Ο τίτλος είναι ενδεικτικός και όχι περιοριστικός. Δηλαδή, με πρώτο παράδειγμα-στόχο το «εκκινήστε» θα ήθελα να σχολιάσω κάποιους γλωσσικούς τύπους και διατυπώσεις που σέρνονται σε διάφορα εγχειρίδια, κυρίως σε σχέση με υπολογιστές και λογισμικό αλλά όχι μόνο. Πρόκειται για αταίριαστους λόγιους τύπους, άκομψες διατυπώσεις, πράγματα που δεν είναι ακριβώς λάθος, αλλά εμένα με ενοχλούν και αναρωτιέμαι αν ενοχλούν και άλλους. Δεν αναφέρομαι σε ορολογία — άλλου παπά ή νήματος ευαγγέλιο.
Πρώτη σκέψη: δεν καταλαβαίνω γιατί τα διάφορα εγχειρίδια και τα διάφορα κείμενα στο διαδίκτυο ή σε ηλεκτρονικά προγράμματα πρέπει να διαφέρουν από την απλή καθημερινή ελληνική που θα διαβάζαμε π.χ. σε μια εφημερίδα. Δεν χρειάζεται να γράφουμε λες και απευθυνόμαστε σε κάποιον παππού από την πιο συντηρητική φράξια των ελληναράδων.
Δεύτερη σκέψη: Ναι, απαιτείται να ακολουθούμε το πρωτότυπο σχεδόν σαν να πρόκειται για νομικό ή ιατρικό κείμενο, αλλά συχνά το πρωτότυπο είναι γραμμένο από τεχνικούς, ενίοτε από τεχνικούς που δεν έχουν μητρική τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Εκεί, όταν ο μεταφραστής γνωρίζει το αντικείμενο, οφείλει να ξεφύγει από το πρωτότυπο και να μεταφέρει το νόημά του με ακρίβεια και καλογραμμένα ελληνικά.
Δεν εννοώ ότι θα αποκτήσουμε υπερβολική οικειότητα με τον αναγνώστη («Φιλάρα, την έκανες την πατάτα. Κούμπα στο κουμπί που λέει "Ούξω" μπας και λυθεί το πρόβλημα»), αλλά πρέπει να τον βοηθάμε να καταλάβει. Ακόμα και να ρίχνουμε φως στις ασάφειες του πρωτοτύπου. (Αν έχετε πρόβλημα με την ανάληψη πρωτοβουλιών, κάντε το μετά από συνεννόηση.)
Μιλάμε στο χρήστη στον πληθυντικό, αλλά δεν χρειάζεται να έχουμε τόσα «παρακαλούμε» όσα οι Εγγλέζοι. Λέμε «Διαβάστε» αλλά «Να διαβάσετε» (θα τα ξαναπούμε, ίσως, για την προστακτική).
Τέλος πάντων, ήθελα ένα μέρος να ρίχνω κάποια τέτοια που εμένα τουλάχιστον με ενοχλούν. Και ξεκινώ:
Δεν με ενοχλεί το ουσιαστικό «εκκίνηση». Δεν με χαλάει να διαβάσω «η εκκίνηση του προγράμματος γίνεται με την εντολή» ή «κάντε εκκίνηση του προγράμματος», αλλά δεν μπορώ να χωνέψω το «Εκκινήστε». Οπότε:
start = ξεκινήστε, κάντε εκκίνηση
Πρώτη σκέψη: δεν καταλαβαίνω γιατί τα διάφορα εγχειρίδια και τα διάφορα κείμενα στο διαδίκτυο ή σε ηλεκτρονικά προγράμματα πρέπει να διαφέρουν από την απλή καθημερινή ελληνική που θα διαβάζαμε π.χ. σε μια εφημερίδα. Δεν χρειάζεται να γράφουμε λες και απευθυνόμαστε σε κάποιον παππού από την πιο συντηρητική φράξια των ελληναράδων.
Δεύτερη σκέψη: Ναι, απαιτείται να ακολουθούμε το πρωτότυπο σχεδόν σαν να πρόκειται για νομικό ή ιατρικό κείμενο, αλλά συχνά το πρωτότυπο είναι γραμμένο από τεχνικούς, ενίοτε από τεχνικούς που δεν έχουν μητρική τη γλώσσα του πρωτοτύπου. Εκεί, όταν ο μεταφραστής γνωρίζει το αντικείμενο, οφείλει να ξεφύγει από το πρωτότυπο και να μεταφέρει το νόημά του με ακρίβεια και καλογραμμένα ελληνικά.
Δεν εννοώ ότι θα αποκτήσουμε υπερβολική οικειότητα με τον αναγνώστη («Φιλάρα, την έκανες την πατάτα. Κούμπα στο κουμπί που λέει "Ούξω" μπας και λυθεί το πρόβλημα»), αλλά πρέπει να τον βοηθάμε να καταλάβει. Ακόμα και να ρίχνουμε φως στις ασάφειες του πρωτοτύπου. (Αν έχετε πρόβλημα με την ανάληψη πρωτοβουλιών, κάντε το μετά από συνεννόηση.)
Μιλάμε στο χρήστη στον πληθυντικό, αλλά δεν χρειάζεται να έχουμε τόσα «παρακαλούμε» όσα οι Εγγλέζοι. Λέμε «Διαβάστε» αλλά «Να διαβάσετε» (θα τα ξαναπούμε, ίσως, για την προστακτική).
Τέλος πάντων, ήθελα ένα μέρος να ρίχνω κάποια τέτοια που εμένα τουλάχιστον με ενοχλούν. Και ξεκινώ:
Δεν με ενοχλεί το ουσιαστικό «εκκίνηση». Δεν με χαλάει να διαβάσω «η εκκίνηση του προγράμματος γίνεται με την εντολή» ή «κάντε εκκίνηση του προγράμματος», αλλά δεν μπορώ να χωνέψω το «Εκκινήστε». Οπότε:
start = ξεκινήστε, κάντε εκκίνηση