metafrasi banner

attending the precedent relation

Τον 16ο αιώνα ιερείς-λογοκριτές της Καθολικής Εκκλησίας ανταλλάσσουν μεταξύ τους σημειώματα για να δουν αν θα επιτρέψουν ή όχι τη δημοσίευση βιβλίων. Σε κάποιο σημείο μιας τέτοιας επικοινωνίας, ένας βικάριος γράφει:

Attending the precedent relation, it is allowed that this present work of Davanzati may be printed.

Τα όσα έχουν προηγηθεί διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κάτι μεμπτό στο έργο του Νταβαντζάτι.

Μήπως μπορείτε να σκεφτείτε κάποια τυποποιημένη, νομικίστικη φράση που έχει το νόημα "μετά τα προηγηθέντα"; Κάτι τέτοιο...

Ευχαριστώ εκ των προτέρων.
 

Earion

Moderator
Staff member
Κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα...
Δυνάμει των εν τοις προηγουμένοις αναφερθέντων...
 

nickel

Administrator
Staff member
Attending the precedent relation, it is allowed that this present work of Davanzati may be printed.

Σε σχέση με το παραπάνω σημείωμα, διαβάζω την παρακάτω εξήγηση σε υποσημείωση του βιβλίου John Milton Prose: Major Writings on Liberty, Politics, Religion, and Education:

On the English Schism by Bernardo Davanzati (1529–1606) was reissued in Florence in 1638 with the permissives to print which Milton reproduces here.

Ίσως μια επεξηγηματική μετάφραση θα βοηθούσε: «Παρατείνοντας την προηγούμενη άδεια», «Λαμβάνοντας υπ' όψιν την προηγούμενη άδεια».
 
Κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα...

Νομίζω αυτό/περίπου αυτό θέλω. Ευχαριστώ, Earion.
Nickel, θα σκεφτώ την ερμηνεία σου, αλλά προς το παρόν πιστεύω ότι αναφέρεται στην παρούσα ανταλλαγή μηνυμάτων.
 
. Σε κάποιο σημείο μιας τέτοιας επικοινωνίας, ένας βικάριος γράφει:

Attending the precedent relation, it is allowed that this present work of Davanzati may be printed.

Τα όσα έχουν προηγηθεί διαβεβαιώνουν ότι δεν υπάρχει κάτι μεμπτό στο έργο του Νταβαντζάτι.

.

Αυτό που έχει προηγηθεί, αν δεν κάνω λάθος, είναι η σχετική κρίση ενός πρωτοσύγγελου (;)

Οπότε θα έλεγα: "σύμφωνα με την προηγούμενη/εν λόγω αναφορά κλπ κλπ"
 
Ως τώρα το έχω "Κατά την ανωτέρω επικοινωνία". (?)
Και βλέπουμε...

Αλλά - ωραίο και το "αναφορά" - δλδ. αναφορά ότι δεν υπάρχει κάτι μεμπτό στο έργο. Ναι, καλή ιδέα κι αυτό.
 
Ναι, στο εν λόγω "νομικίστικο" συγκείμενο, νομίζω πως relation= statement

Ο βικάριος ζητάει μια γνωμοδότηση/ κρίση από τον chancellor, ο τελευταίος αποφαίνεται και ο βικάριος "σύμφωνα με την εν λόγω αναφορά" κλπ
 

pontios

Well-known member
Μήπως είναι μια αρχή κατά την οποία οι ιερείς λογοκριτές εξετάζουν αν θα επιτρέψουν ή όχι τη δημοσίευση βιβλίων/κείμενων;

... "precedent relation" might mean that the text must "relate to" all the previous scriptures (which could be the "precedent"?)- that it must agree/be in step (both in word and spirit) with the accepted scriptures/teachings/writings before it is sanctioned?

... i.e., something "unrelated" or extraneous would not be accepted?

Perhaps an example where this "precedent relation" was deemed not to exist is the apocryphal texts?
 
Ενδιαφέρουσα κι αυτή η ερμηνεία. Σε αυτή την περίπτωση θα λέγαμε κάτι σαν "Σύμφωνα με τα έως τώρα ισχύοντα"; (Η λέξη "δεδικασμένο" δεν φαίνεται να κολλάει εδώ.) Τι άλλο;

Αυτή η μικρή φράση αρχίζει να γίνεται πρωτεϊκή...
 
Εάν δεν κάνω κάποιο λάθος και το συγκείμενο είναι αυτό:

(Vincent Rabbata, vicar of Florence): Let the chancellor Cini be pleased to see if in this present work be contained aught that may withstand the printing;

(Nicolo Cini, chancellor of Florence): I have seen this present work, and find nothing athwart the catholic faith and good manners; in witness whereof I have given, & c.

(Vincent Rabatta, &c.): Attending the precedent relation, it is allowed that this present work of Davanzati may be printed

νομίζω πως ερμηνεύω ορθά («προηγούμενη/εν λόγω αναφορά»)
 
Ναι, αυτό είναι το συγκείμενο.

