Όροι τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής σε Δημόσια Κρίση

nickel

Administrator
Staff member
Από τον κύριο Κώστα Βαλεοντή πήρα ηλεμήνυμα (υπερώνυμα: τηλεμήνυμα, μήνυμα) στο οποίο παρακαλεί (όχι πως χρειαζόταν ιδιαίτερο σπρώξιμο) να δημοσιεύσουμε στη Λεξιλογία την παρακάτω ανακοίνωση για τη Δημόσια Κρίση των Σχεδίων δύο Προτύπων ορολογίας, και να καλέσω όσους θέλουν να συμβάλουν εποικοδομητικά στη διεργασία της τυποποίησης, να μπουν στην αναφερόμενη ιστοσελίδα του ΕΛΟΤ, να κατεβάσουν τα κείμενα και όλες τις συνοδευτικές πληροφορίες, να τα μελετήσουν και να υποβάλουν παρατηρήσεις-σχόλια-προτάσεις συμπληρώνοντας το ειδικό έντυπο σχολιασμού και στέλνοντάς το στον ΕΛΟΤ.

Ενημερωτικά, ο Κώστας Βαλεοντής αναφέρει:
Τα πρότυπα τα εκπόνησαν οι ομάδες εργασίας ΜΟΤΟ και ΤΕ48/ΟΕ1, αντίστοιχα, και, μετά τη Δημόσια Κρίση, την επεξεργασία των σχολίων από τις ομάδες και τη διαμόρφωση των τελικών κειμένων, θα τα εγκρίνουν οι επιτροπές ΤΕ-Τ και ΤΕ48, αντίστοιχα. Τα άλλα δύο όργανα στα οποία έγινε ανακοίνωση, δηλαδή η επιτροπή ΤΕ21 και το ΓΕΣΥ της ΕΛΕΤΟ, δεν έχουν αποφασιστικό χαρακτήρα για τα πρότυπα αυτά, παρά μόνο συμβουλευτικό με σχόλια-παρατηρήσεις τους. Επισημαίνω ότι στο δεύτερο από τα πρότυπα αυτά —που είναι 2η έκδοση ήδη υπάρχοντος προτύπου— υπάρχει και ο όρος «ηλ-ταχυδρομείο».
Ως Υπεύθυνος και της μιας και της άλλης Ομάδας, χωρίς να μπορώ να προκαταλάβω την οποιαδήποτε τελική απόφασή τους, σας διαβεβαιώνω ότι όλες οι επώνυμες, επίσημες (δηλαδή υποβεβλημένες με την παραπάνω διαδικασία) και τεκμηριωμένες παρατηρήσεις θα εξεταστούν από την αντίστοιχη ομάδα.



Η ανακοίνωση προς τα μέλη των Επιτροπών γράφει:

Σας πληροφορώ ότι ο ΕΛΟΤ κυκλοφόρησε για Δημόσια Κρίση, η οποία λήγει στις 5 Ιουλίου 2008, τα παρακάτω Σχέδια Προτύπων ορολογίας τηλεπικοινωνιών και πληροφορικής, αντίστοιχα:

1. ΕΛΟΤ 1300.02 «Τηλεπικοινωνίες – Ορολογία – Μέρος 2: Ταλαντώσεις, σήματα και συναφείς διατάξεις» —ισοδύναμο με το Διεθνές Πρότυπο IEC 50(702)— το οποίο έχει εκπονήσει η ομάδα ΜΟΤΟ και

2. ΕΛΟΤ 996.01 “Τεχνολογία Πληροφοριών – Λεξιλόγιο – Μέρος 1: Θεμελιώδεις όροι” —ισοδύναμο με το Διεθνές Πρότυπο ISO/IEC 2382-1— το οποίο έχει εκπονήσει η ομάδα ΕΛΟΤ/ΤΕ48/ΟΕ1.

Τα κείμενα των δύο Σχεδίων μπορείτε να τα κατεβάσετε από την ιστοσελίδα http://www.elot.gr/announcement.htm του ΕΛΟΤ, καθώς και τα αντίστοιχα Δελτία Τύπου και Έντυπα Σχολιασμού.



Όπως θα δείτε στην ιστοσελίδα του ΕΛΟΤ, οι δύο σελίδες με τα απαραίτητα κείμενα είναι:
http://www.elot.gr/announcement/08-08.htm

http://www.elot.gr/announcement/09-08.htm

Εδώ θα μεταφέρω το αγγλοελληνικό τμήμα των κειμένων, με την παρότρυνση να κατεβάσετε, είτε σας ενδιαφέρει να συμμετάσχετε σε συζήτηση είτε όχι, τα κείμενα όπως βρίσκονται στον ιστότοπο του ΕΛΟΤ — είναι πολύ πλουσιότερα (και κυρίως περιέχουν ορισμούς, που επίσης τίθενται σε δημόσια κρίση). Δεν έχω αλλάξει τίποτα στα γλωσσάρια· απλώς αφαίρεσα τους κωδικούς.

Σ’ αυτό το νήμα θα βρείτε πληροφορίες σε σχέση με τη δημιουργία όρων, για να γνωρίζουμε τις κατευθυντήριες γραμμές που πρέπει να έχει υπόψη του ο ορολόγος πριν προτείνει όρους σ’ αυτό το πλαίσιο.

Αν θέλετε να κάνετε συζήτηση για κάποιον συγκεκριμένο όρο, θα σας ζητήσω να ξεκινήσετε χωριστό νήμα στην αγγλοελληνική ενότητα. Ας έχετε υπόψη σας ότι πολλοί απ’ αυτούς τους όρους έχουν συζητηθεί στο παρελθόν στο Ορόγραμμα (οπότε μια αναζήτηση στο Google με τον αγγλικό όρο και τη λέξη ΟΡΟΓΡΑΜΜΑ θα βοηθήσει τη σκέψη σας).
 

nickel

Administrator
Staff member
Τεχνολογία Πληροφοριών – Λεξιλόγιο – Μέρος 1: Θεμελιώδεις όροι

