Λέξεις της τραγικής επικαιρότητας του πολέμου (που ποτέ δεν βγαίνει από την επικαιρότητα). Εκεχειρία, ανακωχή, παύση ή κατάπαυση (του) πυρός, truce, armistice, ceasefire. Σε τι ακριβώς αναφέρεται ο κάθε όρος και ποιες οι αντιστοιχίες; Δεν είναι πολύ ξεκάθαρο. Χοντρικά ίσως μπορούμε να πούμε ότι truce / ανακωχή είναι ο γενικότερος όρος, η armistice έχει μεγαλύτερη διάρκεια και τα ceasefire / εκεχειρία, παύση / κατάπαυση (του) πυρός είναι πιο περιορισμένα.
Μια γρήγορη ματιά στις ετυμολογίες:
Η ανακωχή ήταν ανοκωχή στους αρχαίους, π.χ. στον Θουκυδίδη, αντί για ανοχή, από αν(α) + οκωχή, αντί για οχή < έχω, λόγω αναδιπλασιασμού. Και μάλλον από λάθη αντιγραφέων η ανοκωχή έγινε ανακωχή. Σήμαινε παύση, διάλειμμα, ανάπαυλα και, ειδικότερα, προσωρινή διακοπή των εχθροπραξιών.
Η εκεχειρία προήλθε από συγχώνευση της φράσης έχειν χείρας, δηλ. το να συγκρατεί κανείς τα χέρια και να αποφεύγει τις εχθροπραξίες (LSJ: cessation of hostilities, armistice, truce). ΟΙ αρχαίοι είχαν και την Ολυμπιακή εκεχειρία.
Η truce (ξαδερφάκι της γαλλικής trève) έχει γερμανικές ρίζες και αναφέρεται σε πίστη (εμπιστοσύνη, σχέσεις εμπιστοσύνης).
Η armistice, από τα γαλλικά και ένα νεολατινικό armistitium, είναι εμφανές ότι σημαίνει διακοπή των εχθροπραξιών και θυμίζει το έχειν χείρας.
Η ceasefire (προσοχή: προφέρεται σίσφαϊρ, όχι σίζ-), η νεότερη λέξη, βγήκε, βέβαια, από τη στρατιωτική διαταγή «Cease fire», «Παύσατε πυρ». Πολλοί τη γράφουν ακόμα με ενωτικό, cease-fire. Τη σημασία της εκεχειρίας την πήρε στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου.
Ένα κείμενο για το δίκαιο του πολέμου εδώ περιλαμβάνει ικανοποιητική περιγραφή της διαφοράς της εκεχειρίας από την ανακωχή:
3. Εκεχειρία: Η εκεχειρία είναι συμφωνία γραπτή ή προφορική, η οποία συνάπτεται μεταξύ των ηγετών ή διοικητών των στρατιωτικών μονάδων, ήτοι Στρατιών, Σωμάτων Στρατού, Μεραρχιών, Ταξιαρχιών κ.λπ. Η εκεχειρία συνεπάγεται διακοπή των εχθροπραξιών. Η διακοπή αυτή είναι χρονικώς και τοπικά περιορισμένη, αποβλέπει δε σε ορισμένους σκοπούς των εμπολέμων στρατιωτικών δυνάμεων, όπως είναι η περισυλλογή των τραυματιών, η ταφή ή καύση των νεκρών, η αίτηση και η λήψη διαταγών εκ μέρους των ανωτέρων, η διαπραγμάτευση προς παράδοση ή εκκένωση ορισμένων θέσεων κ.λπ.
