Αυτό (δηλ. το ότι το aeronautics compartment προέρχεται από λάθος αναφορά στο avionics compartment) δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα. Εκείνο ωστόσο που σημείωσα συνεχίζει να ισχύει: Οι αναφορές στο aeronautics compartment προέρχονται (αποκλειστικά) από το συγκεκριμένο επεισόδιο του Bones και από την ταινία Passenger 57. Δεν πρόκειται για έναν τυποποιημένο όρο τής αεροναυπηγικής, και πιθανότατα βαφτίστηκε έτσι από τους συγκεκριμένους σεναριογράφους για να γίνει με κάποιον τρόπο ο όρος κατανοητός από τους (τηλε)θεατές. Γι' αυτό και η δική μου πρόταση κινήθηκε στην ίδια λογική — γενικόλογο, επαρκώς περιγραφικό και κατανοητό.
Ένας αεροναυπηγός που ακούει ή διαβάζει aeronautics σκέφτεται αμέσως την αεροναυπηγική — που, φυσικά, είναι κάτι άσχετο με τον συγκεκριμένο χώρο και το ρόλο του. Άλλωστε, ολόκληρο το αεροσκάφος (κι όχι απλώς ένα συγκεκριμένο διαμέρισμά του) αποτελεί προϊόν τής αεροναυπηγικής. Θα μπορούσε, βέβαια, να πει κάποιος ότι από εκεί παρέχεται πρόσβαση στις οδούς ενεργοποίησης και ελέγχου των αεροδυναμικών επιφανειών τού αεροσκάφους — αλλά και πάλι κι αυτό είναι υπερβολικά γενικευτικό ή/και απλουστευτικό για την περίπτωση (δεδομένης και της συνύπαρξης ηλεκτρονικών, υδραυλικών και αεροϋδραυλικών γραμμών).
Λογουχάρη στο Τ-2 Buckeye υπάρχει ένα τέτοιο (τηρουμένων των αναλογιών, φυσικά, μια κι εδώ μιλάμε για αεροσκάφος που δεν είναι μεταγωγικό ή επιβατηγό) διαμέρισμα, το οποίο επισήμως καλείται mid-fuselage access bay or something, αλλά οι Αμερικανοί το λένε hell hole, κι έτσι ακριβώς (δηλ. «διαβολότρυπα») το λέμε κι εμείς. Μέσω αυτής το προσωπικό συντήρησης έχει πρόσβαση στα συρματόσχοιχα για τις επιφάνειες ελέγχου στο ουραίο (το Τ-2 δεν είναι fly-by-wire), σε γραμμές τού υδραυλικού συστήματος κλπ. Μόνο οι πολύ μινιόν τεχνικοί χωράνε κειμέσα, κι είναι κόλαση πραγματική να πρέπει να δουλέψεις εκεί όταν κάνει ζέστη (όπου «ζέστη» διάβαζε: «πάνω από 15ºC»).