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β — Αγγλο-ελληνικό λεξικό


Αγγλικός όρος | Ελληνικός όρος
access {v.} | προσβαίνω, έχω πρόσβαση, προσπελάζω
access method | μέθοδος πρόσβασης, μέθοδος προσπέλασης
algorithm | αλγόριθμος
alphanumeric | αλφαριθμικός, αλφαριθμητικός
analog | αναλογικός
analog computer | αναλογικός υπολογιστής
application software, application program | λογισμικό εφαρμογής, πρόγραμμα εφαρμογής
artificial intelligence | τεχνητή νοημοσύνη
artificial language | τεχνητή γλώσσα
asynchronous | ασύγχρονος
automate {v.} | αυτοματοποιώ
automatic | αυτόματος
automation | αυτοματοποίηση
bit, binary digit | δυφίο, δυαδικό ψηφίο
block diagram | σχηματικό διάγραμμα
byte | δυφιοσυλλαβή
calculator | αριθμομηχανή
central processing unit (CPU), processing unit | κεντρική μονάδα επεξεργασίας, μονάδα επεξεργασίας
character | χαρακτήρας
compatibility | συμβατότητα
computer | υπολογιστής
computer architecture | αρχιτεκτονική υπολογιστή
computer center, data processing center | κέντρο υπολογιστή, κέντρο επεξεργασίας δεδομένων
computer crime | ηλεκτρονικό έγκλημα
computer generation | γενεά υπολογιστών
computer graphics | γραφικά υπολογιστή
computer network | δίκτυο υπολογιστών
computer resource, resource | πόρος υπολογιστή, πόρος
computer science | πληροφορική, επιστήμη των υπολογιστών
computer system, computing system, data processing system | σύστημα υπολογιστή, πληροφορικό σύστημα, σύστημα επεξεργασίας δεδομένων
computer-aided, computer-assisted (CA) | με τη βοήθεια υπολογιστή
computerization | πληροφορικοποίηση, ηλεκτρονικοποίηση
computerize {v.} | πληροφορικοποιώ, ηλεκτρονικοποιώ
configuration | διάρθρωση, σύνθεση
connectivity | συνδεσιμότητα
data | δεδομένα
data bank | τράπεζα δεδομένων
data communication | επικοινωνία δεδομένων
data management | διαχείριση δεδομένων
data medium | μέσο (αποθήκευσης) δεδομένων
data processing system, computer system, computing system | σύστημα επεξεργασίας δεδομένων, πληροφορικό σύστημα, σύστημα υπολογιστή
data processing, automatic data processing | επεξεργασία δεδομένων, αυτόματη επεξεργασία δεδομένων
data protection | προστασία δεδομένων
database | βάση δεδομένων
debug {v.} | αποσφαλματώνω, εκσφαλματώνω, αίρω σφάλματα
desktop publishing | επιτραπέζια έκδοση
digit, numeric character | ψηφίο
digital | ψηφιακός
digital computer | ψηφιακός υπολογιστής
discrete {adj.} | διάκριτος
disk | δίσκος
download {v.} | καταφορτώνω, κατεβάζω
electronic mail, E mail | ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ηλ-ταχυδρομείο, ηλ-ταχ.
electronic publishing, computer-aided publishing, computer-assisted publishing | ηλεκτρονική έκδοση, έκδοση με τη βοήθεια υπολογιστή
emulation | εξομοίωση
expert system | εμπειρογνωσιακό σύστημα, έμπειρο σύστημα
file | αρχείο, ηλεκτρονικό αρχείο
firmware | σταθερισμικό, σταθερολογισμικό
flowchart, flow diagram | διάγραμμα ροής
functional unit | λειτουργική μονάδα
hacker | υπολογιστομανής
hacker | διαρρήκτης λογισμικού, παραβιαστής λογισμικού
hard copy | αντίγραφο (γραπτό)
hardware | υλισμικό
hybrid computer | υβριδικός υπολογιστής
image processing, picture processing | επεξεργασία εικόνων
information | πληροφορία, πληροφορίες
information management | διαχείριση πληροφοριών
information processing | επεξεργασία πληροφορίας, επεξεργασία πληροφοριών
information processing system | σύστημα επεξεργασίας πληροφορίας, σύστημα επεξεργασίας πληροφοριών
information retrieval (IR) | άντληση πληροφοριών, ανάκτηση πληροφοριών
information system | σύστημα πληροφοριών, πληροφοριακό σύστημα
input (data) | δεδομένα εισόδου, είσοδος
input (process) | διεργασία εισόδου, είσοδος
input {adj} | εισόδου {επίθ.προσδ.}, εισοδικός
interface | διεπαφή
integrated circuit (IC), microchip, chip | ολοκληρωμένο κύκλωμα, πλινθίο
interoperability | διαλειτουργικότητα
knowledge base (K-base) | βάση γνώσεων
laptop computer | φορητός υπολογιστής, επιγονάτιος υπολογιστής,
local area network (LAN) | τοπικό δίκτυο
log off, log out {v.} | εξέρχομαι επώνυμα (από επικοινωνία), αποσυνδέομαι επώνυμα
log on, log in {v.} | εισέρχομαι επώνυμα (σε επικοινωνία), συνδέομαι επώνυμα
mainframe | κεντρικός υπολογιστής
megaflops (MFLOPS) | εκατομμύριο πράξεις κινητής υποδιαστολής ανά δευτερόλεπτο
memory | μνήμη
menu | κατάλογος επιλογών, επιλογολόγιο, μενού
microcomputer | μικροϋπολογιστής
microprocessor | μικροεπεξεργαστής
million of instructions per second (MIPS) | εκατομμύριο εντολές ανά δευτερόλεπτο
minicomputer | μινιυπολογιστής
natural language | φυσική γλώσσα
network | δίκτυο
nonprogrammable terminal, dumb terminal | μη προγραμματίσιμο τερματικό, μη νοήμον τερματικό, βουβό τερματικό
numeric, numerical | αριθμικός, αριθμητικός
octet, 8-bit byte | δυφιοοκτάδα, 8-δύφια δυφιοσυλλαβή
office automation (OA) | αυτοματισμός γραφείου
offline {adj}, off-line {adj} | απογραμμικός, εκτός γραμμής
online {adj}, on-line {adj} | επιγραμμικός, επί γραμμής
operating system (OS) | λειτουργικό σύστημα
output (adj.) | εξόδου {επιθ.προσδ.}, εξοδικός
output (data) | δεδομένα εξόδου, έξοδος
output (process) | διεργασία εξόδου, έξοδος
peripheral equipment | περιφερειακός εξοπλισμός
personal computer (PC) | προσωπικός υπολογιστής
portability (of a program) | φορητότητα (προγράμματος)
portable computer | φορητός υπολογιστής
process | διεργασία
process {in data processing} | διεργασία {στην επεξεργασία δεδομένων}
processing unit, central processing unit (CPU) | μονάδα επεξεργασίας, κεντρική μονάδα επεξεργασίας
processor | επεξεργαστής
program {v.} | προγραμματίζω
program, computer program | πρόγραμμα, πρόγραμμα υπολογιστή
programmable terminal, intelligent terminal | προγραμματίσιμο τερματικό, νοήμον τερματικό, έξυπνο τερματικό
programming | προγραμματισμός
programming language | γλώσσα προγραμματισμού
prompt | προτροπή
robotics | ρομποτική
routine | ρουτίνα
signal | σήμα
simulation | προσομοίωση
soft copy | λογισμικό αντίγραφο, βιντεοαντίγραφο
software | λογισμικό
software engineering | μηχανική λογισμικού, λογισμική μηχανική
software package | πακέτο λογισμικού
software piracy | πειρατεία λογισμικού
spreadsheet program | πρόγραμμα λογιστικού φύλλου
storage (device) | αποθήκη
supercomputer | υπερυπολογιστής
support software, support program | λογισμικό υποστήριξης, πρόγραμμα υποστήριξης
symbol | σύμβολο
synchronous | σύγχρονος
system documentation | τεκμηρίωση συστήματος
system software | συστημικό λογισμικό, λογισμικό συστήματος
terminal | τερματικό
text | κείμενο
text processing, word processing | επεξεργασία κειμένου
time sharing | χρονομερισμός
turnkey system | ετοιμοπαράδοτο σύστημα, σύστημα «με το κλειδί στο χέρι»
upload {v.} | αναφορτώνω, ανεβάζω
user terminal | τερματικό χρήστη
user-friendly | φιλικός στο χρήστη, χρηστοφιλικός
video display terminal (VDT), visual display terminal, visual display unit (VDU) | τερματικό οπτικής παρουσίασης, μονάδα οπτικής παρουσίασης
virtual | ιδεατός, εικονικός
virtual machine (VM) | ιδεατή μηχανή, εικονική μηχανή
workstation | σταθμός εργασίας
 

nickel

Administrator
Staff member
Τηλεπικοινωνίες – Ορολογία – Μέρος 2: Ταλαντώσεις, σήματα και συναφείς διατάξεις

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β — Αγγλο-ελληνικό λεξιλόγιο


