Financial crisis glossary (I): The basics | Το λεξιλόγιο της κρίσης

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Ένα χρήσιμο και -φευ!- επίκαιρο γλωσσάρι του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου:
ABC guide to the financial crisis | Η ορολογία της κρίσης Trade surpluses and deficits . A country runs a surplus when it exports more goods and services than it imports, i.e. when it produces more than it consumes. It runs a deficit when it imports more than it exports, i.e. when more money leaves the country to pay for imports than the country earns by selling its exports. In the first case, a country is a creditor vis-à-vis the rest of the world, in the second case it is a debtor. Persistent trade surpluses and deficits give rise to | Εμπορικό έλλειμμα/πλεόνασμα. Οι χώρες που εξάγουν αγαθά και υπηρεσίες με μεγαλύτερη αξία από ό,τι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που εισάγουν, εμφανίζουν εμπορικό πλεόνασμα ενώ, στην αντίθετη περίπτωση, εμφανίζουν εμπορικό έλλειμμα. Η διατήρηση για μεγάλο χρονικό διάστημα ελλειμμάτων ή πλεονασμάτων οδηγεί στις ανισορροπίες της παγκόσμιας οικονομίας.
Global imbalances in the world economy , a situation where some countries are running persistent and large, yet clearly unsustainable, surpluses, while other are running persistent and large, yet clearly unsustainable deficits. | Ανισορροπίες στην παγκόσμια οικονομία. Όταν ορισμένες χώρες διατηρούν για μεγάλο χρονικό διάστημα υψηλά πλεονάσματα, που όμως δεν είναι διατηρήσιμα, ενώ άλλες εμφανίζουν, επίσης για μεγάλο χρονικό διάστημα, μεγάλα ελλείμματα.
Creditor countries with huge trade surpluses (e.g. Germany, China, Japan, oil exporters) earn more money by exporting than they spend on imports, so excess funds are lent abroad through the conduit of international financial markets. | Πλεονασματικές Πιστώτριες χώρες, χώρες-πιστωτές. Είναι εκείνες που έχουν τεράστια πλεονάσματα όπως η Γερμανία, η Κίνα, η Ιαπωνία και οι σημαντικότερες πετρελαιοπαραγωγοί χώρες. Κερδίζουν περισσότερα από τις εξαγωγές τους απ' ό,τι δαπανούν για να εισάγουν. Το πλεόνασμα παίρνει τη μορφή πιστώσεων που διοχετεύονται στη διεθνή αγορά μέσω των χρηματαγορών.
Debtor countries with huge trade deficits (e.g. Greece, the US) do not export enough to pay for their imports, so they make up the gap by borrowing the money they need on international financial markets. | Ελλειμματικές Χρεώστριες χώρες, οφειλέτριες χώρες, χώρες οφειλέτες. Εκείνες με τεράστιο εμπορικό έλλειμμα όπως η Ελλάδα ή οι ΗΠΑ που δεν εξάγουν αρκετά ώστε να καλύψουν το κόστος των εισαγωγών τους και αναπληρώνουν το έλλειμμα με δανεισμό από τις διεθνείς αγορές.
As planet Earth does not trade with other planets, surpluses in one part of the world must necessarily be reflected in deficits elsewhere - not every economy can be an export champion and have an excess of exports over imports. | Το παγκόσμιο σύστημα είναι από τη φύση του κλειστό κι έτσι τα πλεονάσματα των μεν αντανακλώνται στα ελλείμματα των δε , καθώς δεν είναι δυνατόν να έχουν όλες οι χώρες περισσότερες εξαγωγές από ό,τι εισαγωγές.
Deficit countries absorb these exports as imports. Being short of money, they must necessarily borrow from surplus countries to pay for them. It is not unlike being offered a loan by the car dealer to buy a car. Borrowing usually means that | Οι ελλειμματικές χώρες απορροφούν τα πλεονάσματα με τη μορφή των δανείων που λαμβάνουν από τις πλεονασματικές χώρες για να πληρώσουν για τις εισαγωγές τους, περίπου όπως οι έμποροι αυτοκινήτων παρέχουν στους πελάτες τους το δάνειο που θα επιτρέψει την αγορά του αυτοκινήτου. Ο δε δανεισμός οδηγεί στο χρέος.
