Το ανάλογό της ήταν το Absolut Athens τον Δεκέμβριο του 2008.
Εγώ την ξέρω να τονίζεται στην λήγουσα· εσείς γιατί την τονίζετε στην προπαραλήγουσα, αφού μάλιστα δεν είναι εγγλέζικη;
Αλλά, στο προκείμενο: εγώ επιμένω, παρά τις σοφές προειδοποιήσεις του Δαεμάνου. Γιατί Αμπσολούτ και όχι Αψολούτ;
Αφού υπάρχουν οι
Αψβούργοι, το
αψέντι, και ο
Ίψεν. Και θα επικαλεστώ και άλλη μαρτυρία, αρκετά παλιότερη: Όλα τα έγγραφα των παλιών νοταρίων των βενετοκρατούμενων νησιών (Κρήτη και Επτάνησα) είναι γεμάτα νομικούς όρους από τη λατινόφωνη Δύση, που έχουν απλώς μεταγραφεί στα ελληνικά. Ανάμεσα σε αυτά βρίσκω:
αψεντάριος (< absente) : απών, ερήμην (από το πρωτόκολλο του νοταρίου Χάνδακα
Μιχαήλ Μαρά, τόμ. Β, πράξη 186, στίχος 20).
αψολβέρω (< absolvere) : απαλλάσσω, εξοφλώ, πληρώνω, εκπληρώνω (από το ίδιο, ίδιος τόμος, πράξη 99, στίχος 12).
Και για να σε προβοκάρω λιγάκι. Κάθεσαι στην καρέκλα σου; Ωραία: Αυτός
εδώ γιατί δεν θα μπορούσε να μεταγράφεται
Χόψμπομ;