Αγγλικός όρος | Ελληνικός όρος
1/f noise | θόρυβος 1/f
abridged form | συντομευμένη μορφή
abrupt reduction | απότομη μείωση
absolute power level | απόλυτη στάθμη ισχύος
absolute voltage level | απόλυτη στάθμη τάσης
absorb energy {v.} | απορροφώ ενέργεια
absorption | απορρόφηση
acoustic power | ακουστική ισχύς
active | ενεργητικός {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
adjustable reference value | ρυθμίσιμη τιμή αναφοράς
aggregate instantaneous values | σύνολο των στιγμιαίων τιμών
alternately increase and decrease {v.} | αυξάνω και μειώνομαι με εναλλασσόμενο τρόπο
alternating quantity | εναλλασσόμενο μέγεθος
alternating signal | εναλλασσόμενο σήμα
amplifier | ενισχυτής
amplitude (of a signal), envelope (of a signal) | πλάτος (σήματος), περιβάλλουσα (σήματος)
amplitude demodulation | αποδιαμόρφωση πλάτους
amplitude discriminator | διευκρινιστής πλάτους
amplitude modulation (AM) | διαμόρφωση πλάτους
amplitude shift keying, amplitude shift modulation (ASK) | διαμόρφωση μετατόπισης πλάτους
amplitude spectrum | φάσμα πλάτους
amplitude/amplitude characteristic | χαρακτηριστική πλάτους – πλάτους
amplitude/amplitude distortion, amplitude distortion | παραμόρφωση πλάτους – πλάτους
amplitude/frequency characteristic | χαρακτηριστική πλάτους – συχνότητας
amplitude/frequency characteristic | χαρακτηριστική πλάτους – συχνότητας
amplitude/frequency distortion, attenuation/frequency distortion | παραμόρφωση πλάτους – συχνότητας, εξασθένηση πλάτους – συχνότητας
analogue signal | αναλογικό σήμα
analytic signal | αναλυτικό σήμα
angle modulation | γωνιακή διαμόρφωση, διαμόρφωση γωνίας
anisochronism | ανισοχρονισμός
anisochronous, asynchronous {deprecated} | ανισόχρονος
argument {of the complex spectrum} | όρισμα {του μιγαδικού φάσματος}
artificial balancing network, balancing network | τεχνητό δικτύωμα εξισορρόπησης, δικτύωμα εξισορρόπησης, δικτύωμα ισοστάθμισης
attenuation coefficient, attenuation constant {USA} | συντελεστής εξασθένησης, σταθερά εξασθένησης {αδόκιμος όρος}
attenuation equalization | εξισορρόπηση εξασθένησης
attenuation, loss | εξασθένηση, απώλεια
attenuator | εξασθενητής
audio frequency (AF) | ακοοσυχνότητα, ακουστή συχνότητα, ακουστική συχνότητα
autocorrelation function | συνάρτηση αυτοσυσχέτισης
automatic correction | αυτόματη διόρθωση
automatic detection | αυτόματη ανίχνευση
automatic gain control (AGC), automatic volume control | αυτόματος έλεγχος απολαβής
automatic increase | αυτόματη αύξηση
automatic reduction | αυτόματη μείωση
available power | διαθέσιμη ισχύς
available power gain {of a two-port device} | απολαβή διαθέσιμης ισχύος {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
average pulse duration | μέση διάρκεια παλμού
background noise | θόρυβος βάθους
balancing network, artificial balancing network | δικτύωμα εξισορρόπησης, τεχνητό δικτύωμα εξισορρόπησης, δικτύωμα ισοστάθμισης
band of frequencies | ζώνη συχνοτήτων
bandwidth {of a device} | ζωνικό εύρος {μιας διάταξης}
bandwidth of an amplifier | ζωνικό εύρος ενισχυτή
bandwidth, frequency bandwidth | ζωνικό εύρος (συχνοτήτων), εύρος ζώνης (συχνοτήτων)
base limiter | περιοριστής βάσης
base limiting | περιόριση βάσης, περιορισμός βάσης
base of the logarithm | βάση του λογαρίθμου
baseband | ζώνη βάσης
basic noise | βασικός θόρυβος
baud {symb.: Bd} | μπωντ {σύμβ.: Bd}
bel {symb.: B} | μπελ {σύμβ.: Β}
binary digit, bit | δυαδικό ψηφίο, δυφίο
binary figure | δυαδικό ψηφίο, δυαδικό ψηφιόσημο {0 ή 1}
birdies, whistling | τιτίβισμα {στις τηλεπικοινωνίες}
bistable circuit, bistable trigger circuit, bistable latch | δισταθές κύκλωμα, δισταθές κύκλωμα σκανδάλισης
bistable trigger circuit, bistable latch, bistable circuit | δισταθές κύκλωμα σκανδάλισης, δισταθές κύκλωμα
bit energy to noise spectral density ratio | λόγος δυφιακής ενέργειας προς φασματική πυκνότητα θορύβου
bit, binary digit | δυφίο, δυαδικό ψηφίο
buffer amplifier, buffer, buffer stage | ενισχυτής απομόνωσης, απομονωτής, βαθμίδα απομόνωσης
buffer, buffer stage, buffer amplifier | απομονωτής, βαθμίδα απομόνωσης, ενισχυτής απομόνωσης
buzz {in telecommunication} | βόμβος {στις τηλεπικοινωνίες}
byte, octet, 8-bit byte | δυφιοσυλλαβή, δυφιοοκτάδα, 8-δύφια δυφιοσυλλαβή
carrier | φέρουσα (ταλάντωση), φέρον (κύμα)
carrier component, carrier | φέρουσα συνιστώσα, φέρουσα
carrier frequency | συχνότητα φέροντος, φέρουσα συχνότητα
carrier recovery | ανάκτηση φέροντος
centre clipping {inappropriate term} | ψαλίδιση κέντρου {ακατάλληλος όρος}
change of value | μεταβολή τιμής
character | χαρακτήρας
characteristic | χαρακτηριστική {καμπύλη, συνάρτηση}
circuit, electric circuit | κύκλωμα, ηλεκτρικό κύκλωμα
clamp | πακτωτής
clamping | πάκτωση
clamping process | διεργασία πάκτωσης
click {in telecommunication} | κρότημα {στις τηλεπικοινωνίες}
clipper | ψαλιδιστής
clipping | ψαλίδιση
clock | ρολόι, χρονιστής
code | κώδικας
code conversion, transcoding | μετατροπή κώδικα, διακωδίκευση
code converter, transcoder | μετατροπέας κώδικα, διακωδικευτής
code word, code combination | κωδική λέξη, κωδικός συνδυασμός
coherent demodulation, synchronous demodulation | σύμφωνη αποδιαμόρφωση, σύγχρονη αποδιαμόρφωση
coherent modulation | σύμφωνη διαμόρφωση
coloured noise | έγχρωμος θόρυβος
combination frequency, combination tone | συχνότητα συνδυασμού, τόνος συνδυασμού
combinatorial circuit | συνδυαστικό κύκλωμα
common final value | κοινή τελική τιμή
common initial value | κοινή αρχική τιμή
common limit value | κοινή οριακή τιμή
common limiting wave | κοινό οριακό κύμα
compander | συστολοδιαστολέας
companding | συστολοδιαστολή
complex coefficient | μιγαδικός συντελεστής
complex Fourier transform | μιγαδικός μετασχηματισμός Φουριέ
complex function | μιγαδική συνάρτηση
complex function of frequency | μιγαδική συνάρτηση της συχνότητας
complex reflection factor, reflection factor, complex reflection coefficient | μιγαδικός παράγοντας ανάκλασης, παράγοντας ανάκλασης, μιγαδικός συντελεστής ανάκλασης
complex spectrum, spectral representation | μιγαδικό φάσμα, φασματική παράσταση
composite gain {of a two-port device} | σύνθετη απολαβή {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
composite loss {of a two-port device} | σύνθετη απώλεια {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
compress {v.} | συμπιέζω, συστέλλω
compression | συμπίεση, συστολή
compressor | συμπιεστής
consecutive pulses | διαδοχικοί παλμοί
consecutive significant instants | διαδοχικές σημαντικές στιγμές
constant duration | σταθερή διάρκεια
continuous frequency interval | συνεχές διάστημα συχνοτήτων
continuous interval | συνεχές διάστημα
continuous noise | συνεχής θόρυβος
continuous set of values | συνεχές σύνολο τιμών
continuous spectrum | συνεχές φάσμα
corrector | διορθωτής
crackle {in telecommunication} | τριγμός {στις τηλεπικοινωνίες}
cross colour | διαχρωμία
crossmodulation | παραδιαμόρφωση
cross-view | διαφωτία
cyclic time-scale | κυκλική χρονοκλίμακα, κυκλική κλίμακα χρόνου
cyclic timing signal | κυκλικό σήμα χρονισμού
cyclic timing signal | περιοδικό σήμα χρονισμού
decay time {of a pulse}, fall time {of a pulse} | χρόνος καθόδου, χρόνος πτώσης
decibel {symb.: dB} | ντεσιμπέλ {σύμβ.: dΒ}
decision content | ποσότητα απόφασης
decode {v.} | αποκωδικεύω
decoder | αποκωδικευτής
decoding | αποκωδίκευση
de-emphasis | αποέμφαση
delay line | γραμμή καθυστέρησης
delay/frequency characteristic | χαρακτηριστική καθυστέρησης-συχνότητας
delay/frequency characteristic | χαρακτηριστική καθυστέρησης-συχνότητας
delta modulation (ΔM, DM) | διαμόρφωση δέλτα
demodulation | αποδιαμόρφωση
demodulator | αποδιαμορφωτής
deserializer, serial-to-parallel converter | αποσειριακοποιητής, μετατροπέας σειράς – παραλληλίας
detection | φώραση
detector | ανιχνευτής
deterministic signal | αιτιοκρατικό σήμα
deviation from the rules | απόκλιση από τους κανόνες
differential amplitude distortion, differential gain distortion | διαφορική παραμόρφωση πλάτους, διαφορική παραμόρφωση απολαβής
differential coupler, hybrid coupler | διαφορικός συζεύκτης, υβριδικός συζεύκτης
differential modulation | διαφορική διαμόρφωση
differential phase distortion | διαφορική παραμόρφωση φάσης
differential phase shift keying (DPSK) | διαφορική διαμόρφωση μετατόπισης φάσης
differential pulse code modulation (DPCM) | διαφορική παλμοκωδική διαμόρφωση
differentiating circuit, differentiator | κύκλωμα διαφόρισης, διαφοριστής
differentiator, differentiating circuit | διαφοριστής, κύκλωμα διαφόρισης
digit {in Telecommunications} | ψηφίο {στις Τηλεπικοινωνίες}
digit rate | ψηφιορρυθμός, ρυθμός ψηφίων
digital modulating signal | ψηφιακό διαμορφώνον σήμα {ψηφιακό σήμα διαμόρφωσης}
digital signal | ψηφιακό σήμα
direction of propagation | κατεύθυνση διάδοσης
discrete component | διάκριτη συνιστώσα
discrete sequence | διάκριτη συχνότητα
discrete value of frequency | διάκριτη τιμή συχνότητας
discretely timed signal | διάκριτα χρονισμένο σήμα
distortion (of a signal) | παραμόρφωση (σήματος)
distribution frame | κατανεμητής
double sideband {adj.} (DSB) | διπλής πλευρικής ζώνης, διπλοπλευρικός
doublet | δυφιοδυάδα, διδύφια δυφιοσυλλαβή
dynamic operating range, working range {of an equipment} | δυναμική περιοχή λειτουργίας, περιοχή εργασίας {μιας συσκευής}
dynamic range (of a signal) | δυναμική περιοχή (σήματος)