Private debt , i.e. debt of consumers and companies, increases. With excess money from big exporters cheaply available on international financial markets, it makes sense for banks and other financial institutions to channel it to where it is most needed. Companies and consumers in economies that wish to consume more than they produce are an obvious target. However, there is a problem of | Ιδιωτικό χρέος. Είναι το χρέος επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Τα πλεονάσματα των χωρών με μεγάλα πλεονάσματα περνούν στη διεθνή αγορά που με τη σειρά της τα διοχετεύει με τη μορφή δανείων σε εκείνους που τα χρειάζονται. Φυσικοί πελάτες αυτού του δανεισμού είναι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά που έχουν μεγαλύτερες ανάγκες από ό,τι δυνατότητες… Αυτό όμως ενέχει κινδύνους.
Bad loans , i.e. loans that cannot be paid off at all or cannot be paid off in full. If a bank does not get back (all) the money it is owed, it is hard for it to pay back (all) the money it owes to depositors, other banks or bond holders. In recent years, banks lent a lot of money for consumer spending and real estate construction; with rising unemployment consumer loans are turning bad, as are real estate loans because developers cannot sell houses and offices they built in expectation of high profits. | Μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Τα λεγόμενα "bad loans" δάνεια που ο δανειολήπτης αδυνατεί να ξεπληρώσει εν μέρει ή και ολοκληρωτικά. Όταν όμως η τράπεζα δεν εισπράξει αυτά που έχει δανείσει, δυσκολεύεται με τη σειρά της να πληρώσει τους δικούς της πιστωτές και καταθέτες. Η κρίση προήλθε, ακριβώς, από τα στεγαστικά και καταναλωτικά δάνεια που παρείχαν αφειδώς πολλές τράπεζες που στη συνέχεια βρέθηκαν προ αδιεξόδου όταν λόγω και της σταδιακά εντεινόμενης ανεργίας, εκείνοι που δανείσθηκαν δεν μπορούσαν να καταβάλλουν τις δόσεις τους. Επίσης τα κτίρια, σπίτια και γραφεία, που είχαν κατασκευασθεί επίσης αφειδώς δεν βρήκαν αγοραστές και ενοικιαστές οδηγώντας τους κατασκευαστές και τις τράπεζες που τους είχαν δανείσει, σε αδιέξοδο.
Subprime loans were the trigger of the current crisis as they first went bad, exposing weaknesses in ways banks had been extending loans. Subprime mortgage loans were given to borrowers which could have only payed them back, if house prices had kept rising, if the economy had continued to boom and if interest rates had stayed low. These assumptions proved to be false, pushing borrowers into default and exposing banks to big losses. | Ενυπόθηκα δάνεια χαμηλής ιδιαίτερα χαμηλής πιστοληπτικής αξιολόγησης ή πιο απλά subprime loans. Αποτέλεσαν την άμεση αιτία της κρίσης καθώς ήταν τα πρώτα που κατέστη αδύνατον να εξυπηρετηθούν. Πρόκειται για ενυπόθηκα δάνεια τα οποία δεν είχαν ελπίδα αποπληρωμής παρά μόνον αν η αξία των ακινήτων παρέμενε σε ανοδική τροχιά, αν ο ρυθμός ανάπτυξης παρέμενε υψηλός και αν τα επιτόκια διατηρούνταν σε χαμηλό επίπεδο. Τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν ακριβώς έτσι…
