Το καταθέτω προκειμένου να λημματογραφηθεί και το "κλοκάρω", ως μη λόγιο ισοδύναμο του "υπερχρονίζω" - αμφότερα αποδίδουν το "overclock". Επίσης, overclocked = υπερχρονισμένος/η/ο, κν. κλοκαρισμένος/η/ο