4. Ανακωχή: Η ανακωχή όπως και η εκεχειρία συνεπάγεται την διακοπή των εχθροπραξιών. Παρά το κοινό σημείο αμφοτέρων, δηλαδή την ανάπαυλα, υφίσταται ουσιώδης διαφορά μεταξύ εκεχειρίας και ανακωχής, ως προς την διάρκεια του χρόνου, την έκταση, το περιεχόμενο και την σύναψη αυτών. Πράγματι η εκεχειρία συνάπτεται για περιορισμένο χρόνο (συλλογή τραυματιών, ταφή νεκρών κ.α.) για περιορισμένο τόπο η έκταση, αφού αφορά μια συγκεκριμένη στρατιωτική μονάδα, ο διοικητής της οποίας συνομολογεί αυτή και πέραν των συγκεκριμένων σκοπών δεν περιλαμβάνει άλλους σκοπούς (π. χ. πολιτικούς). Αντιθέτως η ανακωχή είναι συμφωνία μακρότερης χρονικής διάρκειας, ευρύτερης εκτάσεως και ευρύτερου περιεχομένου, δεδομένου ότι αφορά στην γενική κατάσταση των εμπολέμων, στη διαρκέστερη διακοπή των εχθροπραξιών και στην προαγγελία συνάψεως συνθήκης ειρήνης. Η ανακωχή μπορεί να είναι γενική, οπότε επέρχεται γενική και πλήρης διακοπή των εχθροπραξιών στο θέατρο των κατά ξηρά, θάλασσα και αέρα πολεμικών επιχειρήσεων των εμπολέμων Κρατών. Μπορεί να είναι τοπική, οπότε περιορίζεται εντός ορισμένης ακτίνας και ορισμένων τμημάτων των εμπολέμων στρατών. Η σύναψη της εκεχειρίας επιτυγχάνεται από τους επικεφαλής των στρατιωτικών μονάδων, ενώ της τοπικής ανακωχής από του ανωτάτους αρχηγούς των στρατιωτικών δυνάμεων, χωρίς να απαιτείται οιαδήποτε έγκριση. Η γενική όμως ανακωχή, ως σύμβαση στρατιωτική, αλλά και πολιτικής υφής, συνομολογείται μεν από τους αρχηγούς των στρατών ή από τους διπλωματικούς αντιπροσώπους, αλλά χρήζει, εν συνέχεια, επικυρώσεως. Η ανακωχή συνεπάγεται διακοπή των εχθροπραξιών, όχι όμως της εμπολέμου καταστάσεως, η λήξη της οποίας συνήθως επανέρχεται διά της υπογραφής συνθήκης ειρήνης. Δεδομένου ότι διά της ανακωχής οι αντίπαλοι στρατοί καλούνται να μη χρησιμοποιούν τα όπλα, αλλά κατέχουν αυτά με άμεσο κίνδυνο την επανάληψη των εχθροπραξιών, προβλέπεται η καθιέρωση ουδέτερης ζώνης ώστε να επιτυγχάνεται ο τελικός σκοπός της ανακωχής, ο οποίος είναι η τελική ειρήνη. Η ανακωχή περιλαμβάνει, όπως μία διεθνής σύμβαση, όλους τους όρους και τις διατάξεις που θα διέπουν τις σχέσεις των εμπολέμων μεταξύ τους και προς τους κατοίκους.
Σε μεταφράσεις ομιλιών στην Ευρωβουλή βλέπουμε τα παρακάτω:
since Hamas took control of the Strip and following the breakdown of the ceasefire > από τότε που η Χαμάς απέκτησε τον έλεγχο στη Λωρίδα και σε συνέχεια της διακοπής της εκεχειρίας
calls for a negotiated truce > ζητεί ανακωχή κατόπιν διαπραγματεύσεων
to sustain a durable ceasefire > προκειμένου να καταστεί δυνατή μια βιώσιμη εκεχειρία
αλλού: in order to sustain a durable ceasefire > ώστε να υποστηριχθεί μια βιώσιμη κατάπαυση πυρός
Ιδού και ένα σύντομο αγγλικό:
There are different, albeit similar, technical terms used to call for a more formal agreement. In the Palestine conflict, the Security Council called for truce, which in the aftermath resulted in the armistice concluded between the provisional government of Israel on the one side, and the governments of Egypt, Lebanon, Jordan, and Syria on the other.’ Truce is different from mere cease-fire in that the former involves a number of conditions to be fulfilled for the suspension of military action, whereas cease-fire only means transition from fighting to the non-fighting stage as the first step towards an ultimate settlement of the dispute. Armistice, on the other hand, is ‘an agreement between belligerents which results in a complete cessation of all hostilities for a specified period of time, usually of some considerable duration, or for an indeterminate period’.
http://books.google.gr/books?id=JkgVV0AKW4oC&pg=PA74#v=onepage&q&f=false
Στο παρακάτω βλέπουμε επίσης:
ceasefire = εκεχειρία
armistice = ανακωχή
truce = γενικός όρος για την ανακωχή
http://www.ibtimes.com/what-cease-f...ce-cease-fire-humanitarian-cease-fire-1640288
Θα ακολουθήσει λεπτομερέστατο κείμενο για τις διαφορές των αγγλικών όρων.
