Γρήγορα ετυμολογικά

nickel

Administrator
Staff member
Συχνά ανακαλύπτω ή θυμάμαι μια ενδιαφέρουσα ετυμολογία, ελληνικής ή αγγλικής λέξης, που δυστυχώς αποφεύγω να μοιραστώ επειδή βαριέμαι να ανοίξω νήμα για μια τέτοια μικροπληροφορία και μόνο. Κάποιες άλλες τέτοιες αξιοπερίεργες πληροφορίες χάνονται μέσα σε μια μεγαλύτερη συζήτηση. Θα έχει συμβεί και σε σας. Και επειδή μια ωραία ετυμολογική ιστορία, όσο σύντομη κι αν είναι, αξίζει περισσότερο από ένα ανέκδοτο (ή ίσως την εκτιμούμε, στο χρηματιστήριο της Λεξιλογίας, περισσότερο από ένα ανέκδοτο), ανοίγω αυτό το νήμα με αφορμή μια εντελώς αστεία διαπίστωση.

Καθώς διάβαζα στη Wikipedia την ιστορία του γνωστού επιπλοποιού Thomas Chippendale, είδα ότι δεν αναφέρεται εκεί ότι ενέπνευσε τα ονόματα των δύο ηρώων του Ντίσνεϊ, του Τσιπ και του Ντέιλ (Chip 'n' Dale). Στο λήμμα για τα σκιουράκια (που είναι βέβαια chipmunks, ευταμίες) υπάρχει η σχετική αναφορά, που θα μπορούσε να προστεθεί προσαρμοσμένη και στη σελίδα του επιπλοποιού.

Their names are a pun based on the name "Chippendale" (see Thomas Chippendale).

(Η συνέχεια για τις καρέκλες και τα σκιουράκια, εδώ: http://lexilogia.gr/forum/showthread.php?12447-Chippendale-vs-Chip-n-Dale)

Έκανα ένα απλό ξεκίνημα, μπορείτε να καταθέσετε τώρα τις αγαπημένες σας μικρές ετυμολογικές ιστορίες για λέξεις ελληνικές, αγγλικές ή και θιβετιανές ακόμα. Αρκεί να μην είναι παρετυμολογίες: αυτές έχουν το δικό τους νήμα.


 

nickel

Administrator
Staff member
Η συνομιλήτριά μου δεν γνώριζε ότι το μανταρίνι (mandarin orange) πήρε το όνομά του επειδή το χρώμα του είναι ίδιο με το χρώμα της αμφίεσης των Κινέζων αξιωματούχων, των μανδαρίνων. Χάρηκε όταν το έμαθε. Τα υπόλοιπα που ήθελα να γράψω εδώ τα βρήκα έτοιμα στου Σαραντάκου, οπότε απλώς αντιγράφω:

Ονομάστηκε mandarine στα γαλλικά ή στα αγγλικά, από τους μανδαρίνους, τους Κινέζους αξιωματούχους, μάλλον επειδή οι μανδαρίνοι φορούσαν μεταξωτούς μανδύες κίτρινου χρώματος. Η ονομασία για το μανταρίνι είχε μπει στην αγγλική και τη γαλλική γλώσσα από τις αφηγήσεις ταξιδιωτών πριν έρθει ο ίδιος ο καρπός στην Ευρώπη. Στα ελληνικά μπήκε από τα ιταλικά, και –όπως συχνά συμβαίνει– ο πληθυντικός (mandarini, ο ενικός είναι mandarino) θεωρήθηκε ενικός. Να κάνουμε εδώ μια παρένθεση: η κοινή ευρωπαϊκή λέξη για τους μανδαρίνους δεν είναι κινεζικής αρχής· την οφείλουμε στο πορτογαλικό mandarim, που είναι δάνειο από το μαλαϊκό mantri (έπαιξε παρετυμολογικά ρόλο και το πορτογ. ρήμα mandar, διατάζω), κι αυτό από το ινδικό mantri, που θα πει «σύμβουλος». Η ινδική μάντρα (mantra) είναι της ίδιας ρίζας.

Είπαμε πιο πάνω ότι η ονομασία είναι κοινή παντού, αλλά στα αγγλικά, και ιδίως στα αμερικάνικα, το μανταρίνι είναι γνωστό και ως tangerine. Η λέξη προέρχεται από την Ταγγέρη του Μαρόκου (Tangiers) και αρχικά λεγόταν για ένα είδος πορτοκαλιού. Σήμερα χρησιμοποιείται για ορισμένες ποικιλίες μανταρινιών με πιο βαθύ, κοκκινοπορτοκαλί χρώμα.


