αμετάκλητη εκδίκαση

marilenakv

New member
Εντοπίζω τον όρο "αμετάκλητη εκδίκαση" ως "final judgment" σε κείμενα σχετικά με τον Ποινικό Κώδικα.
Παρόλα αυτά η "αμετάκλητη εκδίκαση", από όσο καταλαβαίνω αποκλείει τη δυνατότητα έφεσης.
Ωστόσο, το "final judgment", περιέχει δυνατότητα έφεσης:

"Final Judgment
The last decision from a court that resolves all issues in dispute and settles the parties' rights with respect to those issues. A final judgment leaves nothing except decisions on how to enforce the judgment, whether to award costs, and whether to file an appeal".


Τι ισχύει;

(μεταφράζω κείμενο σχετικά με το άρθρο 2 του ΠΚ)
 
Δεν έχω ειδίκευση σε τέτοια κείμενα, γι' αυτό καλύτερα να περιμένεις τους πιο ειδικούς. Ωστόσο, ψάχνοντάς το λίγο, καταλαβαίνω ότι κανένα από τα δύο δεν αποκλείει απολύτως να κυνηγήσει ο "χαμένος" έτι περαιτέρω την υπόθεσή του, απλώς μετά καταφεύγει σε πιο "εξαιρετικές" διαδικασίες:

final judgement
A judgement becomes final when it can no longer be challenged with an appeal, or if no appeal is possible against it. At this point, the criminal procedure closes and the decision about the case becomes final.

A final judgement can only be challenged with extraordinary legal remedies, which are:

a reopening of the criminal procedure;
an extraordinary reduction of the punishment;
a request for the protection of legality.
Each extraordinary legal remedy is subject to different conditions regarding the persons entitled to lodge it; the grounds based on which it can be lodged; and the time limit within which it can be lodged.

If you feel that the final judgement violates the rights to which you are entitled under the Constitution, you can lodge a constitutional complaint with the Constitutional Court.


Κι εδώ μια χρήση της φράσης "αμετάκλητη απόφαση/εκδίκαση" που δείχνει, νομίζω, μια παρόμοια σημασία:

Η επανάληψη της ποινικής διαδικασίας που προβλέπεται από το άρθρο 525 του Κ.Π.Δ. θεωρείται έκτακτη ποινική διαδικασία με σκοπό τη διόρθωση των σφαλμάτων της αμετάκλητης καταδικαστικής απόφασης, που αφορούν τον καταδικασθέντα ή το δικαστήριο.

και

Συνεπώς, ακόμη και μετά την αμετάκλητη εκδίκαση της ποινικής υπόθεσης, όταν βεβαιωθεί η υπέρβαση της λογικής προθεσμίας από το ΕΔΔΑ επιβάλλεται η άμεση επανάληψη της διαδικασίας προς το συμφέρον του καταδικασμένου, επειδή η έννομη τάξη δεν επιτρέπεται πλέον ν' ανέχεται την ύπαρξη εσφαλμένων καταδικαστικών αποφάσεων, όπως είναι εκείνες που εκδόθηκαν καθ' υπέρβαση της λογικής προθεσμίας.



Αλλά (επιμένω) καλύτερα να περιμένεις τους περισσότερο ειδικούς.
 
Κι εγώ με επιφύλαξη, καθότι μη ειδικός :blush:.

Αν ισχύει αυτό που αναφέρεται στο #1 και μπορεί να ασκηθεί έφεση κατά της απόφασης, τότε η απόφαση αυτή δεν είναι ούτε αμετάκλητη, ούτε ανέκκλητη, ούτε τελεσίδικη. Μέχρι να εμφανιστεί ο ειδικός που λέγαμε, θα μιλούσα για "οριστική απόφαση" (π.χ. όχι απόφαση επί προσωρινών μέτρων).

Αν ισχύει αυτό που αναφέρεται στο #2 και μπορούν να ασκηθούν κατά της απόφασης μόνο έκτακτα ένδικα μέσα, θα έτεινα μάλλον προς το "τελεσίδικη" αντί του "αμετάκλητη", αλλά αμφιβάλλω αν υπάρχει συνέπεια στη χρήση των δύο όρων.
 

Palavra

Mod Almighty
Staff member
Να 'μαι κι εγώ!
Παραθέτω από το παλιότερο νήμα μας για το τελεσιδικώ:
Μεταφέρω από τον πάντα χρήσιμο ιστότοπο του καθηγητή Κ. Ε. Μπέη:

"οριστικές αποφά­σεις είναι εκείνες, οι οποίες θα προκαλέσουν δεδικασμένο, όταν θα είναι πια απρόσβλητες με τακτικά ένδικα μέσα...
Μη οριστική απόφαση είναι εκείνη που δεν περιέχει διάγνωση της ισχύος ή μη μιας ουσιαστικής ή δικονομικής σχέσης, αλλά είτε περιορίζεται σε προκαταρκτικές διαπιστώσεις (λχ ως προς τη νομική βασιμότητα της αγωγής) είτε διατάζει τα απαραίτητα μέτρα για τη διεξαγωγή της διαδικα­σίας (λχ η απόφαση που διατάζει τη διεξαγωγή αποδείξεων)...

Οι οριστικές αποφάσεις που δεν προσβάλλονται με τα τακτικά ένδικα μέσα της ανακοπής ερημοδικίας και της έφεσης χαρακτηρίζονται ως τελεσί­δικες.

Οι τελεσίδικες αποφάσεις που δεν προσβάλλονται με τα έκτακτα ένδικα μέσα της αναίρεσης και της αναψηλάφησης χαρακτηρίζονται ως αμετάκλη­τες".

Ας παίξουμε λοιπόν :) με τα definitive και final ή με ό,τι άλλο. Πρόταση δεν αποτολμώ να κάνω, το μόνο που διαπιστώνω είναι ότι στη νομοθεσία (και, φευ, τη νομολογία) της ΕΕ επικρατεί δυστυχώς σύγχυση (π.χ. επισημαίνω τη μετάφραση με τον όρο "τελεσίδικη" σε περιπτώσεις που το πρωτότυπο αναφέρεται σε δεδικασμένο και, επομένως, σε οριστική απόφαση).




Μετά το παραπάνω, διάβασα πιο προσεκτικά το λήμμα του Black's Dictionary of Law, και πρόσεξα ότι ως συνώνυμα του final judgement δίνει, μεταξύ άλλων, τα final appealable judgement, definitive judgement, και determinative judgement. Δηλαδή, αυτές οι οριστικές αποφάσεις είναι εφέσιμες. Επομένως, θα πρότεινα τις εξής αποδόσεις:

τελεσίδικη απόφαση = final unappealable judgement (χάνουμε την ανακοπή ερημοδικίας, αλλά και αυτή μια μορφή έφεσης είναι)
αμετάκλητη απόφαση = final irrevocable judgement​
 
Top