο ότι ο νόμος που στοιχειοθετεί το αστικό δικαίωμα του πολιτικού γάμου στην Ελλάδα, αναφέρεται σε ανθρώπους, άτομα, μελλονύμφους και συζύγους και δεν κάνει καμιά διάκριση ως προς το συνδυασμό των φύλων τους.
Δεν σκοπεύω να σχολιάσω τη νομική διάσταση του ζητήματος στην Ελλάδα (μπορείτε να διαβάσετε αρκετά στον Τύπο) αλλά θεωρώ φαιδρό να απαιτείται ο ορισμός ενός λεξικού για να αποσαφηνιστεί ο νόμος. Τι θα συνέβαινε αν κάποιο πιο σύγχρονο ελληνικό λεξικό περιλάμβανε έναν πιο διεθνοποιημένο ορισμό του γάμου; Όπως στην Encarta: a legally recognized relationship, established by a civil or religious ceremony, between two people who intend to live together as sexual and domestic partners.
Και η Wikipedia παρακολουθεί τις εξελίξεις:
http://en.wikipedia.org/wiki/Marriage
Marriage is a personal union between people. This union may also be called matrimony, while the ceremony that marks its beginning is called a wedding and the status created is sometimes called wedlock.
If recognized by the state, by the religion to which the parties belong and/or by society in general, the act of marriage may change the personal status of the individuals in the eyes of those authorities. The status in the eyes of one authority may not be the same as for another. For example, a marriage may be recognised by the state, but not by a church, and vice versa.
Marriage is an institution in which interpersonal relationships (usually intimate and sexual) are sanctioned with governmental, social, or religious recognition. It is often created by a contract or through civil processes. Civil marriage is the legal concept of marriage as a governmental institution, in accordance with marriage laws of the land.
Marriage may take many forms: for example, a union between one man and one woman as husband and wife is a monogamous heterosexual marriage; polygamy —in which a person takes more than one spouse*— is common in many societies; and, in some jurisdictions and denominations, a same-sex marriage unites people of the same sex. (Other jurisdictions may not allow this, but instead provide civil unions or domestic partnerships conferring some or all of the benefits of married status.)
Με λίγα λόγια: ανεξάρτητα από την άποψή σας για τους γάμους ομοφύλων, πιστεύετε ότι τα λεξικά θα πρέπει να δώσουν έναν ευρύτερο ορισμό του γάμου;
Πηγές:
http://www.sapphogr.net/dikaiwma/marriage/index.html
Οικογενειακό δίκαιο: http://gort.gr/oikog.htm
http://tovima.dolnet.gr/print_article.php?e=B&f=14653&m=A10&aa=1
Για τον «ομόφυλο γάμο» ή «γάμο ομοφύλων» (same-sex marriage): http://en.wikipedia.org/wiki/Same-sex_marriage
Και άπειρες συζητήσεις για «new definition of marriage» ή «redefinition of marriage».
* Αν δεν κάνω λάθος, το «μίας» αντί για το «μιας» είναι αριθμητικό, δηλαδή, όταν ο ορισμός λέει «και μίας γυναίκας», θέλει να πει «όχι δύο ή περισσότερων γυναικών», άρα δεν θεωρεί γάμο την πολυγυνία των μουσουλμάνων.