Αν θέλετε να διαβάσετε και για τις κλημεντίνες, θα πάτε εκεί:
Το φρούτο των Χριστουγέννων
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Μέρες ποδοσφαίρου οι Τριτοτετάρτες και εκεί που συζητούσαμε ήρεμα και παραγωγικά :D, κάποιος το τόλμησε:

«Ρε γερμανόψυχε, τι θα πει αυτό το “Μπορούσια” της Ντόρτμουντ;»

«“Μπορούσια” είναι το όνομα της Πρωσίας στα λατινικά», του απάντησα.

«Μα η Πρωσία ήταν στην άλλη άκρη, στα βορειοανατολικά της Πολωνίας. Τι σχέση έχει το Ντόρμουντ, στα δυτικά;»

«Στα μεγαλεία της, η Πρωσία ήταν σχεδόν όση η μισή Γερμανία και έφτανε στα σύνορα με τη Γαλλία. Γιατί λένε τον πόλεμο του 1870 “Γαλλοπρωσικό” νομίζεις; Και πολλοί αθλητικοί σύλλογοι στη Γερμανία, στα τέλη του 19ου, αρχές του 20ού αιώνα, έπαιρναν (όπως και σε εμάς), “εθνικά” ονόματα». “Μπορούσια” έχει και στο Μενχενγκλάντμπαχ, για παράδειγμα, αυτήν που εμείς την λέμε σκέτη Γκλάντμπαχ. Στο Μπίλεφελντ, πάλι, υπάρχει “Αρμίνια”, από το λατινικό όνομα του Χέρμαν των Χερούσκων, του νικητή των αρχαίων Ρωμαίων. Άλλοι πάλι δεν ήθελαν να δείχνουν τόση εθνικοφροσύνη και βάφτισαν τον σύλλογό τους από τη θεά Τύχη: είναι οι δεκάδες “Φορτούνες” –όπως αυτές του Ντίσελντορφ, της Κολωνίας και του Μαγδεμβούργου.»

«Και η Άιντραχτ; Όπως της Φρανκφούρτης; Τι θα πει αυτό;»

«“Άιντραχτ” σημαίνει ενότητα, ομόνοια. Συνήθως είναι επωνυμία ομάδων που προήλθαν από τοπικές συγχωνεύσεις. Eintracht Χ είναι το γερμανικό αντίστοιχο του αγγλικού Χ United.»
 
Όπως και η Χάνσα του Ρόστοκ, που ο Δόκτορ μάλλον μπορεί να μας τα εξηγήσει καλύτερα από μένα .... ;)
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Η Χάνσα είναι από τη Χανσεατική Ένωση, τη μεγάλη εμπορική και πολιτική συνομοσπονδία των λιμανιών της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής κατά την περίοδο από τον 13ο μέχρι τον 17ο αιώνα. Είναι η ίδια λέξη που βρίσκεται στη Lufthansa, τη «Χάνσα του αέρα» (Luft > αέρας).
 

Zazula

Administrator
Staff member
Η υστερία προέρχεται (μέσω της γαλλικής) από το αρχαιοελληνικό υστέρα (=μήτρα) επειδή ήδη από την αρχαιότητα το επίθετο υστερικός χρησιμοποιούταν για να δηλώσει ψυχοπαθολογικές καταστάσεις που θεωρούνταν αποκλειστικά γυναικείο "προνόμιο".
 

pidyo

New member
Η υστερία προέρχεται (μέσω της γαλλικής) από το αρχαιοελληνικό υστέρα (=μήτρα) επειδή ήδη από την αρχαιότητα το επίθετο υστερικός χρησιμοποιούταν για να δηλώσει ψυχοπαθολογικές καταστάσεις που θεωρούνταν αποκλειστικά γυναικείο "προνόμιο".

Πριν από πολλά χρόνια είχα πετύχει ένα κείμενο μιας Αμερικανίδας φεμινίστριας που έλεγε (νομίζω στα σοβαρά αλλά δεν θυμάμαι με βεβαιότητα) πως η επικράτηση της herstory είναι αναγκαία όχι μόνο για να ξεφύγουμε από τον σεξιστικό όρο history, αλλά και για να μην υπενθυμίζει η ιστορία την εξίσου σεξιστική σύνδεση της υστερίας με τις γυναίκες.
 

nickel

Administrator
Staff member
Με την σειρά μας μπορούμε άραγε να επιχειρηματολογήσουμε ότι θα πρέπει να αλλάξει και η λέξη για τους θεατρινισμούς και να λένε histrionics όταν πρόκειται για άντρες και herstrionics όταν πρόκειται για γυναίκες;
:)
 

pidyo

New member
Ασφαλώς. Πρέπει επίσης να προπαγανδίσουμε τους πολιτικά ορθούς όρους hertogenesis, hertolysis, hertogram και Herpanic.
 

daeman

Administrator
Staff member
Ασφαλώς. Πρέπει επίσης να προπαγανδίσουμε τους πολιτικά ορθούς όρους hertogenesis, hertolysis, hertogram και Herpanic.

