metafrasi banner

Plug ή Πού πας χωρίς βύσμα;

nickel

Administrator
Staff member
Σε επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς με τον Αλαντίν που έδειξε τώρα η ΝΕΤ, όλη η γνωστή παρέα βρίσκεται παγιδευμένη σ' έναν χώρο που γεμίζει γοργά με νερό. «I'll pull the plug» λέει το τζίνι, και βουτά για να βγάλει το πώμα, την τάπα που κρατά τον χώρο κλειστό, ώστε ν' αδειάσει το νερό και να σωθούν. «Θα βγάλω την πρίζα» λέει η μεταγλώττιση... Σωστά, μην έχει ρεύμα και πάθουμε καμιά ηλεκτροπληξία με τόσο νερό...

Plug. Πρώτη και επίσημη μετάφραση: βύσμα, που το βρίσκουμε σε Ιπποκράτη και Αριστοφάνη, ενώ τα του Στίλπωνος βύσματα (Stilpo’s stoppers) ήταν τα επιχειρήματα με τα οποία αποστόμωνε (κοινώς, τάπωνε) τους αντιπάλους του. Υπάρχουν πλέον, με τις ευλογίες της ΕΛΕΤΟ, και παράγωγα: βυσματώνω, βυσμάτωση, εμβυσματούμενοςεμβυσματώσιμος) για το επίθετο plug-in (από το αρχαίο έμβυσμα) αλλά και εκβυσμάτωση για το unplugging (δηλ. αντί να πεις «όταν βγάλετε το φις από την πρίζα», μπορείς να του φορέσεις φράκο και να πεις «μετά την εκβυσμάτωση» — δεν ξέρω αν θα αναφερθούμε και σε εκβυσματωμένες εκτελέσεις μουσικής). Και βυσματικός στο ΠαπΛεξ.

Το βύσμα / plug μπορεί να είναι το βούλωμα ενός βαρελιού, το πώμα ενός μπουκαλιού, η τάπα του μπάνιου. Από αυτά έχουμε και άλλα παράγωγα, το καθένα με το ρόλο του στη γλώσσα, π.χ. εκπώμαστρο ή εκπωματιστήρας για το τιρμπουσόν (corkscrew) ή ξεβουλωτήρι (plunger) για τη βεντούζα της τουαλέτας.
Αξίζει επίσης να γίνει συζήτηση για το στουπί, το ρήμα στουπώνω και το μπέρδεμα με το στουμπώνω.

Μπέρδεμα είναι και η μετάφραση του ρευματολήπτη plug, του βύσματος που παίρνει ρεύμα από ένα σημείο, μια υποδοχή, συνήθως στον τοίχο, που είναι ο ρευματοδότης (power point, socket). Με την πρίζα (ή, κοινώς, και μπρίζα), από το γαλλικό prise, εννοούμε τον ρευματοδότη (π.χ. Βγάλ' το από την πρίζα), αλλά, αραιά και πού, βλέπει κανείς να χρησιμοποιείται η πρίζα με τη σημασία του βύσματος, δηλαδή «Βάλε την πρίζα» αντί για «Βάλ’ το στην πρίζα».

Με βάση τα γαλλικά δεν είναι λάθος, αφού η prise μπορεί να είναι prise femelle (θηλυκή, δηλ. υποδοχή) ή prise mâle (αρσενική, fiche, φις). Αυτό ισχύει και στα καθημερινά αγγλικά, αφού wall plug είναι η υποδοχή (δείτε όμως και παρακάτω), άρα prise και plug και πρίζα δικαιούνται να είναι … επαμφοτερίζοντα.

Για τα άλλα βύσματα (τζακ κ.λπ.) να γράψετε εσείς που ασχολείστε με τα τεχνικά, είναι τόσα που θα μπερδευτώ. Μου έφτανε που είδα ότι το σχετικό άρθρο της Wikipedia αρχίζει ως εξής:
A TRS connector (tip, ring, sleeve) also called an audio jack, phone plug, jack plug, stereo plug, mini-jack, mini-stereo, or headphone jack, is a common audio connector.
Όχι πως είναι πολύ απλούστερο το γαλλικό http://fr.wikipedia.org/wiki/Jack_(prise).

Εγώ ξέρω μόνο τους μουσικούς που παίζουν unplugged, δηλαδή χωρίς ηλεκτρική ενίσχυση, «ακουστικά».

