à fleur de sol = που μόλις εξέχουν (από την επιφάνεια του εδάφους)

Είχε ένας φίλος στο κείμενό του rochers à fleur de sol. Το έψαξα, ρώτησα κι έναν φίλο Γάλλο, κι επειδή δεν ξέρω αν υπάρχει στα τρέχοντα λεξικά το βάζω εδώ. Αν είναι προφανές, σβήστε το.
 
Top