Μα αυτό το herpanic δεν είναι συνώνυμο κι εξίσου σεξιστικό με το histeria; Δεν έχουν το ταίρι τους αυτά και με μπερδεύουν. Είναι και τα βαπόρια στη μέση και με κάνουνε βαπόρι.

Oh, yes, and herring instead of hissing, a red one, I'd say
. :whistle:
 

Zazula

Administrator
Staff member
Η λ. snob δεν προέρχεται από ακρωνυμική χρήση της λατ. φράσης s(ine) nob(ilitate) "χωρίς ευγενική καταγωγή", όπως διατείνεται στην τρέχουσά του μορφή το σχετικό βικιάρθρο: http://en.wikipedia.org/wiki/Snob. Η λ. snob είναι παλαιότερη απ' τη συγκεκριμένη χρήση και παραμένει αγνώστου ετύμου (βλ. σχετ. και ΛΝΕΓ, ΕΛΝΕΓ).
http://oxforddictionaries.com/words/what-is-the-origin-of-the-word-snob
http://www.etymonline.com/index.php?term=snob
 
histogram: Οι περισσότεροι θεωρούν ότι το πρώτο συνθετικό είναι το ιστός, αλλά η wikipedia έχει τις αμφιβολίες της:
The etymology of the word histogram is uncertain. Sometimes it is said to be derived from the Greek histos 'anything set upright' (as the masts of a ship, the bar of a loom, or the vertical bars of a histogram); and gramma 'drawing, record, writing'. It is also said that Karl Pearson, who introduced the term in 1891, derived the name from "historical diagram".
 

nickel

Administrator
Staff member
@snob: Μου φαίνεται περίεργο ότι έχει μείνει απείρακτος στη Wikipedia ένας από τους παλιότερους ετυμολογικούς μύθους της αγγλικής, μια και έχει καταρριφθεί εδώ και δεκαετίες. Δεν το σώζει το ότι αναφέρει «It was said to have derived» και είναι ενοχλητικό ότι δεν αναφέρει τα άλλα ευρήματα. Άντε να προσθέσω και τον φίλτατο Quinion:
http://www.worldwidewords.org/qa/qa-sno1.htm

Αλλά και λίγο Ayto (Dictionary of Word Origins):

Snob originally meant a ‘shoemaker’. Cambridge University students of the late 18th century took it over as a slang term for a ‘townsman, someone not a member of the university’, and it seems to have been this usage which formed the basis in the 1830s for the emergence of the new general sense ‘member of the lower orders’ (‘The nobs have lost their dirty seats – the honest snobs have got ’em’, proclaimed the Lincoln Herald on 22 July 1831, anticipating the new Reform Act). This in turn developed into ‘ostentatiously vulgar person’, but it was the novelist William Thackeray who really sowed the seeds of the word’s modern meaning in his Book of Snobs 1848, where he used it for ‘someone vulgarly aping his social superiors’. It has since broadened out to include those who insist on their gentility as well as those who aspire to it. As for the origins of the word snob itself, they remain a mystery. An ingenious suggestion once put forward is that it came from s. nob., supposedly an abbreviation for Latin sine nobilitate ‘without nobility’, but this ignores the word’s early history.
 

pidyo

New member
Η Χάνσα είναι από τη Χανσεατική Ένωση, τη μεγάλη εμπορική και πολιτική συνομοσπονδία των λιμανιών της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής κατά την περίοδο από τον 13ο μέχρι τον 17ο αιώνα. Είναι η ίδια λέξη που βρίσκεται στη Lufthansa, τη «Χάνσα του αέρα» (Luft > αέρας).

Άρα ο όρος Χανσεατική Ένωση (και Hanseatic League και Liga Hanseatica) είναι πλεονασμός; Σα να λέμε «υδαρές υγρό»;
 

drsiebenmal

HandyMod
Staff member
Ή αστυνομία πόλεων... Ή ποταμός Ρίο Νέγκρο... Ή κοιλάδα Βαλ ντ' Αόστα... Ή ένας σωρός άλλα (που υπάρχουν κάπου στη γουίκη και στη Λέξι, αλλά τρέχα γύρευε χωρίς τον Δαεμάνο).
 

nickel

Administrator
Staff member
Αν αναρωτιέστε γιατί ονομάστηκε έτσι το γυναικείο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου Φραγκοπηδήματος, διάβασα το εξής:

η Μονή οφείλει το επίθετο Φραγκοπήδημα σε έναν Φράγκο πρίγκιπα. Σύμφωνα με τη παράδοση, τον τελευταίο κυνηγούσαν Σαρακηνοί πειρατές και ο πρίγκιπας για να ξεφύγει από τους διώκτες του πήδηξε σε μια βαθιά χαράδρα, ζητώντας από τον άγιο Νικόλαο να τον σώσει. Ο Φράγκος σώθηκε και πιστός στο τάμα του χάρισε στον Άγιο όλη τη γύρω περιοχή.
 