Αλλά να γυρίσω στο wall plug, που δεν είναι μόνο η πρίζα στον τοίχο αλλά και το βύσμα που χώνουμε στον τοίχο ως υποδοχή βίδας, το γνωστό ούπα (έτσι στο ΛΝΕΓ) ή ούπατ. Εφευρέτης αυτών των βυσμάτων ήταν ο John Joseph Rawlings, γι' αυτό ονομάζονται και Rawlplugs στην Αγγλία. Ο Γερμανός Artur Fischer μάς έδωσε το 1958 τα πρώτα πλαστικά βύσματα για βίδες. Αν είναι ακριβή τα της Wikipedia, ο ενενηκοντούτης εφευρέτης έχει 1080 πατέντες με το όνομά του και έχει βάλει στόχο να ξεπεράσει τον Έντισον, που είχε 1093. Οι γερμανόφωνοι καλείστε να ερευνήσετε το θέμα… Η εταιρεία fischer αγόρασε το 1992 τη μεγαλύτερη ανταγωνίστριά της στην Ευρώπη, την επίσης γερμανική Upat GmbH, από την οποία έχουμε εμείς βαφτίσει τα βύσματα και τα λέμε ούπατ και ούπα.

Από την τάπα του μπάνιου και όχι από το φις έχει βγει ο ιδιωματισμός pull the plug on something (=βάζω τέλος σε κάτι, ματαιώνω), π.χ. The Arts Council had pulled the plug on the scheme. Γράφει ο Quinion στο http://www.worldwidewords.org/qa/qa-pul1.htm:
[Q] I’ve long wondered whether the expression to pull out the plug refers to the sink or the electrical socket. Any ideas?
[A] When we use the expression today, it must surely evoke a mental image of the electrical rather than the water sense, which is perhaps why we’re now more likely to say pull the plug (on someone), leaving out the out. When I first read your question, that seemed to be the most likely origin, but then I remembered that to pull the plug was the expression that my mother used for flushing the lavatory (this was in London in the 1940s). To flush an old-style gravity feed water closet before the days of siphons you did indeed pull out, or pull up, a plug that stoppered the pipe from the cistern. The Oxford English Dictionary confirms that the phrase was first used in just that sense. The first citation is from Florence Nightingale’s Notes on Nursing of 1859: “As well might you have a sewer under the room, or think that in a water closet the plug need be pulled up but once a day”, and one from 1919 remarks on “A real Victorian W.C. with a pull up plug”. Another from 1873 refers to a plug in a sink basin. Though there are citations referring to other senses, including the figurative one, not a single one refers to electrical plugs.
Βέβαια, όταν διαβάζουμε «they decided to pull the plug and take her off the life support machine» ξέρουμε ότι θα τη βγάλουν από την πρίζα, θα την αποσυνδέσουν από τη μηχανική υποστήριξη.

Πολύπριζα, σούκο, βύσμα στο υπουργείο, πριζωμένος, μπουζιά και ωτοασπίδες, βιντεάκια με unplugged εκτελέσεις, ρεκλάμα και ρεκλαμάρω, plug-in και plug-and-play και άλλες σημασίες — το παραπάνω κείμενο περιέχει αρκετές τρύπες που καλείστε να βουλώσετε. Πριζωθείτε και ξεκινήστε…

Καλά, ένα βιντεάκι θα το βάλω
 
βύσμα, το μέσον στο στρατό. Εξού και οι εκφράσεις "έπεσε βύσμα", "έχω βύσμα" και "βυσματούχος" ή "βυσματίας". Το βύσμα μου είναι ο γνωστός μου που προωθεί την ευνοϊκή μου μετάθεση ή όποια άλλη διακριτική μεταχείριση επιδιώκω. Βυσματική λέγεται η άδεια ή η μετάθεση που δίνεται κόντρα στις επιταγές της αξιοκρατίας και της ισονομίας. Αβύσματος, αυτός που δεν έχει βύσμα. "Αν είσαι αβύσματος, θα σε στείλουν σίγουρα σε νησί".

Βυσματώνω σήμαινε στα χρόνια μου "έχοντας βύσμα ρίχνω κάποιον άλλο για να επωφεληθώ" π.χ. να πάρω άδεια αντί γι' αυτόν που τη δικαιούται. Όμως είχε πάρει και μιαν άλλη σημασία, μεταβάλλω επί το δυσμενέστερο την κατάσταση, π.χ. "ο καινούργιος διοικητής μας βυσμάτωσε" -π.χ. αύξησε τις υπηρεσίες. Αν δεν σφάλλω, γιαυτές τις σημασίες χρησιμοποιείται σήμερα και το 'μπιφτεκώνω, -ομαι" που δεν υπήρχε στα χρόνια μου.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για το στουπί: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?p=32337#post32337. Για το (παράγωγο) στυπιοθλίπτης: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=3804. Και για το ανταπτοράκι (που καμιά φορά χρειάζεται): http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=3698 (στο ποστ #2 τού συγκεκριμένου νήματος εξηγείται ότι ο εφαρμοστής είναι άνθρωπος, κι άρα είναι τίτλος δουλειάς μαλλαλόγια — όχι ότι χρειαζόταν να το πω κι εγώ, αλλ' απλώς για να κλείνει ο κύκλος και με τη κουβέντα εδώ: http://www.lexilogia.gr/forum/showthread.php?t=5092). :)
 