Μια γρήγορη ματιά στις ετυμολογίες:
Η ανακωχή ήταν ανοκωχή στους αρχαίους, π.χ. στον Θουκυδίδη, αντί για ανοχή, από αν(α) + οκωχή, αντί για οχή < έχω, λόγω αναδιπλασιασμού. Και μάλλον από λάθη αντιγραφέων η ανοκωχή έγινε ανακωχή. Σήμαινε παύση, διάλειμμα, ανάπαυλα και, ειδικότερα, προσωρινή διακοπή των εχθροπραξιών.
Η εκεχειρία προήλθε από συγχώνευση της φράσης έχειν χείρας, δηλ. το να συγκρατεί κανείς τα χέρια και να αποφεύγει τις εχθροπραξίες (LSJ: cessation of hostilities, armistice, truce). ΟΙ αρχαίοι είχαν και την Ολυμπιακή εκεχειρία.
Η truce (ξαδερφάκι της γαλλικής trève) έχει γερμανικές ρίζες και αναφέρεται σε πίστη (εμπιστοσύνη, σχέσεις εμπιστοσύνης).
Η armistice, από τα γαλλικά και ένα νεολατινικό armistitium, είναι εμφανές ότι σημαίνει διακοπή των εχθροπραξιών και θυμίζει το έχειν χείρας.
Η ceasefire (προσοχή: προφέρεται σίσφαϊρ, όχι σίζ-), η νεότερη λέξη, βγήκε, βέβαια, από τη στρατιωτική διαταγή «Cease fire», «Παύσατε πυρ». Πολλοί τη γράφουν ακόμα με ενωτικό, cease-fire. Τη σημασία της εκεχειρίας την πήρε στη διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου.
Ένα κείμενο για το δίκαιο του πολέμου εδώ περιλαμβάνει ικανοποιητική περιγραφή της διαφοράς της εκεχειρίας από την ανακωχή:
3. Εκεχειρία: Η εκεχειρία είναι συμφωνία γραπτή ή προφορική, η οποία συνάπτεται μεταξύ των ηγετών ή διοικητών των στρατιωτικών μονάδων, ήτοι Στρατιών, Σωμάτων Στρατού, Μεραρχιών, Ταξιαρχιών κ.λπ. Η εκεχειρία συνεπάγεται διακοπή των εχθροπραξιών. Η διακοπή αυτή είναι χρονικώς και τοπικά περιορισμένη, αποβλέπει δε σε ορισμένους σκοπούς των εμπολέμων στρατιωτικών δυνάμεων, όπως είναι η περισυλλογή των τραυματιών, η ταφή ή καύση των νεκρών, η αίτηση και η λήψη διαταγών εκ μέρους των ανωτέρων, η διαπραγμάτευση προς παράδοση ή εκκένωση ορισμένων θέσεων κ.λπ.