SBE

¥
Αυτό το Φραγκοπήδημα πολύ ευπρεπισμενο μου φαίνεται. Εγώ το μοναστηρι και την περιοχή τα ήξερα Φραγκαπήδημα. Και παραδίπλα είναι η μονή και η τοποθεσία Φραγκαβίλα.
 

nickel

Administrator
Staff member
@snob: Μου φαίνεται περίεργο ότι έχει μείνει απείρακτος στη Wikipedia ένας από τους παλιότερους ετυμολογικούς μύθους της αγγλικής, μια και έχει καταρριφθεί εδώ και δεκαετίες. Δεν το σώζει το ότι αναφέρει «It was said to have derived» και είναι ενοχλητικό ότι δεν αναφέρει τα άλλα ευρήματα. Άντε να προσθέσω και τον φίλτατο Quinion:
http://www.worldwidewords.org/qa/qa-sno1.htm

Αλλά και λίγο Ayto (Dictionary of Word Origins):

Snob originally meant a ‘shoemaker’. Cambridge University students of the late 18th century took it over as a slang term for a ‘townsman, someone not a member of the university’, and it seems to have been this usage which formed the basis in the 1830s for the emergence of the new general sense ‘member of the lower orders’ (‘The nobs have lost their dirty seats – the honest snobs have got ’em’, proclaimed the Lincoln Herald on 22 July 1831, anticipating the new Reform Act). This in turn developed into ‘ostentatiously vulgar person’, but it was the novelist William Thackeray who really sowed the seeds of the word’s modern meaning in his Book of Snobs 1848, where he used it for ‘someone vulgarly aping his social superiors’. It has since broadened out to include those who insist on their gentility as well as those who aspire to it. As for the origins of the word snob itself, they remain a mystery. An ingenious suggestion once put forward is that it came from s. nob., supposedly an abbreviation for Latin sine nobilitate ‘without nobility’, but this ignores the word’s early history.

Την πάτησε και ο Πέτρος Τατσόπουλος με το μύθευμα για την προέλευση τού snob. Στο ενδιαφέρον άρθρο του στην Athens Voice, Ο λαϊκισμός ως σνομπισμός, ξεκινά με γλαφυρή περιγραφή της αντίθεσης ανάμεσα σε άξεστους αριστοκράτες και τους ανερχόμενους σνομπ επαγγελματίες. Αλλά η ετυμολόγηση είναι το γνωστό λάθος.

Στα βρετανικά πανεπιστήμια, τον 18o αιώνα, οι φοιτητές με τίτλο ευγενείας μπορούσαν να απλώνουν τις αρίδες τους πάνω στο τραπέζι, να σκαλίζουν τη μύτη τους, να ρεύονται, να κλάνουν ή ό,τι άλλο σκαρφιζόταν η αδάμαστη αηδιαστική τους ιδιοσυγκρασία. Δεν είχαν να αποδείξουν τίποτε και σε κανέναν. Δίπλα σε αυτούς τους κωλόφαρδους, που αποτελούσαν τότε τη συντριπτική πλειονότητα της σπουδάζουσας νεολαίας, υπήρχαν και ορισμένοι λιγότερο τυχεροί που έπρεπε να καταπνίγουν αδιαλείπτως τους θορύβους από τις οπές τους, να κάθονται στο τραπέζι με ευπρέπεια, να ξεχωρίζουν το μαχαίρι για το ψάρι από το μαχαίρι για το κρέας και να έχουν εύκαιρο από στήθους ανά πάσα στιγμή κι ένα σονέτο του Σαίξπηρ. Βασιλικότεροι του βασιλέως οι τελευταίοι, δυσκοίλιοι και ατσαλάκωτοι, εξαγόραζαν μ’ ένα σεβαστό χρηματικό ποσό και με τη σιδερωμένη συμπεριφορά τους το μοναδικό εκ γενετής μειονέκτημά τους: δεν είχαν τίτλο ευγενείας. Ήταν sine nobilitate. Ήταν οι σνομπ.
 
Top