Όχι, δεν είναι έλλογο, πρόκειται για sentient (perceptually aware) nonhuman being.
Αν πάμε στο αντίθετο: insentient = άψυχο
ΤΟΤΕ -- το sentient αποδίδεται ως έμψυχο.
Εξ ου ο βουδισμός παραγγέλλει να συμπάσχουμε με όλα τα έμψυχα -- "compassion to all sentient beings".
Γενικά στη φιλοσοφία γίνεται λόγος για "έμψυχα και άψυχα" (sentient and insentient)
Φυσικά σε επιστημονικές έρευνες που αφορούν αντι-"λήψεις" (perceptions) ληφθέντων διά των αισθητηρίων οργάνων, αρμόζει η χρήση διαφόρων όρων με "αισθ-", "-αισθ-",
Ένα μικρόβιο είναι έμψυχο αλλά δεν είναι sentient, έτσι; Το κείμενο μιλάει για την abolitionist approach (χα! να κι άλλο δύσκολο!) των δικαιωμάτων των ζώων στην βάση ακριβώς της ιδιότητάς τους να είναι sentient beings, δηλαδή να νιώθουν πόνο, φόβο, ευχαρίστηση, μοναξιά, αγωνία κ.λπ.
Ναι, γι αυτό έγραψα μετά, έμβιο. Το κείμενό μου μιλάει για όλα τα ζώα. Αν δεν περιορίσουμε την ύπαρξη ψυχής στα χαριτωμένα θηλαστικά αλλά δεχτούμε οτι έχει π.χ. και ο αστακός, τότε εντάξει.
Για να παραφράσω αυτό που έγραψες: «Μην μασουλάς την αθερίνα, παιδάκι μου, ψυχούλα έχει κι αυτή...»
Μα προφανώς, αυτό είναι το μεγάλο θέμα στην όλη ιστορία. Αν το κείμενό σου θεωρεί sentient όλα τα ζώα, υποθέτω ότι δεν εννοεί και τους μονοκύτταρους οργανισμούς. Κάποια (έστω σιωπηρή) διαβάθμιση θα αποδέχεται.
Το κυνικά πιθανότερο είναι ότι εννοεί ως «έμψυχα» (sentient) τα ζώα που γίνονται άμεσα ή έμμεσα θύματα του ανθρώπου, είτε για τροφή, είτε για λόγους άμυνας (παλιά) και επίδειξης (τώρα), είτε για να κατοικιδιοποιηθούν (έφτιαξα λέξη τώρα; ). Υπόρρητα υπονοείται και κάποια στοιχειώδης νοημοσύνη αυτών των ζώων (έστω και «μυαλό κότας»).
Για παράδειγμα, δεν ξέρω αν η θεωρία αυτή καλύπτει, ξέρω γω, το πλαγκτόν και τα οστρακοειδή...
Αυτή ήταν η αρχική επιλογή μου — μέχρι που έμαθα ότι οι ντόπιοι ζωόφιλοι προτιμούν το «ευαίσθητα» (κι ας μην είναι το ίδιο). Αλλά η σημασία τού sentient είναι αυτή ακριβώς, «αισθανόμενος».Δηλαδή το αισθανόμενος, που κι εγώ προτιμώ, σου φαίνεται σωστό;
Σχεδόν. Σε πρόλαβαν στην κατοικιδιοποίηση.είτε για να κατοικιδιοποιηθούν (έφτιαξα λέξη τώρα; )