4. Ανακωχή: Η ανακωχή όπως και η εκεχειρία συνεπάγεται την διακοπή των εχθροπραξιών. Παρά το κοινό σημείο αμφοτέρων, δηλαδή την ανάπαυλα, υφίσταται ουσιώδης διαφορά μεταξύ εκεχειρίας και ανακωχής, ως προς την διάρκεια του χρόνου, την έκταση, το περιεχόμενο και την σύναψη αυτών. Πράγματι η εκεχειρία συνάπτεται για περιορισμένο χρόνο (συλλογή τραυματιών, ταφή νεκρών κ.α.) για περιορισμένο τόπο η έκταση, αφού αφορά μια συγκεκριμένη στρατιωτική μονάδα, ο διοικητής της οποίας συνομολογεί αυτή και πέραν των συγκεκριμένων σκοπών δεν περιλαμβάνει άλλους σκοπούς (π. χ. πολιτικούς). Αντιθέτως η ανακωχή είναι συμφωνία μακρότερης χρονικής διάρκειας, ευρύτερης εκτάσεως και ευρύτερου περιεχομένου, δεδομένου ότι αφορά στην γενική κατάσταση των εμπολέμων, στη διαρκέστερη διακοπή των εχθροπραξιών και στην προαγγελία συνάψεως συνθήκης ειρήνης. Η ανακωχή μπορεί να είναι γενική, οπότε επέρχεται γενική και πλήρης διακοπή των εχθροπραξιών στο θέατρο των κατά ξηρά, θάλασσα και αέρα πολεμικών επιχειρήσεων των εμπολέμων Κρατών. Μπορεί να είναι τοπική, οπότε περιορίζεται εντός ορισμένης ακτίνας και ορισμένων τμημάτων των εμπολέμων στρατών. Η σύναψη της εκεχειρίας επιτυγχάνεται από τους επικεφαλής των στρατιωτικών μονάδων, ενώ της τοπικής ανακωχής από του ανωτάτους αρχηγούς των στρατιωτικών δυνάμεων, χωρίς να απαιτείται οιαδήποτε έγκριση. Η γενική όμως ανακωχή, ως σύμβαση στρατιωτική, αλλά και πολιτικής υφής, συνομολογείται μεν από τους αρχηγούς των στρατών ή από τους διπλωματικούς αντιπροσώπους, αλλά χρήζει, εν συνέχεια, επικυρώσεως. Η ανακωχή συνεπάγεται διακοπή των εχθροπραξιών, όχι όμως της εμπολέμου καταστάσεως, η λήξη της οποίας συνήθως επανέρχεται διά της υπογραφής συνθήκης ειρήνης. Δεδομένου ότι διά της ανακωχής οι αντίπαλοι στρατοί καλούνται να μη χρησιμοποιούν τα όπλα, αλλά κατέχουν αυτά με άμεσο κίνδυνο την επανάληψη των εχθροπραξιών, προβλέπεται η καθιέρωση ουδέτερης ζώνης ώστε να επιτυγχάνεται ο τελικός σκοπός της ανακωχής, ο οποίος είναι η τελική ειρήνη. Η ανακωχή περιλαμβάνει, όπως μία διεθνής σύμβαση, όλους τους όρους και τις διατάξεις που θα διέπουν τις σχέσεις των εμπολέμων μεταξύ τους και προς τους κατοίκους.
Σε μεταφράσεις ομιλιών στην Ευρωβουλή βλέπουμε τα παρακάτω:
since Hamas took control of the Strip and following the breakdown of the ceasefire > από τότε που η Χαμάς απέκτησε τον έλεγχο στη Λωρίδα και σε συνέχεια της διακοπής της εκεχειρίας
calls for a negotiated truce > ζητεί ανακωχή κατόπιν διαπραγματεύσεων
to sustain a durable ceasefire > προκειμένου να καταστεί δυνατή μια βιώσιμη εκεχειρία
αλλού: in order to sustain a durable ceasefire > ώστε να υποστηριχθεί μια βιώσιμη κατάπαυση πυρός
Ιδού και ένα σύντομο αγγλικό:
There are different, albeit similar, technical terms used to call for a more formal agreement. In the Palestine conflict, the Security Council called for truce, which in the aftermath resulted in the armistice concluded between the provisional government of Israel on the one side, and the governments of Egypt, Lebanon, Jordan, and Syria on the other.’ Truce is different from mere cease-fire in that the former involves a number of conditions to be fulfilled for the suspension of military action, whereas cease-fire only means transition from fighting to the non-fighting stage as the first step towards an ultimate settlement of the dispute. Armistice, on the other hand, is ‘an agreement between belligerents which results in a complete cessation of all hostilities for a specified period of time, usually of some considerable duration, or for an indeterminate period’.
http://books.google.gr/books?id=JkgVV0AKW4oC&pg=PA74#v=onepage&q&f=false
Στο παρακάτω βλέπουμε επίσης:
ceasefire = εκεχειρία
armistice = ανακωχή
truce = γενικός όρος για την ανακωχή
http://www.ibtimes.com/what-cease-f...ce-cease-fire-humanitarian-cease-fire-1640288
Θα ακολουθήσει λεπτομερέστατο κείμενο για τις διαφορές των αγγλικών όρων.