Zazula

Administrator
Staff member
Α, με την ευκαιρία να πούμε και τη λέξη που περιγράφει το βούλωμα, την τάπα τής στάμνας: μπαρδακοβούλωμα — λέξη η οποία επιζεί ως χαρακτηρισμός ανθρώπων, για να περιγράψει τον κοντόχοντρο ασχημάνθρωπο (τον άλλως λεγόμενο και «στραβοχυμένο λουκουμά» ή γαλλιστί crapoussin), και συνεκδοχικά κάθε ανάξιο λόγου άνθρωπο.
 

daeman

Administrator
Staff member
Α, με την ευκαιρία να πούμε και τη λέξη που περιγράφει το βούλωμα, την τάπα τής στάμνας: μπαρδακοβούλωμα — λέξη η οποία επιζεί ως χαρακτηρισμός ανθρώπων, για να περιγράψει τον κοντόχοντρο ασχημάνθρωπο (τον άλλως λεγόμενο και «στραβοχυμένο λουκουμά» ή γαλλιστί crapoussin), και συνεκδοχικά κάθε ανάξιο λόγου άνθρωπο.

Στην Κρήτη παλιά, τις στάμνες τις έφραζαν (όχι στεγανά, βέβαια· ίσα για να μην μπαίνουν ποντίκια ή φίδια) με το σταμναγκάθι, το οποίο είχε αντίθετη εξέλιξη από το μπαρδακοβούλωμα (θενκς, Ζαζ, δεν το ήξερα). Από ταπεινό αλλά χρήσιμο αγκάθι - που τρωγόταν και τότε, φυσικά (παραδοσιακά στην Κρήτη ό,τι είναι πράσινο τρώγεται :)), αλλά δεν το είχαν και σε μεγάλη εκτίμηση - έφτασε να θεωρείται εκλεκτό, μοδάτο έδεσμα και να το ακριβοπληρώνουν.
Άτιμη *κενωνία, άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους...
 

daeman

Administrator
Staff member
Τρώγεται ή χάφτεται, λοιπόν... Και αναρωτιόμουν, να βάλω τα εισαγωγικά ή να τ' αφήσω έτσι; ;)
 
Όταν έχεις χάσει όλη τη βιομηχανική επανάσταση, είναι επόμενο να φαίνεται στο λεξιλόγιό σου. Οι Εγγλέζοι έχουν λέξεις για το παραμικρό μηχανολογικό - ηλεκτρολογικό εξάρτημα.
 

SBE

¥
Όταν έχεις χάσει όλη τη βιομηχανική επανάσταση, είναι επόμενο να φαίνεται στο λεξιλόγιό σου. Οι Εγγλέζοι έχουν λέξεις για το παραμικρό μηχανολογικό - ηλεκτρολογικό εξάρτημα.

Κι οι Έλληνες μαστόροι έχουν, αλλά εμείς δεν τις ξέρουμε.
 
Κι οι Έλληνες μαστόροι έχουν, αλλά εμείς δεν τις ξέρουμε.
Σίγουρα έχουν αναγκαστεί να εφεύρουν πολλές -ή όλες τις αντίστοιχες, όμως επίσημα στη γλώσσα μπαίνουν με λιγότερο φυσικό τρόπο ή άνωθεν (βλέπε ΕΛΟΤ, ΕΛΕΤΟ, κλπ), γι' αυτό και πολλές ξενίζουν.
 

Immortalite

New member
Μήπως δεν ήταν σταμναγκάθι αλλά αχινοπόδι; Ρωτάω γιατί το σταμναγκάθι δεν είναι πια τόσο αγκαθωτό και είναι δροσερό και σαπίζει, δεν ξεραίνεται. Ενώ το αχινοπόδι είναι βάτος και ξερό-δροσερό τσιμπάει και γδέρνει. Ακόμα το βάζουμε σε στάμνες και γλάστρες άσε που καθαρίζουμε και την καμινάδα του τζακιού.
 

daeman

Administrator
Staff member
Μήπως δεν ήταν σταμναγκάθι αλλά αχινοπόδι; Ρωτάω γιατί το σταμναγκάθι δεν είναι πια τόσο αγκαθωτό και είναι δροσερό και σαπίζει, δεν ξεραίνεται. Ενώ το αχινοπόδι είναι βάτος και ξερό-δροσερό τσιμπάει και γδέρνει. Ακόμα το βάζουμε σε στάμνες και γλάστρες άσε που καθαρίζουμε και την καμινάδα του τζακιού.