(Συνεχίζεται)
 

nickel

Administrator
Staff member
(Συνέχεια)

echo | ηχώ {γεν. ηχούς και ηχώς} {στις τηλεπικοινωνίες}
effective noise bandwidth {of a linear two-port device} | ενεργό ζωνικό εύρος θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
electric circuit, circuit | ηλεκτρικό κύκλωμα, κύκλωμα
electric network, network | ηλεκτρικό δικτύωμα, δικτύωμα
electric power | ηλεκτρική ισχύς
electrical oscillation | ηλεκτρική ταλάντωση
electromagnetic compatibility | ηλεκτρομαγνητική συμβατότητα
electromagnetic disturbance | ηλεκτρομαγνητική διαταραχή
electromagnetic environment | ηλεκτρομαγνητικό περιβάλλον
electromagnetic interference | ηλεκτρομαγνητική παρεμβολή
electromagnetic power | ηλεκτρομαγνητική ισχύς
electromagnetic radiation, radiation | ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία
emanate from a source | εκρέω από μια πηγή
emission | εκπομπή
emission {in radio communications} | εκπομπή {στις ραδιοεπικοινωνίες}
encode, code {v.} | εγκωδικεύω, κωδικεύω
encoder | εγκωδικευτής
encoding, coding | εγκωδίκευση, κωδίκευση
energy level | ενεργειακή στάθμη
energy of a noise | ενέργεια θορύβου
energy of a signal | ενέργεια σήματος
energy spectral density | φασματική πυκνότητα ενέργειας
envelope delay | καθυστέρηση περιβάλλουσας
envelope demodulation, linear demodulation | αποδιαμόρφωση περιβάλλουσας, γραμμική αποδιαμόρφωση
envelope velocity | ταχύτητα περιβάλλουσας
equalization {in analogue transmission} | εξισορρόπηση {στην αναλογική μετάδοση}
equalization {in digital transmission} | εξισορρόπηση {στην ψηφιακή μετάδοση}
equalizer | εξισορροπητής
equivalent noise resistance, noise resistance {of a one-port device} | ισοδύναμη αντίσταση θορύβου, αντίσταση θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
equivalent noise temperature, equivalent spot noise temperature {of a linear two-port device} | ισοδύναμη θερμοκρασία θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
equivalent noise voltage {of a one-port device}, noise electromotive force {of a one-port device} | ισοδύναμη τάση θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}, ηλεκτρεγερτική δύναμη θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
error control | έλεγχος σφαλμάτων
error correcting code | κώδικας διόρθωσης σφαλμάτων
error correction | διόρθωση σφαλμάτων
error detecting code | κώδικας ανίχνευσης σφαλμάτων
error detection | ανίχνευση σφαλμάτων
error ratio | λόγος σφαλμάτων
exchangeable noise power, noise power {of a one-port device} | ανταλλάξιμη ισχύς θορύβου, ισχύς θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
exchangeable power | ανταλλάξιμη ισχύς
exchangeable power gain | απολαβή ανταλλάξιμης ισχύος
expand {v.} | διαστέλλω
expander | διαστολέας
expansion | διαστολή
external noise | εξωγενής θόρυβος, εξωτερικός θόρυβος
feedback | ανάδραση
feedforward | εμπροσθόδραση
field quantity | πεδιακό μέγεθος
figure 0 | ψηφίο «0», αραβικό ψηφίο «0»
figure 1 | ψηφίο «1», αραβικό ψηφίο «1»
filter | φίλτρο (συχνοτήτων)
finite mean power | πεπερασμένη μέση ισχύς
finite number | πεπερασμένος αριθμός
finite total energy | πεπερασμένη ολική ενέργεια
first instant | πρώτη στιγμή
fixed phase | σταθερή φάση
fixed reference value | σταθερή τιμή αναφοράς
flicker noise | θόρυβος τρεμοσβήματος
form of energy | μορφή ενέργειας
four condition phase shift keying | διαμόρφωση μετατόπισης φάσης τεσσάρων συνθηκών, τετρασθενής διαμόρφωση μετατόπισης φάσης
Fourier series | σειρά Φουριέ
free oscillation | ελεύθερη ταλάντωση
frequency band | ζώνη συχνοτήτων
frequency change | μεταβολή συχνότητας
frequency changer, frequency converter | μετατροπέας συχνότητας
frequency converter, frequency changer | μετατροπέας συχνότητας
frequency demodulation | αποδιαμόρφωση συχνότητας
frequency departure | εκφυγή συχνότητας
frequency deviation ratio, deviation ratio | λόγος απόκλισης συχνότητας
frequency deviation, instantaneous frequency deviation | απόκλιση συχνότητας, στιγμιαία απόκλιση συχνότητας
frequency discriminator | διευκρινιστής συχνότητας
frequency divider | διαιρέτης συχνοτήτων
frequency drift | ολίσθηση συχνότητας
frequency interval | διάστημα συχνοτήτων
frequency inversion | αντιστροφή συχνότητας
frequency mixer, mixer | μείκτης συχνοτήτων, μείκτης
frequency modulation (FM) | διαμόρφωση συχνότητας
frequency multiplier | πολλαπλασιαστής συχνοτήτων
frequency offset | μετάθεση συχνότητας
frequency range {of an equipment} | περιοχή συχνοτήτων {μιας συσκευής}
frequency response, frequency response characteristic | απόκριση συχνότητας, χαρακτηριστική απόκρισης συχνότητας
frequency selective network | συχνοεπιλεκτικό δικτύωμα
frequency shift | μετατόπιση συχνότητας
frequency shift {in keying} | μετατόπιση συχνότητας {στη διαμόρφωση}
frequency shift keying (FSK), frequency shift modulation, frequency shift signaling | διαμόρφωση μετατόπισης συχνότητας
frequency spectrum, telecommunication frequency spectrum | φάσμα συχνοτήτων, τηλεπικοινωνιακό φάσμα συχνοτήτων
frequency swing, peak-to-peak frequency deviation, peak-to-peak deviation | διακόρυφη απόκλιση συχνότητας, διακορυφοτιμή απόκλισης συχνότητας
frequency synthesizer | συνθετήρας συχνοτήτων
frequency translation, frequency changing, frequency conversion | μετάθεση συχνότητας, αλλαγή συχνότητας, μετατροπή συχνότητας
full carrier {adj.} | πλήρους φέρουσας, πλήρους φέροντος {επίθ.}
full carrier amplitude modulation | διαμόρφωση πλάτους πλήρους φέρουσας
functional unit | λειτουργική μονάδα
gain | απολαβή
gain of an antenna | απολαβή κεραίας
gate, logic gate, logic element | πύλη, λογική πύλη, λογικό στοιχείο
gating | πυλόδραση
gaussian noise | γκαουσιανός θόρυβος, θόρυβος Γκάους
group delay | καθυστέρηση ομάδας
group delay equalization | εξισορρόπηση καθυστέρησης ομάδας
group delay/frequency distortion, envelope delay distortion | παραμόρφωση καθυστέρησης-συχνότητας ομάδας, παραμόρφωση καθυστέρησης περιβάλλουσας
group velocity | ταχύτητα ομάδας
hardware {in telecommunications} | υλισμικό {στις τηλεπικοινωνίες}
harmonic distortion | αρμονική παραμόρφωση
hartley | χάρτλεϊ
heat | θερμότητα
Hilbert transform | μετασχηματισμός Χίλμπερτ
homogeneous propagaton medium | ομογενές μέσο διάδοσης
hum {in telecommunication}, supply noise | βόμβος {στις τηλεπικοινωνίες}, θόρυβος τροφοδοτικού
hybrid coil, hybrid transformer | υβριδικό πηνίο, υβριδικός μετασχηματιστής
hybrid coupler, differential coupler | υβριδικός συζεύκτης, διαφορικός συζεύκτης
hybrid transformer, hybrid coil | υβριδικός μετασχηματιστής, υβριδικό πηνίο
imaginary part | φανταστικό μέρος
immunity to interference | ατρωσία έναντι παρεμβολής
impulsive noise, impulse noise | κρουστικός θόρυβος, θόρυβος παλμωθήσεων
incident current | προσπίπτον ρεύμα
incident wave | προσπίπτον κύμα
incoming pulse | εισερχόμενος παλμός
independent sideband {adj.} (ISB) | ανεξάρτητων πλευρικών ζωνών
initial phase | αρχική φάση
input point | σημείο εισόδου
insertion gain {of a two-port device} | απολαβή παρεμβολής {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
insertion loss {of a two-port device} | απώλεια παρεμβολής {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
instant of occurrence | στιγμή εμφάνισης
instantaneous frequency (of a signal) | στιγμιαία συχνότητα (σήματος)
instantaneous frequency deviation, frequency deviation | στιγμιαία απόκλιση συχνότητας, απόκλιση συχνότητας
instantaneous phase deviation, phase deviation | στιγμιαία απόκλιση φάσης
instantaneous value | στιγμιαία τιμή
integrable function | ολοκληρώσιμη συνάρτηση
integrable square {adj.} | ολοκληρώσιμης τετραγωνικής τιμής
integrating circuit, integrator | κύκλωμα ολοκλήρωσης, ολοκληρωτής
integrator, integrating circuit | ολοκληρωτής, κύκλωμα ολοκλήρωσης
intentional frequency change | εκούσια μεταβολή συχνότητας
intentional frequency change | εκούσια μεταβολή συχνότητας
intentional modulation | εκούσια διαμόρφωση
interchannel interference | διακαναλική παρεμβολή
interference | παρεμβολή
interference {to a wanted signal} | παρεμβολή {σε επιθυμητό σήμα}
interfering signal | παρεμβαλλόμενο σήμα
intermediate carrier | ενδιάμεση φέρουσα, ενδιάμεσο φέρον
intermediate modulated signal | ενδιάμεσο διαμορφωμένο σήμα
intermediate modulation process | διεργασία ενδιάμεσης διαμόρφωσης
intermodulation | ενδοδιαμόρφωση
intermodulation distortion | παραμόρφωση ενδοδιαμόρφωσης
intermodulation noise | θόρυβος ενδοδιαμόρφωσης
intermodulation product order | τάξη γινομένου ενδοδιαμόρφωσης
intermodulation product, intermodulation component | γινόμενο ενδοδιαμόρφωσης, συνιστώσα ενδοδιαμόρφωσης
intersymbol interference | διασυμβολική παρεμβολή
intrinsic noise, intra-system noise | ενδογενής θόρυβος, ενδοσυστημικός θόρυβος
isochronism | ισοχρονισμός
isochronous | ισόχρονος
jitter | τρόμος, τρέμουλο

