αιώρηση ή μετεώριση;

northaegean

New member
Καλή σας μέρα,
Το ελικόπτερο βρίσκεται στην αιώρηση ή μετεώριση; Η πλέον κοινή ερμηνεία είναι η αιώρηση. Είναι όμως η σωστή;
 
Last edited by a moderator:

nickel

Administrator
Staff member
Υποθέτω (και έχω δει ή ακούσει να ξανασυζητιέται αυτό) ότι θα θέλαμε η αιώρηση να περιορίζεται σε σώματα που ταλαντεύονται κρεμασμένα από κάπου και η μετεώριση να περιορίζεται στην ελεύθερη παραμονή ενός σώματος στον αέρα. Και μιλάμε για hovering.

Βεβαίως, το γεγονός ότι υπάρχει και είναι διαδεδομένη η χρήση της αιώρησης με τα ελικόπτερα θα μπορούσε να βάλει τέλος από νωρίς σ' αυτή τη συζήτηση. Αλλά είχαμε κάποτε σαφή διάκριση που ήρθαν τα ελικόπτερα και μας τη χάλασαν;

Από το λεξικό του Παπύρου δεν αποκομίζεις την εντύπωση ότι υφίσταται τέτοια διάκριση:
αιωρώ (-έω) (Α αἰωρῶ) (Ν συνήθως στη μέση φωνή)· Ι. (ενεργ.) υψώνω και κρατώ στον αέρα, κρατώ ή κινώ κάτι μετέωρο, μετεωρίζω· ΙΙ. (μέσ.) 1. είμαι μετέωρος, κρέμομαι στον αέρα, ταλαντεύομαι· 2. πετώ, περιφέρομαι, κυκλοφορώ, πλανιέμαι· 3. (για τα πτηνά) μετεωρίζομαι, ακινητώ στον αέρα, «ζυγίζομαι»· || (νεοελλ.) «κάνω κούνια», «κουνιέμαι» || (αρχ.) Ι. (ενεργ.) 1. ταλαντεύω, κουνώ, σείω σαν σε αιώρα*· 2. κρεμώ, εξαρτώ· 3. αναπτερώνω το ηθικό κάποιου· ΙΙ. (μέσ.) 1. δονούμαι, πάλλομαι στον αέρα· 2. εξαρτώμαι, κρέμομαι· 3. είμαι μετέωρος, αμφιταλαντεύομαι, βρίσκομαι σε αβεβαιότητα.

Η πρώτη σημασία στο ΛΝΕΓ λέει:
αιωρούμαι: 1. είμαι σε μετέωρη κατάσταση, στέκομαι στον αέρα: στον αέρα αιωρούνται μόρια σκόνης.
Στην αιώρηση 4. η παραμονή και ελεύθερη κίνηση αντικειμένου στον αέρα ή σε υγρό: η αιώρηση επιβλαβών σωματιδίων στον ατμοσφαιρικό αέρα.
Υπάρχει άλλωστε και το αιώρημα, «σύστημα δύο σωμάτων, ενός στερεού και ενός υγρού, όπου πολύ μικρά τεμάχια τού στερεού (μεγέθους μερικών εκατομμυριοστών τού εκατοστομέτρου) βρίσκονται διάσπαρτα στη μάζα τού υγρού».

Πάω και στο μετέωρος στο ΠαπΛεξ. Πρώτος ορισμός: «1. αυτός που αιωρείται πάνω από το έδαφος, που βρίσκεται ή γίνεται στον αέρα, εναέριος».

Έχω λοιπόν την εντύπωση ότι λάθος θα ήταν απλώς το να πούμε ότι κάποιος μετεωρίζεται στην αιώρα του κήπου του. Γιά να δούμε κι άλλες γνώμες.
 

nickel

Administrator
Staff member
Νομίζω ότι αξίζει και η προσθήκη λίγου LSJ:

