eventify

Πρώτη μου επαφή με αυτή τη λέξη σήμερα, σε κάποια διόδια μετά την Κόρινθο.

eventify.jpg

Αυτόματα άρχισα να αναρωτιέμαι πώς θα μεταφραζόταν, αλλά την εγκατέλειψα την προσπάθεια γιατί η σκέψη μου πήρε αστείες κατευθύνσεις.
Βλέπω ότι χρησιμοποιείται αρκετά ως επωνυμία επιχειρήσεων και εφαρμογών, και με μια πρώτη ματιά δε βλέπω να έχει ενταχθεί ιδιαιτέρως στο κοινό λεξιλόγιο.

Παρ' όλα αυτά, την έχει το urban dictionary.
 
Στην περίπτωση αυτή η μετάφραση του event θα ήταν μάλλον "εμπειρία". Άρα, "γεμίστε με εμπειρίες από την Ελλάδα" ή κάποια συντομευμένη εκδοχή στο ίδιο μοτίβο. Σημειωτέον ότι μιλάμε συχνά και για σκέτο γέμισμα: η ζωή του είναι γεμάτη, πέρασε γεμάτη ζωή κτλ. Αλλά δεν θα μπω στον πειρασμό να εφεύρω εξυπνακίστικο διαφημιστικό σλόγκαν.
 
Βρίσκω ενδιαφέρον το γεγονός ότι δε φαίνεται να χρησιμοποιείται ακόμα στην καθημερινή γλώσσα στ' αγγλικά - δηλαδή, από τις 11 σελίδες αποτελεσμάτων, μόνο στην 7η βρήκα παραδείγματα, κι αυτά από το Webster - μάλιστα σε κάποια σελίδα που, αν καταλαβαίνω καλά, περιλαμβάνει προτάσεις για λημματογράφηση.

"eventify (verb) : to fill with events, to make more eventful.

Let's think how we could eventify our next vacation. You know I love you but our relationship is becoming a routine. I'm looking for some ways to eventify it. It seems desirable to eventify one's life, but this might prove distracting or even destructive for life itself. —Mikhail Epstein, Predictionary, 2003"

(Οπότε, αν σε 5 χρόνια αφθονεί στις αγγλόφωνες ταινίες, εγώ θα θυμάμαι την εποχή που ήταν βρέφος και το συνάντησα κάπου σε κάτι διόδια.)
 

nickel

Administrator
Staff member
Κι ενώ στο Webster προτείνεται η σημασία «γεμίζω με αξιομνημόνευτες εμπειρίες», στο Wiktionary έχει περάσει η σημασία «μετατρέπω σε αξιομνημόνευτο γεγονός» (αν και δεν είμαι βέβαιος ότι το φλύαρο παράδειγμα φτάνει για να στηρίξει αυτή τη σημασία).

eventify
event +‎ -ify
Verb

eventify (third-person singular simple present eventifies, present participle eventifying, simple past and past participle eventified)
(transitive) To make into a special event.
2002, Johan Coetser in The South African War: Occasion and Event in Afrikaans Theatre
According to Hauptfleisch (2001:170), events such as the Little Karoo Festival, eventify occasions in a fashion similar to the ancient festivals by turning an "[...] everyday life event (performing a play, a concerto, a dance, exhibiting a painting, a sculpture, an installation) [...] into a significant Cultural Event, framed and made meaningful by the presence of an audience [...] who will respond to the celebrated event."

https://en.wiktionary.org/w/index.php?title=eventify&rdfrom=Eventify

Δυο βιαστικές σκέψεις για απλή απόδοση: κάνω (κάτι) αξέχαστο | εμπλουτίζω.
 
«μετατρέπω σε αξιομνημόνευτο γεγονός»

H σημασία της κατάληξης -ify ίσως να κάνει την πλάστιγγα να γέρνει προς αυτή την κατεύθυνση.

-ify

used with some adjectives and nouns to make verbs meaning ‘to become, or to make someone or something become, something’

classify
purify
pacify
terrify

Αλλά, ούτως ή άλλως, εάν γεμίσω ένα ταξίδι, π.χ., με αξιομνημόνευτες εμπειρίες, δεν το έχω μετατρέψει σε κάτι αξιομνημόνευτο, δεν το έχω κάνει αξέχαστο; Δεν είναι και πολύ μακριά νομίζω.
 

SBE

¥
Δεν αποκλείεται να έχει και τις δύο σημασίες, ανάλογα με τη χρήση.
Εγώ δεν το έχω ακούσει ποτέ μου, αλλά μπορώ να το φανταστώ σε καμιά διαφήμιση, σλόγκαν εταιρίας eventify your life
 
Top