κυβερνητισμός

nickel

Administrator
Staff member
κυβερνητισμός (ο) η κατάκτηση της εξουσίας και η παραμονή στην κυβέρνηση ως κυρίαρχη προτεραιότητα, αν όχι αυτοσκοπός, ενός κόμματος, η προσκόλληση στην κυβερνητική εξουσία.

Άλλοι συνοπτικοί και ενδεχομένως ακριβέστεροι ορισμοί;

Και πώς το λέμε αυτό στα αγγλικά; Κάποια governmentism που κυκλοφορούν, δεν μου γεμίζουν το μάτι, καλά καλά δεν γεμίζουν την οθόνη μου.

Governmentalism είναι άλλο πράγμα (a disposition to enlarge or render general the legitimate sphere of government activity, τάση διεύρυνσης του ρόλου της κυβέρνησης, κάτι σαν statism, κρατισμός)

Πάμε σε περίφραση;
 

rogne

¥
Επειδή ο αρχικός ορισμός, αν και αρκετά περιεκτικός και ακριβής (θα πρόσθετα μόνο κάπου ένα "μέσω [κοινοβουλευτικών] εκλογών", προς αποφυγή παρεξηγήσεων), παραείναι ελληνικός, δεν μου φαίνεται τόσο κακό να καθιερωθεί και μια ελληνική χρήση του "governmentalism" (όπως π.χ. υπάρχει, ή μάλλον υπήρχε, και μια γαλλική*). Βασικά, τη βλέπω ήδη ν' αχνοφαίνεται την ελληνική βερσιόν: γκουγκλ.

* Το πλήρες παράθεμα απ' τους Άθλιους του Ουγκό που αναφέρεται στο λήμμα (εντελώς επίκαιρο, κτγμ): Un autre signe de ce temps, c’était l’anarchie mêlée au gouvernementalisme (nom barbare du parti correct). On était pour l’ordre avec indiscipline.
 
Top