Και σάρωθρο το έκαναν πιο παλιά το αχινοπόδι, για τα φύλλα και τα πετραδάκια στις αυλές με το καλοπατημένο χώμα ή τις πλακόστρωτες. Ας μην ξεχνάμε και τη χρησιμότητά του στη φουνάρα, το κάψιμο του Ιούδα το μεγάλο Σάββατο (έθιμο που τηρείται ακόμα σε αρκετά χωριά, στο Μόχλο Σητείας μάλιστα την κάνουνε πλωτή· εξαιρετικό θέαμα η πυρά μέσα στη θάλασσα), όπου τα αχινοπόδια (ξερά ή όχι, είναι πολύ εύφλεκτα) - μαζεμένα συνήθως από την προηγούμενη από την αρσενική νεολέρα του χωριού, ενώ οι θηλυκιές θρηνούν (γιατί δεν βρίσκουνε πάλι τι καινούργιο να φορέσουνε για τον Επιτάφιο, να μην πούμε για την Ανάσταση· τα θεία πάθη περνούνε οι κακομοίτσες) - αποτελούν τη βάση και το παραγέμισμα, μ' αυτά φουσκώνει (για να χωράει περισσότερους γύρω της) και ψηλώνει (για να μπούνε στο μάτι των κατοίκων του διπλανού χωριού, ποιος την έχει πιο μεγάλη) η φουνάρα, πάνω σ' αυτή τη βάση στήνεται το ομοίωμα του Ιούδα, στ' αχινοπόδια βάζουνε φωτιά με τις αναστάσιμες λαμπάδες οι πιο θαρραλέοι χωριανοί στημένοι ολόγυρα στη φουνάρα από νωρίς (οι πιο θαρραλέοι γιατί η νεολέρα την έχει γεμίσει και με δυναμιτάκια, Μεφίστο για τη λάμψη και μινερβάκια για τον κρότο). Ιδού μια προετοιμασία πριν από μια πενταετία (δυο πατούνε καλά τη φουνάρα για να μείνει όρθια και να μην πάρει εύκολα ο αέρας τ' αποκαΐδια, ένας βαστά τον Ιούδα έτοιμο και τα μέλη της κρητικής κριτικής επιτροπής πίνουν ρακές και σχολιάζουν):



Μια που ρώτησες, αξιόπιστη πηγή - που ξέρει καλά τα χόρτα της και πρόφταξε καλά τις εποχές που συζητάμε - μου επιβεβαίωσε πριν από λίγο ότι παλιά, ενώ το αχινοπόδι δεν αποκλειόταν, κυρίως σταμναγκάθι χρησιμοποιούσαν (εξού και τ' όνομά του) και μάλιστα δροσερό και καθαρό, γιατί αυτό το βούλωμα της στάμνας συνήθως δεν το αφαιρούσαν για να ρίξουν νερό στα κανάτια ή τα ποτήρια. Όταν άρχιζε να μαραίνεται, έβαζαν φρέσκο, δεν κόστιζε άλλωστε και τίποτα. Δεν βούλωναν εντελώς τη στάμνα, στούμπωναν απλώς μια τούφα στον λαιμό για να μην μπορούν να μπουν τα ζούδια (φίδια, σαύρες, ποντικοί, αφορδακοί). Το ξερό αχινοπόδι όχι στο σταμνί του νερού, μόνο στο άδειο, γιατί θα ξέρεις πόσο εύθρυπτο είναι και κανείς δεν θέλει να πίνει νερό με ψιλούτσικες ακίδες μέσα.
 

Immortalite

New member
Και σάρωθρο το έκαναν πιο παλιά το αχινοπόδι, για τα φύλλα και τα πετραδάκια στις αυλές με το καλοπατημένο χώμα ή τις πλακόστρωτες. (...)

Υποκλίνομαι! (Δεν υπάρχει και φατσούλα να βγάζει το καπέλο... ) Η αλήθεια είναι ότι δεν πρόλαβα το νερό από τη στάμνα και δεν έχω πιει νερό φιλτραρισμένο με σταμναγκάθι :) (Λέτε γι' αυτό να λέγετε έτσι; Το αγκάθι της στάμνας; ) Εμείς το λάδι φυλάζαμε σ'ενα κιούπι αλλά κάτω από το αχινοπόδι είχε ένα πανάκι, ακριβώς για να μην θρουλάει.
 

