πολιτική ανυπακοή = civil disobedience

nickel

Administrator
Staff member
Wikipedia:

Civil disobedience is the active refusal to obey certain laws, demands and commands of a government, or of an occupying power, without resorting to physical violence. It is one of the primary tactics of nonviolent resistance. In its most nonviolent form (known as ahimsa or satyagraha) it could be said that it is compassion in the form of respectful disagreement.

Civil disobedience is one of the many ways people have rebelled against unfair laws. It has been used in many well-documented nonviolent resistance movements in India (Gandhi's social welfare campaigns and campaigns for independence from the British Empire), in South Africa in the fight against apartheid, in the American Civil Rights Movement and in peace movements worldwide. One of its earliest massive implementations was by Egyptians against the British occupation in the nonviolent 1919 Revolution.

The American author Henry David Thoreau pioneered the modern theory behind this practice in his 1849 essay Civil Disobedience, originally titled "Resistance to Civil Government". The driving idea behind the essay was that of self-reliance, and how one is in morally good standing as long as one can "get off another man's back"; so one does not have to physically fight the government, but one must not support it or have it support one (if one is against it). This essay has had a wide influence on many later practitioners of civil disobedience. In the essay, Thoreau explained his reasons for having refused to pay taxes as an act of protest against slavery and against the Mexican-American War.
[...]
Theories and techniques
In seeking an active form of civil disobedience, one may choose to deliberately break certain laws, such as by forming a peaceful blockade or occupying a facility illegally. Protesters practice this non-violent form of civil disorder with the expectation that they will be arrested, or even attacked or beaten by the authorities. Protesters often undergo training in advance on how to react to arrest or to attack, so that they will do so in a manner that quietly or limply resists without threatening the authorities.

For example, Mahatma Gandhi outlined the following rules, in the time when he was leading India in the struggle for Independence from the British Empire:
  1. A civil resister (or satyagrahi) will harbour no anger.
  2. He will suffer the anger of the opponent.
  3. In so doing he will put up with assaults from the opponent, never retaliate; but he will not submit, out of fear of punishment or the like, to any order given in anger.
  4. When any person in authority seeks to arrest a civil resister, he will voluntarily submit to the arrest, and he will not resist the attachment or removal of his own property, if any, when it is sought to be confiscated by authorities.
  5. If a civil resister has any property in his possession as a trustee, he will refuse to surrender it, even though in defending it he might lose his life. He will, however, never retaliate.
  6. Retaliation includes swearing and cursing.
  7. Therefore a civil resister will never insult his opponent, and therefore also not take part in many of the newly coined cries which are contrary to the spirit of ahimsa.
  8. A civil resister will not salute the Union Flag, nor will he insult it or officials, English or Indian.
  9. In the course of the struggle if anyone insults an official or commits an assault upon him, a civil resister will protect such official or officials from the insult or attack even at the risk of his life.
 

Attachments

  • Thoreau - Civil Disobedience.pdf
    210.6 KB · Views: 242

nickel

Administrator
Staff member
Tου Πάσχου Μανδραβέλη

Η πολιτική της ανυπακοής

Καθημερινή, 21/12/2008

Kανείς στη Μασαχουσέτη των αρχών του 19ου αιώνα δεν θα πίστευε ότι ο ερημίτης της Κομητείας Κονκόρντ, ονόματι Χένρι Ντέιβιντ Θορό, θα γινόταν κάποτε επαναστάτης. Όπως και κανείς, πριν από τον Μαχάτμα Γκάντι, δεν έδωσε σημασία σε ένα μακροσκελές άρθρο με τον τίτλο «Αντίσταση στην πολιτική του κράτους» («Resistance to Civil Government») που δημοσιεύτηκε το 1849 στην εντελώς άγνωστη επιθεώρηση «Εsthetic Papers».

Ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό ήταν ένας άνθρωπος που ήθελε απλώς να τον αφήνουν ήσυχο. Ζούσε σε καλύβα δίπλα σε μια λίμνη στο δάσος που περιέβαλε το χωριό του. Αποτελούσε κάτι αξιοπερίεργο στην μικρή κοινότητα του Κόνκορντ διότι «γυρνούσε στα δάση, χωρίς καν να έχει όπλο». Σύμφωνα με τον μέντορά του, τον συγγραφέα και φιλόσοφο Ράλφ Γουόλντο Εμερσον, ο Θορό «δεν άσκησε ποτέ κανένα επάγγελμα. Ζούσε μόνος του δεν παντρεύτηκε ποτέ. Δεν ψήφισε ποτέ, δεν πήγε στην εκκλησία ποτέ, δεν πλήρωσε φόρους ποτέ. Δεν έφαγε ποτέ κρέας. Δεν ήπιε ποτέ κρασί και αρνιόταν την χρήση καπνού. Παρ’ όλο που ζούσε στη Φύση δεν χρησιμοποιούσε όπλο ή παγίδες ζώων. Δεν είχε το ταλέντο να γίνει πλούσιος, αλλά ήξερε πώς να είναι φτωχός χωρίς να επιτρέπει ούτε ένα σημάδι κακομοιριάς ή έλλειψης καλαισθησίας... Επέλεξε να γίνει ο εργένης της σκέψης και της Φύσης».

