Στ' αλήθεια

Στη φράση «στ' αλήθεια», τι μέρος του λόγου είναι το «αλήθεια»; Και το «στ'» προέρχεται από το στην, όπως θα υπαγόρευε η γραμματική, ή από το στα, αντίστοιχα με το «στα ψέματα»;
 
Θα έλεγα επίρρημα. Η αρχική χρήση πρέπει να είναι χωρίς το άρθρο. Το άρθρο φαντάζομαι προστέθηκε κατ' αναλογία του "στα ψέματα" (το οποίο επίσης πρέπει να παίζει επιρρηματικό ρόλο).
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Γεωργακάς:

αλήθεια, στ' [alíθja, st] adv phr in reality, indeed, actually (syn αληθινά 2, στ' αληθινά, πραγματικά, τωόντι): τι είναι (or τι γίνεται) ~~; what is it all about? | ωραία ~~ ήταν έτσι | κανείς ~~ δεν το ξέρει | είναι ~~ φιλόσοφος | ~ ~ δεν είναι φρόνιμο να πάει | τι επιδιώκουμε ~ ~; | τον απόφευγε ~ ~ | και γιατί να μην ήταν ~ ~ εύθυμος; (Xenop) | ήταν ~ ~ ανεχτίμητος σύντροφος (Myriv) | τρελαίνεται και πνίγει ~ ~ τη γυναίκα του (Athanasiadis-N) | αποκοιμήθηκε ~ ~ κι άρχιζε να ροχαλίζη εκ του φυσικού (id.) | ~ ~ δεν θα έπρεπε να λέμε για τίποτε πως υπάρχει (Theodorakop) | οι δήθεν ανεψιοί του ~ ~ ήταν εγγόνια του (Kanellop) | μπορεί ο ποιητής να 'ναι στα σοβαρά και ~ ~ εχθρός του λαού (Chourmouzios) | ~ ~ ο πασάς έκανε περισσότερα έργα απ' τα λόγια του (Kontoglou) | άρχισαν να μεθοκοπούνε ~ ~ (Petsalis-D) | λευτερωθήκαμε ~ ~; (Prevelakis)
[στ' αλήθεια is like στα ψέματα, στα σοβαρά, στα καλά σου but the expression is secondary; the MG μετ' αλήθεια (instead of earlier μετ' αληθείας) 'in truth' was taken by the speakers as με τ' αλήθεια (as μετά ψέματα* 'with lies') and so τ' αλήθεια was created]

αληθινά, στ' [aliθiná, st] adv phr actually, really, indeed (syn αληθινά, στ' αλήθεια): ~ ~ σου το λέω | folkt κόντεψε να πνιγεί ~ ~ | ο Θεός δεν είπε να την λευτερώση ακόμα ~ ~ (Makryg) | κοίταξε κατάματα το ναύτη να γνωρίση αν τα είπε με κακό σκοπό τα λόγια του, να προσβάλη ~ ~ (Karkavitsas) | ~ ~ φουρκισμένος της γύρισε τις πλάτες και πήγε σιμά σε μιαν άλλη (Kovvatzis)
[fr phr εις τ' αληθινά; cf ant στα ψέματα]

αλήθεια[SUP]2[/SUP] [alíθja] adv ① it is true, it is so, to tell the truth, truly, really, actually, indeed (syn αληθινά, πραγματικά, σωστά, στ' αλήθεια) [...] ② in passing, incidentally, by the by, by the way [...]

απαλήθεια [apalíθja] adv truly, really, indeed (syn phr στ' αλήθεια): phr στ' ~, e.g. κι άλλες φορές, στ' ~, δεν είναι ούτε παιγνιδάκι, ούτε που φύσηξε ο αέρας το λαδολύχναρο πάνου απ' την κουκέτα (Plaskovitis) ⓐ phr αλήθεια κι απαλήθεια for heaven's sake (s. η αλήθεια 1): πήγαινε αποδώ, παλιοτραμπούκο, αλήθεια κι ~ (GIoannou)
[cpd fr K (NT) phr ἐπ' ἀληθείας 'truly']

απαληθινά [apaliθiná] adv, region. & lit (ŋlami) truly, really, indeed (syn αληθινά, αλήθεια, phr στ' αλήθεια): είχαν γλεντοκοπήσει με την ψυχή τους ~ (Vlami) | παλουκοκάφτης ήταν ~ ο Mάρτης ετούτη τη χρονιά κι όχι ανοιξιάτης (id.)
[fr postmed, MG απαληθινά, this der of MG απαληθινός ← MG επαληθινός]


* «μετά ψέματα»; ή μήπως «με τα ψέματα»;

Μετ' αληθείας και μετά λόγου γνώσεως, άνευ ευτελείας.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Και στον Helle αξίζει ένα μπράβο, ένα λάικ, κάτι, βρε αδερφέ, που το πέτυχε εξαρχής. :-)

... στ' αλήθεια δεν θα το φανταζόμουν ποτέ!

Ποιος στ' αλήθεια είμ' εγώ και πού πάω
με χίλιες δυο εικόνες στο μυαλό;


Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη
 
Top