αἰωρ-έω· fut. Pass.
-ηθήσομαι D.C.41.1, (ἀπ-) Hp.Fract.14, but -ήσομαι Aristid. 2.289J.: aor. ᾐωρήθην (v. infr.): pf. ᾐώρημαι Opp. H.3.532: (ἀείρω):—lift up, raise, ὑγρὸν νῶτον αἰωρεῖ, of the eagle raising his back and feathers, Pi.P.1.9; swing as in a hammock, αἰ. [γυναῖκα] ἐπὶ κλίνης φερομένην Hp.Mul.1.68, cf. Aret.CA1.4; τοὺς ὄφεις . . ὑπὲρ τῆς κεφαλῆς αἰωρῶν D.18.260.
hang, τινὰ ἐκ τοῦ ἀτράκτου Luc.JConf.4:—metaph., ᾐώρει . . ἐλπίς, ὅτι τὸν χάρακα αἱρήσουσι excited them to think that . . , App.BC2.81, cf. Plu. Brut. 37.—Never in good Att.
more freq. in Pass., to be hung, hang, δέρματα περὶ τοὺς ὤμους αἰωρεύμενα Hdt.7.92; αἰωρουμένων τῶν ὀστῶν being raised, lifted, Pl.Phd. 98d; αἷμα ᾐωρεῖτο spouted up, Bion 1.25; ὁ ἥλιος ὑπὸ πνευμάτων αἰωρεῖται is tossed, carried to and fro, Diog.Oen.Fr.8.
swing, float in air, Pl.La.184a; hover, of birds, Arist.Mir.836a12; of a dream, S.El.1390(lyr.); oscillate, Pl. Phd.112b; of an army, αἰωρουμένης στρατιᾶς περὶ Μεσοποταμίαν Plu. Ant.28.
take passive exercise, Gal. Thras. 23.
metaph., to be in suspense, ἐν κινδύνῳ to hang in doubt and danger, Th.7.77; αἰ. ἐν ἄλλοις depend upon . ., Pl.Mx.248a; αἰωρηθεὶς ὑπὲρ μεγάλων playing for a high stake, Hdt.8.100; αἰ. τὴν ψυχήν X.Cyn.4.4; τὸ μὴ -ούμενον τῆς ψυχῆς Epicur.Nat.22G.
Pass., to be held in suspense, threatened, ἀπαιδίας πρὸς τιμωρίαν -ουμένης Chor.p.71.3B.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Ομολογώ δεν περίμενα να συναντήσω τέτοιο πάθος πάνω στο συγκεκριμένο θέμα, όπως π.χ. εδώ: http://www.greekhelicopters.gr/helos/?p=2379. Να καταθέσω κι εγώ κάποια λεξικογραφικά ευρήματα από πηγές σχετικές με τον χώρο:

Λεξικό Αεροναυπηγικών Όρων (Τ.Ε.Ε.) — παρατηρώ μη ενιαία αντιμετώπιση, χώρια που γράφεται λανθασμένα η μετεώριση
Hover Out-of-Ground Effect = αιώρηση εκτός επίδρασης εδάφους
hovering = μετεώρηση (sic)
hovering ceiling = οροφή μετεώρησης (sic)

Λεξικό Τεχνικών & Αεροπορικών Όρων (Παναγιώτη Μ. Καράμπελα) — σημειώνω ότι ο συγγραφέας προέρχεται από την Πολεμική Αεροπορία, οπότε δεν δείχνει να επιβεβαιώνεται η διάκριση που επισημαίνεται στο άρθρο τού greekhelicopters.gr για προτίμηση της Π.Α. προς τη μετεώριση, αντί της (θεωρούμενης ορθότερης από το gh) αιώρησης
hover = μετέωρος, αιωρούμαι
hovering = αιώρηση

Οδηγός Νατοϊκής Ορολογίας Τριών Κλάδων (Σ.Σ.Ξ.Γ.)
hover = αιωρώ
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Μια ατυχία είναι ότι είπαμε αερόστρωμνα (και πλοία ταχείας μεταφοράς) τα hovercraft (θα είχαμε τουλάχιστον και άλλη μία «επίσημη» άποψη για το hover).
 

nickel

Administrator
Staff member
Να παρατηρήσουμε, πάντως, σε σχέση με τα παραπάνω λεξικογραφικά ότι το hover είναι μόνο ρήμα (δεν είναι επίθετο, δηλ. μετέωρος), είναι αμετάβατο και μεταφράζεται με ρήματα της μέσης: αιωρούμαι, μετεωρίζομαι, ζυγιάζομαι. *Αιωρώ δεν υπάρχει στη νεοελληνική.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Για το μετέωρος, που κι εμένα με ξένισε, υπέθεσα πως το παρέθεσε για συνθέσεις όπου το hover είναι α' συνθετικό (χωρίς και πάλι να σημαίνει πως το δικαιολογώ). Για το σχόλιό σου πως αιωρώ δεν υπάρχει στη νεοελληνική, λάβε υπόψη σου και το κοινό στο οποίο απευθύνεται το εν λόγω λεξικό. :D
 
Top