Παρ’ όλα αυτά ο Θορό δεν ήταν ξεκομμένος από τα πολιτικά και φιλοσοφικά ρεύματα της εποχής του. Ήταν ένθερμος υποστηρικτής του ελάχιστου κράτους και σφοδρός πολέμιος της δουλείας. Μετείχε στους κύκλους των στοχαστών του «υπερβατισμού» (transcendentalism), ένα ρεύμα ιδεών που αναπτύχθηκε στην Νέα Αγγλία τον 19ο αιώνα, πατριάρχης του οποίου ήταν ο Ράλφ Γουόλντο Εμερσον.

Ο Θορό έγραφε πολύ, κυρίως πράγματα που είχαν σχέση με τη Φύση, αλλά τα έργα του (ακόμη και το κορυφαίο «Waldo») θα ήταν μια υποσημείωση της ιστορίας αν ένα πρωί δεν χτύπαγε την πόρτα της καλύβας του ο έφορος της Μασαχουσέτης.

Ήταν η εποχή που οι ΗΠΑ είχαν ξεκινήσει έναν κατακτητικό πόλεμο κατά του Μεξικού (που κατέληξε στην προσάρτηση του Τέξας και άλλων εδαφών μέχρι την Καλιφόρνια), πόλεμο στον οποίο εναντιώνονταν όλα τα φιλελεύθερα πνεύματα των ΗΠΑ και, φυσικά, ο Θορό. Ήταν, επίσης, η εποχή που ανθούσε η δουλεία. Ο Θορό, όπως και πολλοί άλλοι (κυρίως «Κουάκεροι»), αρνούνταν να πληρώνουν φόρους με τη λογική ότι δεν ήθελαν να συμβάλλουν σε έναν άδικο πόλεμο που θα ενίσχυε τον θεσμό της δουλείας. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Θορό αρνήθηκε να πληρώσει άδικο φόρο. Όπως διηγήθηκε ο ίδιος, στα 1835 «το Κράτος με συνάντησε εκ μέρους της Εκκλησίας και με διέταξε να πληρώσω ένα συγκεκριμένο ποσό για έναν κληρικό, τη λειτουργία του οποίου ο πατέρας μου παρακολουθούσε, αλλά όχι εγώ. “Πλήρωσε”, μου είπαν, “ή θα πας φυλακή”. Αρνήθηκα, αλλά δυστυχώς κάποιος άλλος πλήρωσε εκ μέρους μου. Δεν έβλεπα τον λόγο γιατί ο δάσκαλος έπρεπε να πληρώσει τον παπά και όχι ο παπάς τον δάσκαλο, αφού δεν ήμουν δάσκαλος της Πολιτείας, αλλά στηριζόμουν σε μη υποχρεωτικές συνδρομές (των μαθητών)... Πάντως, έπειτα από απαίτηση των αρχών, συμφώνησα να κάνω μια γραπτή δήλωση που έλεγε περίπου τα εξής: “Εγώ, ο Χένρι Ντέιβιντ Θορό δηλώνω σε όλους ότι δεν επιθυμώ να είμαι μέλος οποιασδήποτε κοινότητας στην οποία δεν έχω κάνει αίτηση να ενταχθώ”».

Κατόπιν αυτού, ουδείς του ξαναζήτησε εκκλησιαστικό φόρο, αλλά ούτε φόρο εισοδήματος (επειδή δεν είχε εισόδημα) ούτε φόρο ακίνητης περιουσίας (επειδή δεν είχε ακίνητη περιουσία). Όμως, τον Ιούλιο του 1846 εκλήθη να πληρώσει αναδρομικά «εκλογικό φόρο» έξι ετών που στην ουσία είναι «κεφαλικός φόρος». Φυσικά αρνήθηκε (δεν ψήφιζε καν) και καταδικάστηκε σε φυλάκιση. Αρνήθηκε να εξαγοράσει την ποινή του και οργίστηκε όταν (πιθανότατα) η αδελφή του πλήρωσε για να βγει από τη φυλακή. Η μία νύχτα όμως που πέρασε στο κελί ήταν για τον ίδιο μια τρομαχτική εμπειρία. Τότε κατάλαβε, όπως έγραψε στο ημερολόγιό του, την τρομαχτική δύναμη του κράτους να παραβιάζει τη συνείδηση και τα πιστεύω των πολιτών.