Budget surpluses or deficits arise when the government, in any given year, either raises more in taxes than it spends on various goods and services (surplus) or spends more than it takes in taxes (deficit). With banks teetering, governments have had to come to the rescue by injecting billions of euros into banks to cover losses from bad loans. This has meant that with falling tax receipts in the wake of recession, government budgets have swung sharply in deficit. | Πλεόνασμα/έλλειμμα του προϋπολογισμού. Το έλλειμμα ή το πλεόνασμα ενός προϋπολογισμού προκύπτει στο τέλος του έτους από το ισοζύγιο των δαπανών του κράτους με τα (κατά βάσιν φορολογικά) έσοδά του. Η ανάγκη να αποτραπεί η μετατροπή της οικονομικής κρίσης σε πραγματική καταστροφή ώθησε τα περισσότερα κράτη μέλη να παράσχουν τεράστια κονδύλια για τη στήριξη των τραπεζών και των οικονομιών τους. Τούτο σε μία περίοδο στην οποία τα φορολογικά έσοδα πλήττονταν από τη μείωση της επιχειρηματικής δραστηριότητας λόγω της κρίσης, με τελικό αποτέλεσμα την εκτόξευση των ελλειμμάτων στις περισσότερες χώρες.
Government debt , the amount of money a government owes to its creditors, i.e. the accumulation of budget deficits, has thus also risen. It is also called public debt because it is taxpayers that in the end have to come up with necessary funds to pay it off. If a government spends more than it raises in taxes, it must borrow additional money , usually by selling | Δημόσιο Χρέος. Είναι το ποσό που το κράτος οφείλει στους πιστωτές του και εν πολλοίς προκύπτει από τη συσσώρευση των ελλειμμάτων του προϋπολογισμού. Όταν οι δαπάνες υπερβαίνουν τα έσοδα το κράτος είναι υποχρεωμένο να δανεισθεί εκδίδοντας κρατικά ομόλογα.
Bonds. A bond is a promise of the seller of a bond (e.g. government) to pay back, with interest, the money that was lent to it by buyers (e.g. banks, pension funds, etc.) of bonds. With a successful bond sale, money is transferred to the budget; investors in bonds, of course, count on being repaid with interest in the future. | Ομόλογα . Το ομόλογο είναι στην πράξη μια υπόσχεση: εκείνος που το εκδίδει υπόσχεται να αποπληρώσει εντόκως το ποσό που του παρέχουν εκείνοι που αγοράζουν το ομόλογο. Τα κρατικά ομόλογα εκδίδονται από το δημόσιο και τα αγοράζουν τράπεζες και άλλοι οργανισμοί όπως τα ασφαλιστικά ταμεία με την προοπτική μελλοντικής και έντοκης εξόφλησής τους…
Interest rate on government bonds determines how heavy state borrowing will weigh on the taxpayer. Riskier the borrower, higher the interest rate - and bigger the amount of money that government will have to set aside to pay interest instead of spending it on e.g. health care. | Επιτόκιο . Το ύψος του επιτοκίου που επιβαρύνει τα ομόλογα είναι εκείνο που κρίνει το μέγεθος της επιβάρυνσης του φορολογούμενου. Όσο μεγαλύτερος θεωρείται ο κίνδυνος να μπορέσει μια χώρα να αποπληρώσει τα δάνεια που έχει ανάγκη τόσο υψηλότερο είναι το επιτόκιο, άρα τόσο μεγαλύτερο είναι το ποσό που είναι υποχρεωμένο το κράτος αυτό να καταβάλλει κάθε χρόνο στους πιστωτές του.
Interest rate spread is the difference (in basis points, 1%=100bp) in interest rates on bonds considered the safest (German bunds in eurozone) and other bonds. If a spread on a particular eurozone country's bonds is, say, 350bp, and German bonds carry a 3% interest rate, this means that this country must pay 6,5% interest on its bonds. If a spread widens, say from 350 to 400bp, this is a sign investors think bonds have gotten riskier. | Διαφορά επιτοκίου. Γνωστότερη ως "spread" είναι η διαφορά, εκπεφρασμένη σε μονάδες βάσης (όπου 1% ισοδυναμεί με 100 μονάδες βάσης), μεταξύ του επιτοκίου που επιβάλλεται στα θεωρούμενα ως ασφαλέστερα ομόλογα και στα υπόλοιπα. Στη ζώνη ευρώ το spread προσδιορίζεται με βάση το επιτόκιο των γερμανικών ομολόγων. Για παράδειγμα, αν το γερμανικό επιτόκιο είναι 3,0% και τα ομόλογα μιας άλλης χώρας εμφανίζουν spread 350 μονάδων βάσης, τότε τα ομόλογα αυτής της χώρας επιβαρύνονται με επιτόκιο 6,5%. Σε κάθε περίπτωση η διαφορά ή spread αντανακλά το πόσο "επικίνδυνα" ή μη θεωρούν οι επενδυτές τα ομόλογα κάθε χώρας.
 
