καθετήρας ο: λεπτός σωλήνας, συνήθ. από λάστιχο, που τον εισάγουν σε φυσική κοιλότητα ή σε φυσικό ή τεχνητό πόρο του σώματος, για να διευκολύνουν την κένωσή τους ή για να παροχετεύσουν κάποια ουσία για θεραπευτικούς ή διαγνωστικούς σκοπούς
Ευχαριστώ πολύ, Δαεμάνε! Δεν ξέρω, δεν με βοηθάει το συγκείμενο και είμαι και άσχετη από ιατρικά, οπότε θα το δώσω στο γραφείο να το δει ο συνάδελφος που κάνει τις ιατρικές μεταφράσεις. :)