Αυτή η εμπειρία έγινε διάλεξη και η διάλεξη άρθρο για να καταλήξει σε μια κλασική πολιτική πραγματεία με το όνομα «Πολιτική ανυπακοή», η οποία εξετάζει πώς και υπό ποιες προϋποθέσεις οι άνθρωποι υπακούουν στους νόμους, ακόμη κι αν πιστεύουν ότι οι νόμοι είναι άδικοι. Το έργο πέρασε απαρατήρητο τα επόμενα 50 χρόνια ώσπου ένας Ινδός δικηγόρος στη Νότιο Αφρική το έκανε ευαγγέλιο του κινήματος της «μη-συνεργασίας με τις αρχές». Ο Μαχάτμα Γκάντι ήταν ο πρώτος που έκανε πράξη τις ιδέες του Θορό, ακολούθησε ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και πολλοί άλλοι.

Από τον Σοφοκλή στον Τζον Ρολς

Η πολιτική ανυπακοή απαντάται για πρώτη φορά στον Σοφοκλή. Μόνο που το αίτημα της Αντιγόνης δεν είναι πολιτικό, είναι ηθικό. Η ηρωίδα της τραγωδίας παραβαίνει τον άδικο για τους Θεούς νόμο και θάβει τον αδελφό της.

O Θορό –αν και περιέργως πως δεν αναφέρει πουθενά την Αντιγόνη στην πραγματεία του– ξεκινάει μεν από την ηθική των ατόμων που είναι πιο ιερή από τους νόμους του κράτους, αλλά κάνει το αίτημα πολιτικό. Για την ακρίβεια, η μεγαλύτερη συμβολή του Θορό δεν είναι ότι ενέπνευσε ειρηνικές επαναστάσεις, οι οποίες άλλαξαν τον κόσμο. Η μεγαλύτερη συμβολή του είναι ότι επαναστατικοποίησε την ιδέα της επανάστασης. Μέχρι το «Civil Disobedience» η ιδέα της επανάστασης ήταν συνυφασμένη με τη βία και το αίμα. Ο Θορό αντέτεινε ότι ένας πολίτης, στηρίζοντας έναν άδικο νόμο μέσω της υπακοής ή της χρηματοδότησης, κατ’ ουσίαν τροφοδοτεί την αδικία. Οι άνθρωποι με συνείδηση μπορούν να πολεμήσουν την αδικία χωρίς να καταφύγουν στη βία. Μπορούν να επιβραδύνουν και τελικά να σταματήσουν την μηχανή της αδικίας χρησιμοποιώντας την τριβή της «μη-συνεργασίας».

Ο μεγάλος φιλόσοφος του Δικαίου Τζον Ρολς [John Rawls] πήγε την πολιτική ανυπακοή ένα βήμα παραπέρα. Έθεσε τους κανόνες της. Όταν κάποιοι πολίτες νιώθουν ότι ο νόμος προσβάλλει τα δικαιώματά τους, οφείλουν να τον παραβούν τηρώντας όμως τρεις προϋποθέσεις: 1) η παραβίαση του νόμου να μην εμπεριέχει βία 2) να γίνεται δημόσια (δηλαδή και χωρίς κουκούλες) 3) οι παραβάτες να πληρώνουν το τίμημα της παράβασης. Το τελευταίο είναι κρίσιμο. Πρώτον, πιστοποιεί ότι οι παραβάτες δεν εξυπηρετούν ίδιον όφελος παραβαίνοντας το νόμο και δεύτερον μεγιστοποιείται το αποτέλεσμα της πολιτικής ανυπακοής. Είτε επικοινωνιακά είτε διά της νομολογίας που εκδίδει κάποιο δικαστήριο.

Μετά απ’ όλα αυτά, πρέπει να αναλογιστούμε κάτι σε σχέση με τα ελληνικά πράγματα: πόση «Πολιτική ανυπακοή» και πόσο απολιτικό μπάχαλο ζήσαμε αυτές τις μέρες; Οχι μόνο κατά τη διάρκεια της νεολαιίστικης εξέγερσης, αλλά γενικώς.

Ιnfo
- Ντέιβιντ Χένρι Θορό, «Πολιτική ανυπακοή - Ζωή χωρίς αρχές - Περπατώντας», τρία δοκίμια, εκδ. «Διεθνής Βιβλιοθήκη»
- Τζον Ρολς, «Θεωρία της Δικαιοσύνης», εκδ. Πόλις
- Τζον Ρολς, «Η δίκαιη κοινωνία», εκδ. Πόλις
 
Top