Γράφω άρα Υπάρχω - Στον Καιρό της Λήθης (32)
Κι ας ζω για πάντα στοιχειωμένος,
περιστοιχισμένος από κορμιά, νεκρά κορμιά που στροβιλίζονται,
που παραπαίουν μεθυσμένα και ζητούν μέσ' στην απόγνωση λίγη αλήθεια,
να τα λυτρώσει απ' τα ψέματα, τον βούρκο και την ζάλη.
Να μην λυπούνται πια, να μην κοιμούνται σαν νεκρά στα πεζοδρόμια.
Αλήθεια, θα 'θελα αλήθεια περισσότερη.
Να λάμψει με το φως του ήλιου και να κρύψει κάθε μια σκιά,
να την εξαφανίσει διά παντός από τον κόσμο·
μόνο φως να μείνει, καυτό, αληθινό - σαν αίμα, σαν ουίσκι και κρασί.
Μεθυσμένη η νύχτα ξανά τσαλαβουτάει στα παλιά.
Ανασύρει αναμνήσεις, άλλες τετριμμένες
κι άλλες ξεχασμένες τόσο που έχουν μείνει σαν σκιές να μας ορίζουν.
Τι να γνωρίζουν και οι έρημες οι λάμιες;
Πνιγήκανε χρόνια πολλά πριν το σκοτάδι της αυγής.
Ούτε πηγής ούτε ανάσας το αποτύπωμα μού μένει στο μυαλό.
Μονάχα δέντρα σκιερά, ποτάμια που κυλάνε,
ανάμεσα σε ψηλά φαράγγια και σκιερά δάση.
Θυμάμαι πώς η αιώρα με νανούριζε στημένη σε δυο δέντρα.
Θυμάμαι πώς η αγάπη με νανούριζε και η στοργή.
Θυμάμαι ακόμα πράγματα που θα 'θελα να είχα ξεχάσει,
μα είναι λίγα αυτά και η δύναμή τους έχει σβήσει.
Αδύναμα μού φωνάζουν και με κοροϊδεύουνε.
Κι όσο για το αύριο; Ποιος ξέρει, αλήθεια;
Αλήθεια... μόνο εκείνο θέλω να πω:
"Είθε ποτέ να μην σε πάρει από κάτω ή πέσεις σε λήθαργο βαθύ.
Η καταιγίδα θα δώσει την θέση της στο μπλε του ουρανού,
σαν τον παλιό σκοπό απ' την ψυχή σου ανασύρεις".
Τετάρτη 22 Οκτωβρίου του 2014
Κι ας ζω για πάντα στοιχειωμένος,
περιστοιχισμένος από κορμιά, νεκρά κορμιά που στροβιλίζονται,
που παραπαίουν μεθυσμένα και ζητούν μέσ' στην απόγνωση λίγη αλήθεια,
να τα λυτρώσει απ' τα ψέματα, τον βούρκο και την ζάλη.
Να μην λυπούνται πια, να μην κοιμούνται σαν νεκρά στα πεζοδρόμια.
Αλήθεια, θα 'θελα αλήθεια περισσότερη.
Να λάμψει με το φως του ήλιου και να κρύψει κάθε μια σκιά,
να την εξαφανίσει διά παντός από τον κόσμο·
μόνο φως να μείνει, καυτό, αληθινό - σαν αίμα, σαν ουίσκι και κρασί.
Μεθυσμένη η νύχτα ξανά τσαλαβουτάει στα παλιά.
Ανασύρει αναμνήσεις, άλλες τετριμμένες
κι άλλες ξεχασμένες τόσο που έχουν μείνει σαν σκιές να μας ορίζουν.
Τι να γνωρίζουν και οι έρημες οι λάμιες;
Πνιγήκανε χρόνια πολλά πριν το σκοτάδι της αυγής.
Ούτε πηγής ούτε ανάσας το αποτύπωμα μού μένει στο μυαλό.
Μονάχα δέντρα σκιερά, ποτάμια που κυλάνε,
ανάμεσα σε ψηλά φαράγγια και σκιερά δάση.
Θυμάμαι πώς η αιώρα με νανούριζε στημένη σε δυο δέντρα.
Θυμάμαι πώς η αγάπη με νανούριζε και η στοργή.
Θυμάμαι ακόμα πράγματα που θα 'θελα να είχα ξεχάσει,
μα είναι λίγα αυτά και η δύναμή τους έχει σβήσει.
Αδύναμα μού φωνάζουν και με κοροϊδεύουνε.
Κι όσο για το αύριο; Ποιος ξέρει, αλήθεια;
Αλήθεια... μόνο εκείνο θέλω να πω:
"Είθε ποτέ να μην σε πάρει από κάτω ή πέσεις σε λήθαργο βαθύ.
Η καταιγίδα θα δώσει την θέση της στο μπλε του ουρανού,
σαν τον παλιό σκοπό απ' την ψυχή σου ανασύρεις".
Τετάρτη 22 Οκτωβρίου του 2014