Last edited by a moderator:

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Refinancing the debt means paying it off with newly borrowed money. When existing bonds are close to coming due, the government can issue new bonds, using the proceeds to repay the investors in old ones. Treasuries around the world do this all the time. The problem arises when investors are not prepared to refinance because they deem this too risky and just want their money back. | Αναχρηματοδότηση του χρέους. Είναι η αποπληρωμή χρέους με νέο δανεισμό. Όταν πλησιάζει η ωρίμανση (με άλλα λόγια η εκπνοή) των ομολόγων της, μια χώρα μπορεί να εκδώσει νέα για να πληρώσει τους κατόχους τους. Είναι η συνήθης πρακτική παγκοσμίως. Προβληματική και εστία προβλημάτων όταν οι πιστωτές αρνούνται να καλύψουν την έκδοση των νέων ομολόγων κρίνοντας τον κίνδυνο υπερβολικό και αντ' αυτού απαιτούν την εξόφληση της υφιστάμενης οφειλής.
Credit default swaps (CDS) on government bonds offer investors in those bonds an insurance against default, i.e. against a possibility that a government will not pay back the money it owes (in full). If a country defaults, the holder of a CDS will get his money back anyway; the losses will be borne by those who sold the CDS. An investor can buy a CDS (insure herself against losses on bonds) from various financial institutions, such as banks, hedge funds and others. | Credit Default Swap (CDS) ή Συμφωνία ανταλλαγής ασφαλίστρων κινδύνου χρεοκοπίας. Ασφάλιστρο χρεοκοπίας που εκδίδεται για να ασφαλίσει τον πιστωτή έναντι του κινδύνου να μην εισπράξει όλο ή μέρος του ποσού που του οφείλεται. Σε περίπτωση χρεοκοπίας ο κάτοχος CDS αποζημιώνεται και την απώλεια υφίσταται αυτός που το εξέδωσε. Τα CDS εκδίδονται από τράπεζες, επενδυτικά ταμεία και άλλους χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.
Naked CDS is a CDS held by an investor who does not own the underlying bond. Speculators can buy CDSs to bet on default of governments; higher the possibility of default, higher the value of CDS which is an insurance against default. EU is thinking of banning this practice. | Naked CDS. Ασφάλιστρο χρεοκοπίας που αγοράζει επενδυτής χωρίς να κατέχει τη λεγόμενη υποκείμενη αξία, πιο απλά το ομόλογο που ασφαλίζει το CDS. Όσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος στάσης πληρωμών τόσο υψηλότερη είναι η αξία του. Η απαγόρευσή τους εξετάζεται σε επίπεδο ΕΕ.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ευχ, Παλ Αύρα! :)

Μου αρέσει πάντως (στην πραγματικότητα, δεν μου αρέσει) η δυσκολία που έχουμε μερικές φορές να μεταφράζουμε πιο ανάλαφρα τα λεγόμενα «σοβαρά και βαριά» κείμενα, με αποτέλεσμα να χάνονται εξαιρετικές λεπτομέρειες των πρωτότυπων κειμένων, όπως εδώ:

As planet Earth does not trade with other planets, surpluses in one part of the world must necessarily be reflected in deficits elsewhere - not every economy can be an export champion and have an excess of exports over imports.
...που έχασε την παρομοίωση και τη ζωντάνια του για να γίνει ένα στεγνό και αφυδατωμένο...
Το παγκόσμιο σύστημα είναι από τη φύση του κλειστό κι έτσι τα πλεονάσματα των μεν αντανακλώνται στα ελλείμματα των δε, καθώς δεν είναι δυνατόν να έχουν όλες οι χώρες περισσότερες εξαγωγές από ότι εισαγωγές.
 

nickel

Administrator
Staff member
Πολύ χρήσιμο και αρκετά κατανοητό.