(Συνεχίζεται)
 

nickel

Administrator
Staff member
(Συνέχεια)

last instant | τελευταία στιγμή
leading-edge broadening, rise-time broadening | εύρυνση μετώπου, εύρυνση χρόνου ανόδου
level {of a time varying quantity} | στάθμη {χρονομεταβαλλόμενου μεγέθους}
limited space domain | οριοθετημένος χώρος
limiter | περιοριστής
limiting | περιόριση, περιορισμός
limiting frequency | οριοθετική συχνότητα
line spectrum | γραμμικό φάσμα
linear | γραμμικός
linear amplitude modulation | γραμμική διαμόρφωση πλάτους
linear demodulation, envelope demodulation | γραμμική αποδιαμόρφωση, αποδιαμόρφωση περιβάλλουσας
linear distortion | γραμμική παραμόρφωση
linear function | γραμμική συνάρτηση
linear modulation | γραμμική διαμόρφωση
linear system | γραμμικό σύστημα
logarithm to base 10 | λογάριθμος με βάση 10
logarithm to base two | λογάριθμος με βάση δύο
logarithmic measure of information | λογαριθμικό μέτρο πληροφορίας
logic circuit | λογικό κύκλωμα
logic element, gate, logic gate | λογικό στοιχείο, πύλη, λογική πύλη
logic gate, gate, logic element | λογική πύλη, πύλη, λογικό στοιχείο
lower sideband | κάτω πλευρική ζώνη
low-noise amplifier | ενισχυτής χαμηλού θορύβου
main carrier | κύρια φέρουσα, κύριο φέρον
man-made noise | ανθρωπογενής θόρυβος
master oscillator | κύριος ταλαντωτής
matching {between a load and a source} | προσαρμογή {μεταξύ φόρτου και πηγής}
maximum signal level | μέγιστη στάθμη σήματος
mean noise factor, noise factor {of a linear two-port device} | μέσος παράγοντας θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
mean noise temperature {of a one-port device} | μέση θερμοκρασία θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
mean noise temperature, mean equivalent noise temperature {of a linear two-port device} | μέση θερμοκρασία θορύβου, μέση ισοδύναμη θερμοκρασία θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
microphonics, microphony | μικροφωνισμός
minimum (phase frequency) shift keying | διαμόρφωση ελάχιστης μετατόπισης
minimum signal level | ελάχιστη στάθμη σήματος
mixer, frequency mixer | μείκτης, μείκτης συχνοτήτων
modulate {v.} | διαμορφώνω
modulate a transmitter {v.} | διαμορφώνω πομπό
modulated signal | διαμορφωμένο σήμα
modulated signal, modulated wave, modulated oscillation | διαμορφωμένο σήμα, διαμορφωμένο κύμα, διαμορφωμένη ταλάντωση
modulating signal, modulating wave | διαμορφώνον σήμα {σήμα διαμόρφωσης}, διαμορφώνουσα ταλάντωση {ταλάντωση διαμόρφωσης}, διαμορφώνον κύμα {κύμα διαμόρφωσης}
modulating stage | διαμορφώνουσα βαθμίδα, βαθμίδα διαμόρφωσης
modulating stage, modulator | βαθμίδα διαμόρφωσης, διαμορφωτής
modulation | διαμόρφωση
modulation | διαμόρφωση
modulation by pulses, pulse modulation {deprecated in this sense} | διαμόρφωση με παλμούς, παλμοδιαμόρφωση, παλμική διαμόρφωση
modulation factor | παράγοντας διαμόρφωσης
modulation index | δείκτης διαμόρφωσης
modulation of pulses, pulsed carrier modulation | διαμόρφωση παλμικού φέροντος, διαμόρφωση ακολουθίας παλμών
modulation process | διεργασία διαμόρφωσης
modulation stage | βαθμίδα διαμόρφωσης
modulation with a fixed reference | διαμόρφωση με σταθερή αναφορά
modulator, modulating stage | διαμορφωτής, βαθμίδα διαμόρφωσης
modulus {of the complex spectrum} | μέτρο {του μιγαδικού φάσματος}
monochromatic electromagnetic radiation | μονοχρωματική ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία
monostable circuit, monostable trigger circuit, flip-flop {strongly deprecated} | μονοσταθές κύκλωμα, μονοσταθές κύκλωμα σκανδάλισης {η απόδοση «φλιπ-φλοπ» είναι εντόνως αδόκιμος όρος}
monostable trigger circuit, monostable circuit, flip-flop {strongly deprecated} | μονοσταθές κύκλωμα σκανδάλισης, μονοσταθές κύκλωμα {η απόδοση «φλιπ-φλοπ» είναι εντόνως αδόκιμος όρος}
moving point | κινούμενο σημείο
multiple modulation | πολλαπλή διαμόρφωση
multiple modulation | πολλαπλή διαμόρφωση
multiple phase shift keying (MPSK) | διαμόρφωση πολλαπλής μετατόπισης φάσης
multivibrator | πολυδονητής
narrow band of frequencies | στενή ζώνη συχνοτήτων
n-ary digit | ν-αδικό ψηφίο
natural frequency | φυσική συχνότητα, ιδιοσυχνότητα
natural logarithm | φυσικός λογάριθμος
natural noise | φυσικός θόρυβος
natural phenomenon | φυσικό φαινόμενο
n-bit byte | ν-δύφια δυφιοσυλλαβή, δυφιονιάδα
n-condition frequency shift keying (n-FSK) | διαμόρφωση μετατόπισης συχνότητας ν συνθηκών, νισθενής διαμόρφωση μετατόπισης συχνότητας
negative feedback | αρνητική ανάδραση
negative frequency | αρνητική συχνότητα
negative value | αρνητική τιμή
negligibly short rise time | αμελητέα μικρός χρόνος ανόδου
neper {symb.: Np} | νέπερ {σύμβ. Np}
Neper per metre {symbol: Np/m} | νέπερ ανά μέτρο {σύμβολο: Np/m}
network, electric network | δικτύωμα, ηλεκτρικό δικτύωμα
noise {in telecommunication) | θόρυβος {στις τηλεπικοινωνίες}
noise electromotive force {of a one-port device}, equivalent noise voltage {of a one-port device} | ηλεκτρεγερτική δύναμη θορύβου, ισοδύναμη τάση θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
noise factor, mean noise factor {of a linear two-port device} | μέσος παράγοντας θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
noise power, exchangeable noise power {of a one-port device} | ισχύς θορύβου, ανταλλάξιμη ισχύς θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
noise resistance, equivalent noise resistance {of a one-port device} | αντίσταση θορύβου, ισοδύναμη αντίσταση θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
nominally constant | ονομαστικά σταθερός
non-linear | αγραμμικός, μη γραμμικός
non-linearity correction | διόρθωση αγραμμικότητας
non-linearity distortion | παραμόρφωση αγραμμικότητας, αγραμμική παραμόρφωση
non-periodic signal | απεριοδικό σήμα
non-synchronous | ασύγχρονος
non-zero value | μη μηδενική τιμή
normal human ear | κανονικό ανθρώπινο αυτί
n-port {adj.} | ν-θυρος, νίθυρος {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
number of choices | πλήθος επιλογών
number of significant conditions | αριθμός σημαντικών συνθηκών, σθένος
one half a period | μία ημιπερίοδος
one-port {adj.} | μονόθυρος {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
one-port device | μονόθυρη διάταξη, μονόθυρο
opposite {n.} | αντίθετος {ουσ.}
opposite sign | αντίθετο πρόσημο
optical depth | οπτικό βάθος
original magnitude | αρχικό μέτρο
oscillation | ταλάντωση
oscillator | ταλαντωτής
output point | σημείο εξόδου
overmodulation | υπερδιαμόρφωση
overshoot, transient overshoot | υπερτίναξη, μεταβατική υπερτίναξη

