Genussmittel

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ο όρος, σύνθετος από τις λέξεις Genuss (=απόλαυση) και Mittel (=μέσο), χρησιμοποιείται στη στενή του έννοια για να χαρακτηρίσει τρόφιμα και ποτά που δεν καταναλώνονται κυρίως για την τροφική τους αξία αλλά, πολύ περισσότερο, για την ευχάριστη γεύση και τη διεγερτική δράση τους χάρη σε ψυχοτρόπες ουσίες που περιέχουν. Στην κατηγορία αυτή περιλαμβάνονται π.χ. αλκοολούχα ποτά, προϊόντα καπνού, καφές, σοκολάτα, μπαχαρικά (ορισμένες σύγχρονες πηγές εντάσσουν εδώ ακόμη και τη ζάχαρη). Το λεξικό των αδελφών Γκριμ ορίζει τη λέξη ως το σύνολο τροφών που αποσκοπούν στη γευστική απόλαυση.

Ο όρος είναι χαρακτηριστικός της γερμανικής γλώσσας, ο πλησιέστερος αντίστοιχος στα αγγλικά είναι το luxury food και στα γαλλικά τα excitants ή stimulants (πηγή: γερμανική Βίκη).

Το Pons δοκιμάζει μια ερμηνευτική απόδοση: απολαύσεις (καπνός, οινοπνευματώδες ποτά, καφές). Άλλες αποδόσεις που έχω βρει στα ελληνικά είναι ο περιγραφικός με χρήση των συγκεκριμένων ειδών (π.χ. «ποτά και προϊόντα καπνού»), οι συμφράσεις με διεγερτικό+κάτι (p.x. στην IATE), που προφανώς δεν ισχύουν σε κάθε περίπτωση, καθώς και άλλες ανάλογες προσπάθειες.

Θα μπορούσαμε άραγε να προσπαθήσουμε να βρούμε έναν ανάλογο περιεκτικό όρο στα ελληνικά;
 

daeman

Administrator
Staff member
Τερψίμβροτα.

Amuse-bouches? :-) «Κρίμα που έχει καπαρωθεί αυτό με άλλη σημασία», ήταν το πρώτο που σκέφτηκα, σε άλλων γλώσσες όμως.

Από την πάσα σου, τα τερψιλαρύγγια, δηλαδή:

Λιχουδιές;

Κοντολογίς, +1. Τουλάχιστον για τις τροφές σύμφωνα με τους Γκριμ. Αλλά ο καπνός μάλλον δεν χωράει, εκτός απ' τον ταμπάκο το μασητό.

We are amused. :-) Quite amused.
Impressed, we should say, but you know the British.
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Τερψίμβροτα.
Γιατί εκείνο το -μ- στη μέση και όχι απλώς τερψίβροτα, όπως τα τερψιλαρύγγια; Και γιατί όχι τερψιλαρύγγια, μια και καλή, εδώ που τα λέμε; Εντάξει, λιχουδιές σημαίνει κι αυτό, αλλά ο λάρυγγας τέρπεται και από τη δίοδο καπνικών προϊόντων, όχι;

Και θα λεξιπλάσω και μια μερίδα τερψιδόρπια...
 

nickel

Administrator
Staff member
Το επίθετο τερψίμβροτος (=gladdening the heart of man, που τέρπει τους θνητούς) είναι επίθετο της αρχαίας (το -βροτός παίρνει -μ- στη σύνθεση). Αυτό ενέπνευσε το τερψιλαρύγγιο του 1894, που περιορίζεται στα ηδύποτα. Βροτός όμως εδώ είναι ο θνητός, δεν έχει σχέση με τη βρώση.

Στην Οδύσσεια ο Όμηρος μιλάει περί «τερψιμβρότου Ἠελίοιο» (φωτοδότη Ηλίου). Η σημασία του δηλαδή είναι ευρύτερη απ' όσο θέλουμε, όχι στενότερη.
 

daeman

Administrator
Staff member
.., Αυτό ενέπνευσε το τερψιλαρύγγιο του 1894, που περιορίζεται στα ηδύποτα. ...

Ο τερψιλαρύγγιος και τα τερψιλαρύγγια (σε επιθετική χρήση, όπως εμείς με τις νοστιμιές :-)) μάλλον όχι αποκλειστικά πια. Τουλάχιστον για το ΛΝΕΓ:

τερψιλαρύγγιος, -α, -ο [1894] (λόγ.) 1. αυτός που τέρπει τον λάρυγγα, που προσφέρει γευστική ευχαρίστηση: ~ εδέσματα || ~ ποτό | γλύκυσμα [sic] 2. τερψιλαρύγγια (τα) τα ηδύποτα.
 
Top