Ωραία, ευχαριστώ πολύ, ανεπίψογε (και όλους τους άλλους, φυσικά).
 

pontios

Well-known member
Εάν δεν κάνω κάποιο λάθος και το συγκείμενο είναι αυτό:

(Vincent Rabbata, vicar of Florence): Let the chancellor Cini be pleased to see if in this present work be contained aught that may withstand the printing;

(Nicolo Cini, chancellor of Florence): I have seen this present work, and find nothing athwart the catholic faith and good manners; in witness whereof I have given, & c.

(Vincent Rabatta, &c.): Attending the precedent relation, it is allowed that this present work of Davanzati may be printed

νομίζω πως ερμηνεύω ορθά («προηγούμενη/εν λόγω αναφορά»)

Ναι, το πιο πιθανόν είναι αυτό, νομίζω ... attending the precedent relation (which sounds like poor english) = noting (or maybe "deferring to") the previous/preceding person's comment/opinion (more or less) ... a chancellor would probably be higher ranking (cf. a vicar)?
 
Αυτό που έχει προηγηθεί, αν δεν κάνω λάθος, είναι η σχετική κρίση ενός πρωτοσύγγελου (;)

Ο "πρωτοσύγκελος" από ό,τι είδα είναι ό,τι πιο κοντά, αλλά χρησιμοποιείται στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Μια επικοινωνία με τις πολύ εξυπηρετικές και ευγενικές κυρίες στη γραμματεία της Καθολικής Επισκοπής Σύρου μου έδωσε την απόδοση "γραμματέας". Επίσης, στα ελληνικά έχει αποδοθεί και ως "καντζιλιέρης" - απλώς ως πληροφορία το δίνω αυτό.

(π.χ. Ένας Γιώργης Πρεβελέζιος αναφέρεται ως καντζιλιέρης, ανώτερος δηλαδή αξιωματούχος της κοινότητας με ευρείες αρμοδιότητες, τα έτη 1808 και 1810-11 - εδώ).
 
.
Επίσης, στα ελληνικά έχει αποδοθεί και ως "καντζιλιέρης" - απλώς ως πληροφορία το δίνω αυτό.

Ωραίο αυτό το «κατζιλιέρης»! Από το οποίο βλέπω και κατζιλερία/κατζελαρία/καγκελαρία

Βλέπω επίσης τζαντζιλιέρης/τζανσελλιέρης, και να που φτάνουμε στον chancellor, δηλ. κατά πώς φαίνεται στον εκκλησιαστικό «Καγκελάριο» της συζητούμενης εποχής. (The word "chancellor" comes from the Latin cancellarius.)

Μάλιστα, «The Fourth Council of the Lateran (1215) ordered bishops to have a public person or two other competent men for the work of drawing up both judicial and extrajudicial acts [...] These officials came to be termed variously: chancellors, notaries, actuaries, and tabelliones.»
https://www.encyclopedia.com/religi...cripts-and-maps/chancellor-diocesan-eparchial

Δηλ. εδώ μάλλον έχουμε την περίπτωση cancellor of a diocese: an ecclesiastical judge uniting the functions of vicar-general an official principal, appointed to assist the bishop in questions of ecclesiastical law, and holds his courts for him (THE CHAMPERS DICTIONARY)

Άρα, θαρρώ πως το «πρωτοσύγγελος" που πιθανολόγησα θα πρέπει να γίνει «καγκελάριος»:drool:
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Λεξικό Κριαρά (μσν.)
καντζιλιέρης ο· καντζιλέρης· κατζιλ(ι)έρης. – Βλ. και τζανσελλιέρης. Ανώτατος αξιωματούχος: καντζιλιέρην μέγαν του συγκρίτου (Μαχ. 29626).
[<ιταλ. cancelliere. Λ. ‑λέριος το 12. αι. Η λ. στο Du Cange (λ. ‑λέριος)]



βιτσεκαντζιλλιέρης ο. «Aντικαγκελλάριος», υπογραμματέας της βασιλικής αυλής: έποικάν τον και βιτσεκαντζιλλιέρην (Βουστρ. 19817‑8).
[<ιταλ. vicecancelliere]
 
κατζελλαρία, η (ιταλ. cancellaria) = δημόσιον γραφείον

κατζιλλιέρος, ο (ιταλ. cancelliere) = ο ανήκων εις την καγκελλαρίαν

http://eranistis.net/wordpress/2013/07/22/γλωσσάρι-από-τα-αρχεία-της-ελληνικής-π/

Στη Σύρο ιδία Αρχή ήταν η «Καγκελαρική» (βλ. περί Καγκελαρίας και καγκελαρίων εκεί στις σελ. 443-44 του Τ. Αμπελά, «Ιστορία της νήσου Σύρου»:

https://books.google.gr/books?id=adhiAAAAcAAJ&printsec=frontcover&hl=el#v=onepage&q&f=false
 
Top