(Συνεχίζεται)
 

nickel

Administrator
Staff member
(Συνέχεια)

parallel-to-serial converter, serializer | μετατροπέας παραλληλίας – σειράς, σειριακοποιητής
parasitic oscillation | παρασιτική ταλάντωση
passive | παθητικός {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
path length | μήκος διαδρομής
peak envelope power | ισχύς κορυφής περιβάλλουσας, κορυφοτιμή ισχύος περιβάλλουσας
peak frequency deviation, peak deviation | κορυφοτιμή απόκλισης συχνότητας, απόκλιση συχνότητας κορυφής
peak phase deviation, peak deviation | κορυφοτιμή απόκλισης φάσης
peak-to-peak frequency deviation, peak-to-peak deviation, frequency swing | διακορυφοτιμή απόκλισης συχνότητας, διακόρυφη απόκλιση συχνότητας
periodic noise | περιοδικός θόρυβος
periodic radio wave | περιοδικό ραδιοκύμα
periodic signal | περιοδικό σήμα
periodic signal | περιοδικό σήμα
periodical carrier | περιοδική φέρουσα, περιοδικό φέρον
phase (of a signal) | φάση (σήματος)
phase change | μεταβολή φάσης
phase delay | καθυστέρηση φάσης
phase demodulation | αποδιαμόρφωση φάσης
phase detector | ανιχνευτής φάσης
phase deviation, instantaneous phase deviation | απόκλιση φάσης, στιγμιαία απόκλιση φάσης
phase equalization | εξισορρόπηση φάσης
phase interference, wave interference | συμβολή φάσης, κυματική συμβολή
phase inversion modulation | διαμόρφωση αντιστροφής φάσης
phase modulation (PM) | διαμόρφωση φάσης
phase shift | μετατόπιση φάσης
phase shift keying (PSK), phase shift modulation, phase shift signalling | διαμόρφωση μετατόπισης φάσης
phase shifter, phase changer | μετατοπιστής φάσης
phase spectrum | φάσμα φάσης
phase velocity | ταχύτητα φάσης
phase/amplitude distortion | παραμόρφωση φάσης-πλάτους
phase/frequency characteristic | χαρακτηριστική φάσης – συχνότητας
phase/frequency characteristic | χαρακτηριστική φάσης – συχνότητας
phase/frequency distortion | παραμόρφωση φάσης – συχνότητας
phase-change coefficient, phase constant {USA} | συντελεστής μεταβολής φάσης, συντελεστής φάσης, σταθερά φάσης
physical energy | φυσική ενέργεια
physical power | φυσική ισχύς
picture signal | σήμα εικόνας
pink noise | ροζ θόρυβος
positive feedback | θετική ανάδραση
positive value | θετική τιμή
power decrease | ελάττωση ισχύος
power increase | αύξηση ισχύος
power per unit bandwidth | ισχύς ανά μονάδα ζωνικού εύρους
power spectral density | φασματική πυκνότητα ισχύος
power spectral density, power spectrum density | φασματική πυκνότητα ισχύος
power spectrum | φάσμα ισχύος
practically constant value | πρακτικά σταθερή τιμή
pre-emphasis | προέμφαση
pre-equalization | προ-εξισορρόπηση
progressive reduction | προοδευτική μείωση
progressive slow change | προοδευτική αργή μεταβολή
propagation coefficient, propagation constant {USA} | συντελεστής διάδοσης, σταθερά διάδοσης
propagation medium | μέσο μετάδοσης
propagation medium | μέσο διάδοσης
propagation time | χρόνος διάδοσης
psophometrically weighted noise | ψοφομετρικά σταθμισμένος θόρυβος
pulse | παλμός
pulse amplitude modulation (PAM) | παλμοπλατική διαμόρφωση, διαμόρφωση πλάτους παλμών
pulse code modulation (PCM) | παλμοκωδική διαμόρφωση
pulse duration modulation (PDM) | παλμοδιαρκειακή διαμόρφωση, διαμόρφωση διάρκειας παλμών
pulse duration, pulse width | διάρκεια παλμού, εύρος παλμού
pulse duty factor | παράγοντας δράσης παλμών
pulse frequency modulation, pulse repetition rate modulation (PFM) | παλμοσυχνική διαμόρφωση, διαμόρφωση συχνότητας παλμών, διαμόρφωση ρυθμού επανάληψης παλμών
pulse interlacing, pulse interleaving | διεμπλοκή παλμών
pulse magnitude, pulse amplitude (deprecated) | μέτρο παλμού, πλάτος παλμού {αδόκιμος όρος}
pulse position modulation (PPM) | παλμοθεσική διαμόρφωση, διαμόρφωση θέσης παλμών
pulse regeneration | αναγέννηση παλμών
pulse regenerator | αναγεννητής παλμών
pulse repetition frequency, pulse repetition rate (PRF) | συχνότητα επανάληψης παλμών, ρυθμός επανάληψης παλμών
pulse sequence | ακολουθία παλμών
pulse shaping | σχημάτωση παλμών, μορφοποίηση παλμών
pulse spacing | διαπόσταση παλμών
pulse time modulation (PTM) | παλμοχρονική διαμόρφωση, διαμόρφωση χρόνου παλμών
pulse timing | χρονισμός παλμών
pulse train | παλμοσυρμός, παλμοσειρά
pulsed carrier | παλμική φέρουσα, παλμικό φέρον
pulsed carrier modulation, modulation of pulses | διαμόρφωση παλμικού φέροντος, διαμόρφωση ακολουθίας παλμών
quadrature amplitude modulation, quadrature modulation (QAM) | διαμόρφωση πλάτους με ορθογωνισμό
quadrature phase shift keying, quadrature phase modulation (QPSK) | διαμόρφωση μετατόπισης φάσης με ορθογωνισμό, διαμόρφωση ορθογωνισμού φάσης
quadrature signal, harmonic conjugate signal | σήμα ορθογωνισμού, αρμονικό συζυγές σήμα
quantizer | κβαντιστής, κβαντιστήρας
quantizing | κβαντισμός
quantizing distortion, quantizing noise | παραμόρφωση κβαντισμού, θόρυβος κβαντισμού
quantum noise | κβαντικός θόρυβος
quantum system | κβαντικό σύστημα
quasi-impulsive noise | οιονεί κρουστικός θόρυβος
radiation | ακτινοβολία
radio disturbance, radio frequency disturbance | ραδιοδιαταραχή
radio frequency (RF) | ραδιοσυχνότητα
radio noise, radio frequency noise | ραδιοθόρυβος
radio transmitting station | σταθμός ραδιοεκπομπής
radiometry | ακτινομετρία
random noise | τυχαίος θόρυβος
random signal | τυχαίο σήμα
random stationary function | τυχαία στάσιμη συνάρτηση
range of frequencies | περιοχή συχνοτήτων
ratio of powers | λόγος ισχύων
ratio of values | λόγος τιμών
real function | πραγματική συνάρτηση
real part | πραγματικό μέρος
real signal | πραγματικό σήμα
reciprocal length | αντίστροφο μήκος
reconstitute the carrier {v.} | ανασυνθέτω την φέρουσα, ανασυνθέτω το φέρον
rectangular pulse | ορθογωνικός παλμός
rectangular pulse train | παλμοσυρμός ορθογωνικών παλμών, ορθογωνικός παλμοσυρμός
recurrent impulsive noise, recurrent noise, recurrent disturbance | επαναλαμβανόμενος κρουστικός θόρυβος
recurrent signal | επαναλαμβανόμενο σήμα
reduced carrier {adj.} | μειωμένης φέρουσας, μειωμένου φέροντος {επίθ.}
redundant code | κώδικας με πλεονασμό
reference condition | συνθήκη αναφοράς
reference oscillation | ταλάντωση αναφοράς
reference value | τιμή αναφοράς
reflected current | ανακλώμενο ρεύμα
reflected wave | ανακλώμενο κύμα
reflection factor, complex reflection factor, complex reflection coefficient | παράγοντας ανάκλασης, μιγαδικός παράγοντας ανάκλασης, μιγαδικός συντελεστής ανάκλασης
reflection loss | απώλεια ανάκλασης
refractive index, index of refraction | δείκτης διάθλασης
relative power level | σχετική στάθμη ισχύος
relaxation oscillator | ταλαντωτής χαλάρωσης
represent information {v.} | παριστάνω πληροφορίες
representative time function | αντιπροσωπευτική χρονική συνάρτηση
return loss | απώλεια επιστροφής
rise time {of a pulse} | χρόνος ανόδου {ενός παλμού}
rules of construction | κανόνες κατασκευής