Για τα γλωσσικά: στραβοκατάπινα σε κάθε «ότι» αντί για «ό,τι». Μα τόσο δύσκολο είναι πια; Και τι θα πει «Οι χώρες που εξάγουν αγαθά και υπηρεσίες με μεγαλύτερη αξία από ότι τα αγαθά και οι υπηρεσίες που εισάγουν...»; 1) «από ό,τι». 2) «από ό,τι / όση έχουν»; Καλύτερα ανάπτυξη σε: «από την αξία των αγαθών και υπηρεσιών».

Τα CDS τα λένε, για συντομία, «ασφάλιστρα κινδύνου», αλλά χρειαζόταν να δούμε και μια καλή πλήρη απόδοση.

Για τα «γυμνά» CDS: «Η απαγόρευσή τους εξετάζεται σε επίπεδο ΕΕ». Αργείτε. Θα σας έχουν πάρει τα βρακιά μέχρι να αποφασίσετε.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Θα το αναθεωρήσω κάποια στιγμή, προς το παρόν πνίγομαι και απλώς κοπιπάστωσα... :eek:
 

nickel

Administrator
Staff member
Θα το αναθεωρήσω κάποια στιγμή, προς το παρόν πνίγομαι και απλώς κοπιπάστωσα... :eek:
Δεν έχουμε υποχρέωση να επιμελούμαστε κείμενα που αντιγράφουμε εδώ, ιδίως αν προέρχονται από επίσημους φορείς. Το κάνουμε μόνο αν έχουμε το χρόνο ή αν θέλουμε να δώσουμε σε κάποιο κείμενο αυτή την πρόσθετη αξία. Ή για να το κάνουμε να διαβάζεται: υπάρχουν κείμενα στο διαδίκτυο που για διάφορους λόγους δεν διαβάζονται με ευκολία ή χωρίς εκνευρισμό (γκρίκλις, ανορθόγραφα, λέξεις ενωμένες όπως σε κάποιες σελίδες των Νέων). Επίσης, δεν είναι σκόπιμο να διορθώνουμε μεταφράσεις που με τα μικρά αθώα λαθάκια τους δίνουν λαβή σε κάποιο χρήσιμο γλωσσικό σχόλιο.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Σχετικά με την ορολογία πάντως, εγώ θα ήθελα να συζητήσουμε τα subprime loans, γιατί αυτό το μακρινάρι που χρησιμοποιεί το κοινοβούλιο είναι λίαν δύσχρηστο...
 
Αν κυριολεκτήσουμε, επισφαλή δάνεια είναι τα bad loans, δηλαδή δάνεια των οποίων η εξόφληση έχει ήδη καταστεί προβληματική. Στα ελληνικά είναι πιο συνηθισμένο να μιλάμε για επισφαλείς απαιτήσεις, κάτι που σημαίνει βέβαια ότι βλέπουμε το πράγμα αποκλειστικά από τη σκοπιά του δανειστή. Το prime/subprime έχει να κάνει με την αξιολόγηση του δανείου. Τίποτα δεν αποκλείει να καταστεί επισφαλές ένα δάνειο που είχε χαρακτηριστεί prime. Άλλωστε και τα περί ων ο λόγος χαρακτηρίζονταν κατά κανόνα prime μέχρι μία ημέρα πριν από το σκάσιμο της φούσκας. Εκείνοι που τα χαρακτήριζαν έτσι ήταν βέβαια οι γνωστοί μας οίκοι αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, οι οποίοι, όπως αποκαλύφθηκε, ενθυλάκωσαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια για να το κάνουν.

