διαγκωνίζομαι - διαγωνίζομαι

nickel

Administrator
Staff member
Γράφει ο Αλέξης Παπαχελάς στο χτεσινό άρθρο του στην Καθημερινή:

Η αντιπολίτευση χάνει το δίκιο της όταν προσπαθεί «να την βγει» από τα αριστερά στην κυβέρνηση. Πέφτει στην παγίδα που έχει πέσει πολλάκις η Δεξιά στο παρελθόν, να διαγωνίζεται στον στίβο του λαϊκισμού.
http://www.kathimerini.gr/861087/opinion/epikairothta/politikh/mia-sxizofrenhs-xwra

Έχω την εντύπωση ότι συχνά χρησιμοποιούμε λάθος το ρήμα διαγωνίζομαι στη θέση του διαγκωνίζομαι. Το διαγωνίζομαι χρησιμοποιείται κανονικά με την κυριολεκτική σημασία, της συμμετοχής σε διαγωνισμό ή εξετάσεις. Παράδειγμα από το διαδίκτυο:

Για πρώτη φορά στον κόσμο, δίποδα ανθρωποειδή ρομπότ άρχισαν να διαγωνίζονται στο στίβο, στην κανονική "Μαραθώνια" διαδρομή των περίπου 42.200 μέτρων.

Στη μεταφορική (και ενίοτε αρνητική) σημασία βάζουμε κανονικά το διαγκωνίζομαι, που ξεκινά από την εικόνα κάποιου που σπρώχνει με τους αγκώνες. Ορισμοί και παραδείγματα από τα λεξικά:

ΛΚΝ:
διαγκωνίζομαι
2. (μτφ.) ανταγωνίζομαι έντονα κάποιους (άλλους) προκειμένου να πετύχω κτ. για τον εαυτό μου: Οι υποψήφιοι διαγκωνίζονταν για μια εκλόγιμη θέση στο ψηφοδέλτιο επικρατείας του κόμματος.

http://www.greek-language.gr/greekLang/modern_greek/tools/lexica/search.html?lq=διαγκω&sin=all

ΛΝΕΓ:
διαγκωνίζομαι
2. (μτφ.) ανταγωνίζομαι έντονα άλλους που διεκδικούν ό,τι κι εγώ: μεγάλες ξένες εταιρείες διαγκωνίζονται, για να αναλάβουν την κατασκευή τού μετρό | «πόλεις που διαγκωνίζονται για την ανάληψη των Ολυμπιακών Αγώνων» (εφημ.).
διαγκωνισμός (ο) 2. (μτφ.) ο έντονος ανταγωνισμός μεταξύ συνδιεκδικητών: ο διαγκωνισμός χιλιάδων υποψηφίων για την εισαγωγή τους στα Α.Ε.Ι.


Χρηστικό:
διαγκωνίζομαι
1 (μτφ.-αρνητ. συνυποδ.) ανταγωνίζομαι με ένταση διεκδικώντας κάτι: διαγκωνίζονται για τα αξιώματα/για μια θέση.
διαγκωνισμός: κομματικός διαγκωνισμός. Σκληρή μάχη και διαγκωνισμός (μεταξύ) των υποψηφίων για μια θέση στο πανεπιστήμιο.
 
Ενδιαφέρουσα περίπτωση. Από μόνος μου (ως μακαρίως αδαής που είμαι) θα προσπερνούσα χωρίς δεύτερη σκέψη αυτήν τη χρήση τής λέξης, καθώς αναφέρεται μεταφορικά στη συμμετοχή σε αγώνα στίβου και όχι απαραίτητα στην εναγώνια προσπάθεια να διεκδικήσει ένα σαφές και καθορισμένο έπαθλο. Βλέπω δηλαδή μια διάκριση μεταξύ διαρκούς κατάστασης και γεγονότος, χωρίς να είμαι κι εγώ εντελώς σίγουρος ότι είναι λογικό να διαχωρίζεις την απόφαση να κυλιστείς στη λάσπη από το ενδεχόμενο νίκης στο εγγύτερο ή απώτερο μέλλον.

Ξεκάθαρο διαχωρισμό μεταξύ τού κυριολεκτικού «διαγωνίζομαι» και του μεταφορικού «διαγκωνίζομαι» δεν γνώριζα, αλλά πάλι υποθέτω πως εφόσον υπάρχει, από κάτι τέτοιες γκρίζες περιπτώσεις θα αρχίσει να διαβρώνεται...
 

nickel

Administrator
Staff member
Ίσως πρέπει να υπογραμμιστεί η «αρνητική συνυποδήλωση» που αναφέρει και το Χρηστικό. Βοηθά να τα ξεχωρίσουμε.
 
Top