metafrasi banner

external referent

external referent = ?
Η καλύτερη φαντάζομαι απόδοση στα ελληνικά του όρου "referent" είναι "αναφερόμενο".
Δυσκολεύομαι όμως να αποδώσω το "external".
Υπάρχει μήπως δόκιμος γλωσσολογικός όρος στα ελληνικά;
 

nickel

Administrator
Staff member
Επειδή το αναφερόμενο μπορεί να οριστεί και ως αντικείμενο αναφοράς, αναρωτιέμαι μήπως θα βόλευε εδώ περισσότερο το αντικείμενο εξωτερικής αναφοράς, που είναι και αρκετά σαφές. Αλλά ας βοηθήσουν οι γλωσσολόγοι.
 
Καλημέρα σας, αγαπητέ μου.

Ο όρος μπορεί κάλλιστα να αποδοθεί αντικείμενο αναφοράς, όπως επισήμανε ο αγαπητός Νίκος. Εκφράζει τη σχέση δηλώσεως (denotatio) που συνδέει το αντικείμενο με το γλωσσικό σημείο (έννοια + ακουστική εικόνα). Η σχέση αυτή είναι εξ ορισμού εξωτερική κατ' αντιδιαστολή προς τη σχέση σημάνσεως· επομένως, η προσθήκη τής λ. εξωτερικό (αντικείμενο) δεν είναι αναγκαία.

Πάντως, για λόγους σαφήνειας και προκειμένου να διακρίνεται από νεότερες σημασιολογικές θεωρίες (όπως η γνωσιακή), χρησιμοποιείται εκτενώς στην αγγλική βιβλιογραφία η φράση external reference «εξωτερική αναφορά» (π.χ. external reference semantics).

Ευχαριστώ.
 

Elsa

¥
Δεν ξέρω για τι περίπτωση ρωτάς, αλλά σε εγχειρίδιο χρήσης του σχεδιαστικού προγράμματος Autocad για τα external references δίνεται η απόδοση αρχεία εξωτερικής αναφοράς.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Έλσα, νομίζω referent ≠ reference.

referent
1. the object or event to which a term or symbol refers.
2. Logic. the first term in a proposition to which succeeding terms relate.

reference
1. an act or instance of referring.
2. a mention; allusion.
3. something for which a name or designation stands; denotation.
4. a direction in a book or writing to some other book, passage, etc.
5. a book, passage, etc., to which one is directed.
6. See reference mark (def. 2).
7. material contained in a footnote or bibliography, or referred to by a reference mark.
8. use or recourse for purposes of information: a library for public reference.
9. a person to whom one refers for testimony as to one's character, abilities, etc.
10. a statement, usually written, as to a person's character, abilities, etc.
11. relation, regard, or respect: all persons, without reference to age.
 
Top