κι η κουδουνάτη λύρα...

altan

Member
"κι η κουδουνάτη λύρα
όρτσες βαράει με ολόρθο καβαλάρη."

Is there any idiom or metaphor in these verses (from Epilogue of Report to Greco)? Because I see in P. Bien's translation as is:

"bridge raised high, the tingling
rebec wails its lively reels."
 

daeman

Administrator
Staff member
...
No idiom that I know of.

I think κουδουνάτη λύρα means it's played with a bow with bells on (γερακοκούδουνα) like my friend Stelios plays here:


It might also mean loud and clear as a bell, but then it would probably be καμπανιστή.

Καβαλάρης is obviously used in the context of stringed instruments, therefore bridge (sense 5. The part of a stringed instrument over which the strings are stretched[FONT=noto_serif_devanagari])[/FONT], held up high, and όρτσες means lively, skilful playing.

The image that springs to my mind is of a lyra player holding the instrument high with the left hand stretched out above his head and the right one wielding the bow with its bells in sharp, quick, expert movements, as I've seen and heard it in feasts in a display of both skill and high spirits.
 

daeman

Administrator
Staff member
...
Ο θάνατος του λυράρη - Κώστας Μουντάκης


Σ' ενούς λυράρη την αυλή εκόνεψεν ο Χάρος
κι ανεσηκώθη ο λυρατζής παλιό κρασί να φέρει
λες κι ήτο φίλος του ακριβός να τονε τραπεζώσει
και ξεκρεμά τη λύρα του γλυκό σκοπό ν' αρχίσει
λες κι ήτονε κανάς γλεντζές να τονε ξεφαντώσει

—Άσε το δίσκο, λυρατζή, και κρέμασε τη λύρα
φύλαξε το δοξάρι σου, για δεν το ξαναπιάνεις
και κάτσε να χαζιρευτείς, τα σκολινά σου βάλε
γιατί σε παίρνω σύναυγα και πας στον κάτω κόσμο

—Χάρε, αν θέλεις άφησ' με τη λύρα μου να πάρω
απού μιλούν οι κόρδες τση και κλαίει ο καβαλάρης
και τα γερακοκούδουνα του δοξαριού μου λένε

τ' απάνω κόσμου τσι χαρές, τση νιότης τα τσαλίμια
την ομορφιά των κοριτσιώ, τση λεβεντιάς τη χάρη
και μιας αγάπης μου παλιάς το κάνω βασιγέτι
που μου διπλοπαράγγελνε τη λύρα μην ξεχάσω
στον κάτω κόσμο όντε θα 'ρθω

—Δε στην αφήνω, ζάβαλε, καλλιά 'χω να τη σπάσεις
γιατί με το δοξάρι σου σηκώνεις ποθαμένους
και θ' αρχινήσεις κοντυλιές να ταραχίσεις τς άντρες
να ξεμυαλίσεις κοπελιές, να ξετρουνίσεις γέρους
και θα πλανέψεις τα μωρά να κλαίνε για κανάκια
και θα μισήσουν τα κελιά, του Νάδη τα καστέλια
κι ούλοι θα θένε να 'ρθουνε στον κόσμο τον απάνω


* βασιγέτι: διαθήκη, τελευταία επιθυμία (Turkish vasiyet)
 
Top