(Συνεχίζεται)
 

nickel

Administrator
Staff member
(Συνέχεια)

sample (of a signal) | δείγμα (σήματος)
second order random stationary function | τυχαία στάσιμη συνάρτηση δεύτερης τάξης
sending {in telecommunications} | αποστολή {στις τηλεπικοινωνίες}
sequence of coefficients | ακολουθία συντελεστών
sequential circuit | ακολουθιακό κύκλωμα
serializer, parallel-to-serial converter | σειριακοποιητής, μετατροπέας παραλληλίας – σειράς
serial-to-parallel converter, deserializer | μετατροπέας σειράς – παραλληλίας, αποσειριακοποιητής
shannon {symb.: Sh} | σάννον {σύμβολο: Sh}
shot noise | θόρυβος βολής
sideband | πλευρική ζώνη
sideband interference | πλευροζωνική παρεμβολή, παρεμβολή πλευρικής ζώνης
signal | σήμα
signal element | σηματοστοιχείο
signal generator | γεννήτρια σημάτων
signal to interference ratio, signal/interference ratio | λόγος σήματος προς παρεμβολή
signal-to-noise ratio, signal/noise ratio | λόγος σήματος προς θόρυβο
significant condition | σημαντική συνθήκη
similar pulses | όμοιοι παλμοί
sine-squared pulse | παλμός τετραγωνικού ημιτόνου
singing | συριγμός, σφύριγμα
singing point | σημείο συριγμού, σημείο σφυρίγματος
single sideband {adj.} (SSB) | μονής πλευρικής ζώνης, μονοπλευρικός
sinusoidal carrier | ημιτονοειδής φέρουσα, ημιτονοειδές φέρον
sinusoidal carrier component | ημιτονοειδής συνιστώσα φέροντος
sinusoidal carrier frequency | συχνότητα ημιτονοειδούς φέροντος
sinusoidal plane wave | ημιτονοειδές επίπεδο κύμα
sinusoidal sound wave | ημιτονοειδές ηχητικό κύμα
sinusoidal travelling wave | ημιτονοειδές οδεύον κύμα, ημιτονοειδές διαδιδόμενο κύμα
sinusoidal wave | ημιτονοειδές κύμα
slicer | αμφιψαλιδιστής
slicing | αμφιψαλίδιση
slow change | αργή μεταβολή
software {in telecommunications} | λογισμικό {στις τηλεπικοινωνίες}
sound wave | ηχητικό κύμα
space domain | χωρικός τομέας, χώρος
specified amount | προδιαγεγραμμένο ποσό
specified corresponding instants | προδιαγεγραμμένες αντίστοιχες στιγμές
specified fraction | προδιαγεγραμμένο κλάσμα
specified law | προδιαγεγραμμένος νόμος
specified lower value | προδιαγεγραμμένη κάτω τιμή
specified ratio | προδιαγεγραμμένος λόγος
specified threshold | προδιαγεγραμμένο κατώφλιο
specified upper value | προδιαγεγραμμένη άνω τιμή
specified usable signal level | προδιαγεγραμμένη χρησιμοποιήσιμη στάθμη σήματος
spectral component | φασματική συνιστώσα
spectral component | φασματική συνιστώσα
spectral line | φασματική γραμμή
spectral line | φασματική γραμμή
spectrum {signal or noise spectrum} | φάσμα {σήματος ή θορύβου}
speed of propagation | ταχύτητα διάδοσης
spot noise factor, spot noise figure {of a linear two-port device} {symb.} F(f) | παράγοντας θορύβου {μιας γραμμικής δίθυρης διάταξης}
spot noise temperature {of a one-port device} | θερμοκρασία θορύβου, σημειακή θερμοκρασία θορύβου {μιας μονόθυρης διάταξης}
square law detection | τετραγωνική φώραση, φώραση τετραγωνικού νόμου
square of the amplitude | τετράγωνο του πλάτους
square pulse train | τετραγωνικός παλμοσυρμός {τετραγωνικός παλμός}
squared modulus | τετράγωνο του μέτρου
stationary function | στάσιμη συνάρτηση
sub-carrier | υπο-φέρουσα, υπο-φέρον
succession of time intervals | διαδοχή χρονικών διαστημάτων
successive elements | διαδοχικά στοιχεία
superimposed sinusoidal waves | υπερτιθέμενα ημιτονοειδή κύματα, επάλληλα ημιτονοειδή κύματα
suppressed carrier {adj.} | κατεσταλμένης φέρουσας {επίθ.}, κατεσταλμένου φέροντος {επίθ.}
switched sub-range | μεταγόμενη υποπεριοχή
switching noise | θόρυβος μεταγωγής
syllabic companding | συλλαβική συστολοδιαστολή
symmetrical alternating signal, symmetrical signal | συμμετρικό εναλλασσόμενο σήμα, συμμετρικό σήμα
synchronism | συγχρονικότητα, συγχρονισμός {κατάσταση}
synchronous | σύγχρονος
synonymous term | συνώνυμος όρος
telegraph noise, key clicks | τηλεγραφικός θόρυβος, κλειδοκροτήματα χειριστηρίου {τηλεγράφου}
tend to zero {v.} | τείνω στο μηδέν
thermal noise, Johnson noise | θερμικός θόρυβος, θόρυβος Τζόνσον
three condition (code) | τρισθενής κώδικας, κώδικας τριών συνθηκών
time base | χρονοβάση, βάση χρόνου
time distortion | χρονική παραμόρφωση
time integral | χρονικό ολοκλήρωμα
time varying quantity | χρονομεταβαλλόμενο μέγεθος, χρονικά μεταβαλλόμενο μέγεθος
time-scale | χρονοκλίμακα, κλίμακα χρόνου
time-varying noise | χρονομεταβαλλόμενος θόρυβος, χρονικά μεταβαλλόμενος θόρυβος
time-varying signal | χρονομεταβαλλόμενο σήμα, χρονικά μεταβαλλόμενο σήμα
timing signal | σήμα χρονισμού
total energy | ολική ενέργεια
total harmonic distortion | ολική αρμονική παραμόρφωση
total harmonic factor, harmonic factor | ολικός αρμονικός παράγοντας, αρμονικός παράγοντας