Νομίζω ότι μια λογική απόδοση του subprime loan εν γένει θα ήταν δάνειο μειωμένης εξασφάλισης (ή μειωμένης πιστωτικής διαβάθμισης/αξιολόγησης). Όταν μιλάμε για "ιδιαίτερα χαμηλής", παίζουμε με τις λέξεις. Το subprime δεν είναι εξ ορισμού θαλασσοδάνειο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση θα χρειαστεί πάντως να προσθέσουμε το "ενυπόθηκα", το οποίο υπονοείται.

Ένα άλλο πρόβλημα της απόδοσης είναι αυτό το "πιστοληπτική". Έχει βέβαια καθιερωθεί για τους οίκους αξιολόγησης, έχει καθιερωθεί και για την αξιολόγηση των εταιρειών, ουδέν πρόβλημα ίσαμε εδώ. Ωστόσο το credit rating, που μεταφράζεται με τον τρόπο αυτό, δεν αφορά μόνο εταιρείες αλλά και συγκεκριμένους τίτλους. Στην περίπτωση αυτή το "πιστοληπτική" μού φαίνεται κάπως αστείο. Μολονότι δεν γνωρίζω να έχει καθιερωθεί, μου φαίνεται εύλογο να μιλάμε τότε για πιστωτική διαβάθμιση ή αξιολόγηση.
 

nickel

Administrator
Staff member
Η αλήθεια είναι ότι, αν πρέπει να προσθέσεις το «(subprime)» για να φανεί σε τι αναφέρεται η επισφάλεια, δεν είναι πολύ πιο φλύαρο το καθιερωμένο «δάνεια μειωμένης εξασφάλισης». Με τον όρο «μη εξυπηρετούμενα δάνεια» για τα bad loans, έχω την εντύπωση ότι το επισφαλή έχει κάπως το ρόλο μπαλαντέρ. Πάει όπου να 'ναι, σαν μια λακωνική εκδοχή αφού έχει αναφερθεί ο καθιερωμένος όρος-μακρινάρι.
 
Κατά τη γνώμη μου, η απόδοση "μη εξυπηρετούμενα δάνεια" για το bad loans είναι παραπλανητική. Το δάνειο δεν χαρακτηρίζεται επισφαλές όταν η εξυπηρέτησή του έχει διακοπεί. Τότε τίθεται θέμα διαγραφής (write off), για να μη φουσκώνουν τεχνητά οι ισολογισμοί και επιτρέπουν να διογκώνεται το παθητικό με αντίκρυσμα ένα πλασματικό ενεργητικό. Επισφαλή δάνεια (ή απαιτήσεις) είναι ακριβώς αυτό που λέει η λέξη. Δάνεια των οποίων η εξόφληση έχει καταστεί αβέβαιη. Απ' ό,τι ξέρω, συνήθως αρκούν μερικές καθυστερήσεις πληρωμής για να τεθεί ζήτημα να χαρακτηριστεί το δάνειο επισφαλές.
 

bl00m

New member
Ευχ, Παλ Αύρα! :)

Μου αρέσει πάντως (στην πραγματικότητα, δεν μου αρέσει) η δυσκολία που έχουμε μερικές φορές να μεταφράζουμε πιο ανάλαφρα τα λεγόμενα «σοβαρά και βαριά» κείμενα, με αποτέλεσμα να χάνονται εξαιρετικές λεπτομέρειες των πρωτότυπων κειμένων, όπως εδώ:

As planet Earth does not trade with other planets, surpluses in one part of the world must necessarily be reflected in deficits elsewhere - not every economy can be an export champion and have an excess of exports over imports.

...που έχασε την παρομοίωση και τη ζωντάνια του για να γίνει ένα στεγνό και αφυδατωμένο...

Το παγκόσμιο σύστημα είναι από τη φύση του κλειστό κι έτσι τα πλεονάσματα των μεν αντανακλώνται στα ελλείμματα των δε, καθώς δεν είναι δυνατόν να έχουν όλες οι χώρες περισσότερες εξαγωγές από ότι εισαγωγές.