Alexandra

Super Moderator
Staff member
Δεν υπάρχει και φατσούλα να βγάζει το καπέλο...

Βουαλά.

ALPS_Email_2011.gif
Αν μπορέσω τώρα να το κάνω και να βγάζει το καπέλο, όπως το βλέπω στο edit...
 

daeman

Administrator
Staff member
Υποκλίνομαι! (Δεν υπάρχει και φατσούλα να βγάζει το καπέλο... ) Η αλήθεια είναι ότι δεν πρόλαβα το νερό από τη στάμνα και δεν έχω πιει νερό φιλτραρισμένο με σταμναγκάθι :) (Λέτε γι' αυτό να λέγετε έτσι; Το αγκάθι της στάμνας; ) Εμείς το λάδι φυλάζαμε σ'ενα κιούπι αλλά κάτω από το αχινοπόδι είχε ένα πανάκι, ακριβώς για να μην θρουλάει.

Εγώ το πρόλαβα μικιός στο καφενείο με τη στάμνα, και τ' αναψυκτικά - μπιράλ ή γκαζόζα κερνούσανε τα κοπέλια τότε - στο πηγάιδι, τη στέρνα ή το βαρέλι για να διατηρούνται δροσερά, αφού εκτός από τρεχούμενο νερό, δεν είχε ούτε ρεύμα. Αλλά από γεύση δεν μπορώ να σου πω· ο χρόνος τα γλυκαίνει όλα, πιο πολύ τα παιδικάτα μας. Στο κιούπι του λαδιού το θυμούμαι το αχινοπόδι με το πανάκι που λες, και τις φωνές της γιαγιάς όταν παίζοντας ανήξερα βγάζαμε το πανί, θρουλούσε το αχινοπόδι μες στο λάδι και μετά μας έβαζε να το φιλτράρουμε μ' ένα τουλπάνι. Από κει μου 'μεινε το κουταλομέτρημα και πολύτιμη εμπειρία για τα χημικά εργαστήρια.
Να 'σαι καλά που μου τα θύμισες. :)
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Εγώ πάλι χαίρομαι που υπάρχουν άλλοι δυο άνθρωποι που χρησιμοποιούν το θρουλάω. :D
 

Immortalite

New member
Εγώ πάλι χαίρομαι που υπάρχουν άλλοι δυο άνθρωποι που χρησιμοποιούν το θρουλάω. :D
Είναι κι άλλοι. Και χίλιοι δεκατρείς μη σου πω :)

@ daeman "Εγώ το πρόλαβα μικιός στο καφενείο με τη στάμνα, και τ' αναψυκτικά - μπιράλ κερνούσανε τα κοπέλια τότε - έχει ακόμα, σε κάτι περίπτερα στην παραλία στα Χανιά θαρρώ στο πηγάιδι, τη στέρνα ή το βαρέλι για να διατηρούνται δροσερά, αφού δεν είχε ρεύμα. Έπαιζα με τη σβίγα και βρέθηκα κρεμασμένη πάνω από το πηγάδι, η μισή μέσα η μισή έξω. Και δε φώναξα, φοβήθηκα μη μαλώσουν πιο πολύ από το να βρεθώ παρέα με το καρπούζι. :)Αλλά από γεύση δεν μπορώ να σου πω· ο χρόνος τα γλυκαίνει όλα, πιο πολύ τα παιδικάτα μας. Στο κιούπι του λαδιού το θυμούμαι το αχινοπόδι με το πανάκι που λες, και τις φωνές της γιαγιάς όταν παίζοντας ανήξερα βγάζαμε το πανί, θρουλούσε το αχινοπόδι μες στο λάδι και μετά μας έβαζε να το φιλτράρουμε μ' ένα τουλπάνι. Μικρή το έλεγα τουλουπάνι :) Από κει μου 'μεινε το κουταλομέτρημα και πολύτιμη εμπειρία για τα χημικά εργαστήρια.
Να 'σαι καλά που μου τα θύμισες.
:) "
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Και για όσους δεν καταλαβαίνουν αυτή την περίεργη γλώσσα :huh::twit:, μικρό γλωσσάρι με απορίες:

αφορδακός = :confused:
θρουλάω = ? = θρυμματίζομαι (?)
μικιός = μικρός
σβίγα = :confused::confused:
φουνάρα =?= σωρός από κλαδιά και εύφλεκτα υλικά(?)
 
Top