trailing-edge broadening, decay-time broadening | εύρυνση ουράς, εύρυνση χρόνου καθόδου
transcode {v.} | διακωδικεύω
transcoder, code converter, | διακωδικευτής, μετατροπέας κώδικα
transcoding, code conversion | διακωδίκευση, μετατροπή κώδικα
transducer | μορφοτροπέας
transducer gain {of a two-port device} | απολαβή μορφοτροπέα {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
transducer loss {of a two-port device} | απώλεια μορφοτροπέα {δίθυρης διάταξης, διθύρου}
transfer admittance | εισδοχή μεταφοράς
transfer function (1) | συνάρτηση μεταφοράς (1)
transfer function (2), transmittance, response function | συνάρτηση μεταφοράς (2), μετάδοση, συνάρτηση απόκρισης
transfer immittance | ενδοχή μεταφοράς
transfer impedance | εμπέδηση μεταφοράς
transfer ratio | λόγος μεταφοράς
transient {adj.} | μεταβατικός
transition between two energy levels | μετάβαση μεταξύ δύο ενεργειακών σταθμών
transmission loss | απώλεια μετάδοσης
transmission of information | μετάδοση πληροφοριών
transmission performance | επίδοση μετάδοσης
travel {v. for a wave} | οδεύω, διαδίδομαι {επί κύματος}
triangular noise | τριγωνικός θόρυβος
trigger circuit | κύκλωμα σκανδάλισης
triplet | δυφιοτριάδα, τριδύφια δυφιοσυλλαβή
two condition code | δισθενής κώδικας, κώδικας δύο συνθηκών
two condition frequency shift keying | διαμόρφωση μετατόπισης συχνότητας δύο συνθηκών, δισθενής διαμόρφωση μετατόπισης συχνότητας
two condition phase shift keying | διαμόρφωση μετατόπισης φάσης δύο συνθηκών, δισθενής διαμόρφωση μετατόπισης φάσης
two-port {adj.} | δίθυρος {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
two-port device | δίθυρη διάταξη, δίθυρο
two-port electric network | δίθυρο ηλεκτρικό δικτύωμα
two-terminal {adj.} | διπολικός, δύο ακροδεκτών {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
two-terminal-pair {adj.} | τετραπολικός, τεσσάρων ακροδεκτών {για ηλεκτρικό δικτύωμα, διάταξη κτλ.}
under-modulation | υποδιαμόρφωση
unidirectional pulse | μονοκατευθυντικός παλμός
uniform line | ομοιόμορφη γραμμή {μετάδοσης}
unintentional change | ακούσια μεταβολή
unintentional frequency deviation | ακούσια απόκλιση συχνότητας
unintentional modulation | ακούσια διαμόρφωση
unit pulse response, unit impulse response | μοναδιαία παλμoαπόκριση, απόκριση μοναδιαίας παλμώθησης
unwanted signal, undesired signal | ανεπιθύμητο σήμα
upper sideband | άνω πλευρική ζώνη
usable signal level | χρησιμοποιήσιμη στάθμη σήματος
varying value | μεταβαλλόμενη τιμή
velocity vector | διάνυσμα της ταχύτητας
vestigial sideband (VSB) | υπολειπόμενη πλευρική ζώνη
vestigial sideband {adj.} | υπολειπόμενης πλευρικής ζώνης
video frequency | βιντεοσυχνότητα
wanted signal, desired signal | επιθυμητό σήμα
wave | κύμα
wavelength {in a given direction} | μήκος κύματος, κυματικό μήκος {σε δεδομένη κατεύθυνση}
weighted noise | σταθμισμένος θόρυβος
weighted value | σταθμισμένη τιμή
white noise | λευκός θόρυβος
with respect to reference value | ως προς την τιμή αναφοράς
working range, dynamic operating range {of an equipment} | περιοχή εργασίας, δυναμική περιοχή λειτουργίας {μιας συσκευής}
x dB bandwidth {of a signal} | ζωνικό εύρος των x dB {ενός σήματος}

Τέλος. Καλό κουράγιο.
 

Zazula

Administrator
Staff member
Νίκο, φρονώ πως θα ήταν σκόπιμο να προστεθεί ένα νέο μήνυμα δωπέρα, στο οποίο να περιλαμβάνονται υπερσύνδεσμοι προς όλες τις επιμέρους νηματοσυζητήσεις που ανοίγουμε για κάθε όρο χωριστά. Επίσης, η αντίστοιχη εγγραφή τού υπόψη όρου στον σεντονοπίνακα θα μπορεί να μετατραπεί κι εκείνη σε υπερσύνδεσμο ώστε κάποιος να έχει πλέον τη δυνατότητα να πηγαίνει κατευθείαν στη συζήτηση του όρου που τον ενδιαφέρει.
 

nickel

Administrator
Staff member
Ευχαριστώ, Ζαζ, το σκεφτόμουν κι εγώ να κάνω μια πρώτη άθροιση εδώ (με τη σκοπιμότητα, επίσης, να ανεβάσω το θέμα). Θα προσθέσω αργότερα και τους απαραίτητους συνδέσμους στους ίδιους τους όρους.

Η μικρή συγκομιδή μέχρι στιγμής:

access = πρόσβαση, προσπέλαση | έχω πρόσβαση, αποκτώ πρόσβαση, προσπελάζω
dumb terminal = κουτό τερματικό, χαζό τερματικό, κοινό τερματικό, απλό τερματικό
hacker = εισβολέας (συστημάτων), διαρρήκτης (του κυβερνοχώρου), κν. χακεράς
user-friendly = φιλικός στο χρήστη, εύχρηστος

Οι παραπάνω μεταφραστικές προτάσεις είναι προσωρινές και θα αλλάξουν κατά τη συζήτηση (π.χ. ο «διαρρήκτης» μάλλον θα εξοβελιστεί).
 

nickel

Administrator
Staff member
Αύριο λήγει η προθεσμία και δεν ξέρω αν έχουμε ολοκληρώσει τις παρατηρήσεις μας. Πάντως, θα προσπαθήσω να υποβάλω σχόλιο τουλάχιστον για το e-, μη φτάσουμε να βλέπουμε το e-pass ηλ-πάσο.
 

Zazula

Administrator
Staff member
http://lexilogia.gr/forum/showthrea...ηροφορικής-ορισμοί-εννοιών-και-ελληνικοί-όροι
 
Top