Αντιγράφω από το βιβλίο "Μακροοικονομική" των Abel και Bernanke (γνωστός και ως ελικοπτεράκιας):

"Ωστόσο, όταν αθροίζονται τα επίσημα μεγέθη των ισοζυγίων τρεχουσών συναλλαγών όλων των χωρών του κόσμου, εμφανίζεται έλλειμμα. Για παράδειγμα, το ΔΝΤ προέβλεπε για το 1999 ότι το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών των αναπτυγμένων χωρών θα είχε συνολικά $39,9 δισ. έλλειμμα, των αναπτυσσόμενων χωρών $70,5 δισ. έλλειμμα και των χωρών σε μετάβαση (πρώην κεντρικά σχεδιασμένες οικονομίες) $13,4 δισ. έλλειμμα, που σημαίνει πως το παγκόσμιο έλλειμμα του ισοζυγίου πληρωμών θα ήταν $123,8 δισ. Είναι, μήπως, η Γη καθαρή εισαγωγέας και το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών του Άρη παρουσιάζει πλεόνασμα;"

Παρακάτω μας εξηγούν ότι οφείλεται σε στατιστικά σφάλματα ή προβλήματα μέτρησης.
 
Last edited by a moderator:

Earion

Moderator
Staff member
Καλά λέει ο Χώκινγκ να προσέχουμε τους εξωγήινους. Ακόμα δεν τους είδαμε κι έχουν αρχίσει ήδη να απομυζούν τη Γη!
 

nickel

Administrator
Staff member
Καλά λέει ο Χώκινγκ να προσέχουμε τους εξωγήινους. Ακόμα δεν τους είδαμε κι έχουν αρχίσει ήδη να απομυζούν τη Γη!
Βέβαια, ο Νανόπουλος είπε ότι αυτό ήταν στο πλαίσιο του ανέκδοτου «Λέμε και καμιά κουταμάρα να περνάει η ώρα». (Βηmagazino)
 

nickel

Administrator
Staff member
Στην ορολογία θα πρέπει να βάζουμε σιγά σιγά και το «κούρεμα» (haircut), δηλαδή τη μερική διαγραφή χρεών. Προς το παρόν, κοιτάμε να δούμε αν μας πάνε οι ανταύγειες.
 
Κατά τη γνώμη μου, η απόδοση "μη εξυπηρετούμενα δάνεια" για το bad loans είναι παραπλανητική. Το δάνειο δεν χαρακτηρίζεται επισφαλές όταν η εξυπηρέτησή του έχει διακοπεί. Τότε τίθεται θέμα διαγραφής (write off), για να μη φουσκώνουν τεχνητά οι ισολογισμοί και επιτρέπουν να διογκώνεται το παθητικό με αντίκρυσμα ένα πλασματικό ενεργητικό. Επισφαλή δάνεια (ή απαιτήσεις) είναι ακριβώς αυτό που λέει η λέξη. Δάνεια των οποίων η εξόφληση έχει καταστεί αβέβαιη. Απ' ό,τι ξέρω, συνήθως αρκούν μερικές καθυστερήσεις πληρωμής για να τεθεί ζήτημα να χαρακτηριστεί το δάνειο επισφαλές.

Συμφωνώ και επαυξάνω
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Με καθυστέρηση, συμφωνώ κι εγώ για το bad loans = επισφαλή δάνεια (ή και επισφαλείς απαιτήσεις). Το έχω δει άπειρες φορές σε ισολογισμούς.

Θα προτείνω κάτι: θα μαζέψω (όταν ανασάνω) τους αγγλικούς όρους σε μια στήλη με τις προτάσεις του κοινοβουλίου και μετά μπορούμε να προσθέσουμε δίπλα τις δικές μας προτάσεις, τι λέτε;
 
Palavra, αν μπεις στον κόπο να στρώσεις το τραπέζι, φοβάσαι ειλικρινά ότι δεν θα προσέλθουν οι τεμπέληδες;
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Φοβάμαι περισσότερο μήπως οι τεμπέληδες πάρουν τα έτοιμα που είναι χαλασμένα και μετά κάνω επιμέλεια στις μεταφράσεις τους... (αυτοβιογραφικό :D)
 
Top