αναντίστρεπτος = irreversible

nickel

Administrator
Staff member
Προσθέτω τη λέξη σαν νεολογισμό, μια και δεν τη βρίσκεις ούτε στα μονόγλωσσα ούτε στα δίγλωσσα λεξικά. Υπάρχει ο αντιστρεπτός (reversible), βέβαια. Και συχνότατα χρησιμοποιούσαμε το μη αντιστρέψιμος σαν απόδοση τού irreversible.

Π.χ.
αντιστρεπτές και αναντίστρεπτες ηλεκτροχημικές αντιδράσεις = reversible and irreversible electrochemical reactions
Η πτώση της διαφήμισης και της κυκλοφορίας είναι αναντίστρεπτη. (Μ. Μητσός, Τα Νέα)
αναντίστρεπτες επιπτώσεις στην υγεία κ.λπ. = irreversible effects / impact on the health etc.
 
Βέβαια, στις περισσότερες περιπτώσεις ταιριάζει (και είναι προτιμότερο) το ανεπανόρθωτος.
 

nickel

Administrator
Staff member
Γιά προσέξτε και οι δυο σας τον τίτλο: επισημαίνει την εμφάνιση του νεολογισμού στα ελληνικά και προτείνει την απόδοσή του στα αγγλικά. Για τα αντίστροφα, χαλλλαρά...
 
Μα ναι, φυσικά - σχολίαζα μόνο το πότε χρησιμοποιείται ο νεολογισμός.
 

daeman

Administrator
Staff member
Ρότζερ. Άι άι, κάπτεν. :)

Αυτά τα τρία λ με τρελλλαίνουν. ;)
 
Top